Σκηνή από έργο του1937. Στο Γκραν Γκινιόλ, το να βλέπει κανείς κάποιον να μαχαιρώνεται βάναυσα ήταν μια ήσυχη νύχτα
Ένα μαχαίρι στο μάτι. Οξύ στο πρόσωπο. Φόνος. Θέατρο!
Κάπως έτσι πήγαινε στο Le Théâtre du Grand-Guignol (Γκραν Γκινιόλ) στο Παρίσι. Μια από τις πιο περιβόητες σκηνές όλων των εποχών, ήταν το μέρος όπου θεατρικοί συγγραφείς παρουσίαζαν τρομακτικές ιστορίες βίας και εκδίκησης κάτω από τις στοιχειωμένες μαρκίζες ενός πρώην παρεκκλησίου. κατά τη διάρκεια των 65 χρόνων λειτουργίας του, το Γκραν Γκινιόλ παρουσίασε πάνω από 1000 έργα που σόκαραν και ικανοποίησαν τους θεατές τους, μένοντας στην ιστορία ως ένα από τα θεμελιώδη της ψυχαγωγίας τρόμου.
Σήμερα, το Γκραν Γκινιόλ συνδέεται τόσο με το συγκλονιστικό, αιματηρό εμπόρευμά του, που το ίδιο το όνομά του είναι συντομογραφία της κινηματογραφικής φρίκης. Όμως, η αρχική αποστολή του θεάτρου ήταν αρκετά διαφορετική. Το Γκραν Γκινιόλ ιδρύθηκε το 1895 από τον Γάλλο θεατρικό συγγραφέα Oscar Méténier. Ο Méténier αγόρασε ένα παλιό εκκλησάκι που βρισκόταν στο τέλος ενός στενού δρόμου, αφήνοντας ανέπαφους τους γοτθικούς, θρησκευτικούς διάκοσμους. Ξύλινοι άγγελοι κρέμονταν από την οροφή πάνω από την ορχήστρα. Τα σιδερένια εξομολογητήρια μετατράπηκαν σε ιδιωτικούς χώρους, ενώ τα καθίσματα στα μπαλκόνια θύμιζαν πάγκους. Με μόνο 293 καθίσματα, το θέατρο ήταν το μικρότερο στο Παρίσι, αλλά το γοτθικό του περιβάλλον το έκανε ένα από τα πιο ξεχωριστά.
Ο Méténier έστησε το Γκραν Γκινιόλ θέλοντας να δημιουργήσει έναν χώρο για "νατουραλιστικό" θέατρο. Ο νατουραλισμός ήταν ένα κίνημα του 19ου αιώνα στο ευρωπαϊκό δράμα που επικεντρώθηκε στη δημιουργία έργων που απεικόνιζαν κανονικούς χαρακτήρες σε ρεαλιστικές καταστάσεις. Όμως, η άποψη του Méténier για τον νατουραλισμό έγερνε περισσότερο προς την πιο βρωμερή πλευρά της ζωής, με πολλά από τα έργα του να απεικονίζουν πόρνες, εγκληματίες και χαμίνια. Μάλιστα, ένα από τα έργα του, το Mademoiselle Fifi, που αναφερόταν σε μια πόρνη, είχε απαγορευτεί προσωρινά από την αστυνομία.
Αυτά όμως δεν ήταν τίποτα μπροστά σε αυτά που θα ακολουθούσαν...
Αφίσα παράστασης
Το 1897, ο θεατρικός συγγραφέας Max Maurey αγόρασε το θέατρο, ο οποίος ήθελε το Γκραν Γκινιόλ να είναι χώρος με καθαρά έργα τρόμου. Υπό τη διεύθυνση του Maurey, το θέατρο παρουσίασε μια ποικιλία έργων, από κωμωδίες μέχρι δράματα. Καθώς οι εποχές περνούσαν, τα έργα άρχισαν να αποκτούν πιο ζοφερά θέματα, όπως μια προσαρμογή του έργου του Έντγκαρ Άλαν Πόε "Μαρτυριάρα καρδιά" (The Telltale Heart). Τα πρωτότυπα έργα άγγιξαν κοινωνικά και πολιτικά θέματα, με βίαιες ιστορίες δολοφονίας και εκδίκησης, όπως το The Ultimate Torture του André de Lorde.
Στους θεατές που πήγαιναν στο Γκραν Γκινιόλ παρουσιάζονταν μερικά σύντομα έργα που συνήθως εναλλάσσονταν μεταξύ κωμωδίας και τρόμου, σε μια προσπάθεια να τονιστεί η εμπειρία και των δύο, μια τακτική που επινόησε ο Maurey. Είχε πει ότι έκρινε την επιτυχία ενός συγκεκριμένου έργου από τον αριθμό των ακροατών που λιποθυμούσαν. Ως διαφημιστικό κόλπο, προσέλαβε έναν γιατρό που θα ήταν δίπλα σε όσους επηρεάζονταν αρνητικά από τις φρίκες του έργου.
Υπό τη διεύθυνση του Maurey, τα έργα άρχισαν να εστιάζουν σε ιστορίες παραφροσύνης, ψευδαισθήσεων και -πάνω απ' όλα- τρόμου. Ο André de Lorde έγινε ο κορυφαίος θεατρικός συγγραφέας του θεάτρου, ο οποίος, με αρχή το 1901, έφερνε στη σκηνή ολοκαίνουργιες, μακάβριες ιστορίες. Δουλεύοντας συχνά με κάποιον άλλο συγγραφέα, ο Lorde έγραψε αρρωστημένες ιστορίες με στοιχεία όπως κάποια νταντά που σκότωνε παιδιά, έναν τρελό γιατρό που έκανε μια λοβοτομή από εκδίκηση ή κάποιες ζηλιάρες που κάρφωναν ψαλίδια στα μάτια κάποια πιο όμορφης γυναίκας. Κατά τη διάρκεια της θητείας του εκεί, ο de Lorde έγραψε 150 θεατρικά έργα και το οδήγησε στην πιο ευημερούσα εποχή του. Ο de Lorde, ένας ήσυχος βιβλιοθηκονόμος την ημέρα, κέρδισε το ψευδώνυμο "ο πρίγκιπας του τρόμου" γι' αυτό του το έργο.
Ένας ηθοποιός σε έργο του 1937
Το 1914, ο Maurey έδωσε τη διεύθυνση του θεάτρου στον Camille Choisy, ο οποίος επικεντρώθηκε στο να δείχνει περισσότερα σπλάχνα και αίμα μέσω καρφωμάτων και ειδικών εφέ. Τα θεατρικά έργα σχετικά με το σεξ και τη βία ήταν αρκετά συγκλονιστικά, αλλά υπό τον Choisy, το Γκραν Γκινιόλ αφοσιώθηκε στο να δείξει όσο πιο ρεαλιστική γινόταν την φρίκη. Αίμα πεταγόταν από τραύματα και τα σώματα κόβονταν σε κομμάτια. Μαζί με τον φωτισμό και τους ήχους του θεάτρου, οι συγκινήσεις και οι τρόμοι ήταν τόσο συγκλονιστικοί που, σύμφωνα με ένα άρθρο του New York Times Magazine το 1957, οι θεατές καλούσαν γιατρό ή την αστυνομία κατά τη διάρκεια των παραστάσεων. Το άρθρο συνέχιζε λέγοντας ότι μια σκηνή μετάγγισης αίματος προκάλεσε τη λιποθυμιά 15 ατόμων. Ο Maurey σίγουρα θα ήταν πολύ περήφανος.
Παρ' όλα αυτά, η δημοτικότητα του θεάτρου συνέχισε να αυξάνεται, φτάνοντας στο αποκορύφωμά του στην εποχή μεταξύ των δύο Παγκόσμιων Πολέμων, όταν το θέατρο έγινε ένα τουριστικό αξιοθέατο. Κατά τη διάρκεια αυτής της αιματηρής ακμής, η μεγάλη σταρ του Γκραν Γκινιόλ ήταν η ηθοποιός Paula Maxa, που ερμήνευσε από το 1917 μέχρι τη δεκαετία του 1930, κερδίζοντας την διάκριση της "της πιο δολοφονημένης γυναίκας στον κόσμο". Όπως και σε πολλές σημερινές ιστορίες φρίκης, τα θύματα των ιστοριών ήταν συχνά γυναίκες, οπότε η Maxa, είχε σκοτωθεί πάνω από 10.000 φορές εκείνη την περίοδο. Την είχαν μαχαιρώσει, πυροβολήσει, στραγγαλίσει, δηλητηριάσει και μάλιστα, την είχε φάει και ένας πάνθηρας. Λέγεται επίσης ότι είχε πέσει θύμα βιασμού 3.000 φορές.
Οι αρλεκίνοι ήταν κοινό και τρομακτικό θέαμα στο θέατρο
Όμως, όλη αυτή η σαδιστική ψυχαγωγία δεν μπορούσε να διαρκέσει. Κοντά στις αρχές του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, το θέατρο ανέλαβε ο Jack Jouvin, ένας σκηνοθέτης που ήθελε να απομακρυνθεί από την αιματοχυσία που είχε κάνει διάσημο το Γκραν Γκινιόλ και ήθελε να κατευθυνθεί προς το ψυχολογικό θρίλερ. Ο Jouvin απέλυσε την Maxa και προσπάθησε όσο καλύτερα μπορούσε να κατευθύνει το θέατρο σε μια διαφορετική κατεύθυνση. Το κοινό όμως είχε γευτεί το αίμα και ήθελε περισσότερο. Οπότε, με αυτή την αλλαγή, εξαφανίστηκε.
Ο Jouvin άφησε το θέατρο το 1937, αλλά ήταν πολύ αργά. Με την έναρξη του πολέμου το 1939 και τη γερμανική κατοχή του Παρισιού μόλις ένα χρόνο αργότερα, το θέατρο δεν ανέκαμψε ποτέ. Μέχρι το τέλος του πολέμου, ο κόσμος είχε δει αρκετή φρίκη και σαδισμό. Σε ένα άρθρο του TIME το 1962, τη χρονιά που θα κλείσει το Γκραν Γκινιόλ, ο τελευταίος σκηνοθέτης του θεάτρου, Charles Noonan, εξήγησε την έλλειψη ακροατηρίου. "Δε θα μπορούσαμε ποτέ να είμαστε ισάξιοι του Μπούχενβαλντ" (στρατόπεδο συγκέντρωσης στη Βαϊμάρη της Γερμανίας), είπε. "Πριν από τον πόλεμο, όλοι ένιωθαν ότι αυτό που συνέβαινε στη σκηνή ήταν αδύνατο. Τώρα γνωρίζαμε ότι αυτά, και ακόμη χειρότερα, είναι δυνατά στην πραγματικότητα".
Μετά από τον πόλεμο, παρά την παρακμή του, το θέατρο συνέχισε να δέχεται διάσημους επισκέπτες, όπως ο Βιετναμέζος κομμουνιστής επαναστάτης και πολιτικός που διατέλεσε πρωθυπουργός και πρόεδρος της Λαϊκής Δημοκρατίας του Βιετνάμ, Χο Τσι Μινχ, και ο βασιλιάς της Ρουμανίας, και ο οποίος είχε ένα υπνοδωμάτιο στα παρασκήνια του θεάτρου όπου υποτίθεται ότι βρισκόταν με την ερωμένη του ενώ παιζόταν το έργο.
Μη ασυνήθιστα ευχάριστη αφίσα του θεάτρου
Ακόμη όμως και με το κοινό να μην επιστρέφει, το θέατρο συνέχισε να παρουσιάζει περίπλοκα θεατρικά με βία. Σε ένα άρθρό του, το TIME περιγράφει: "Ένα θύμα -δημοφιλές στους σύγχρονους θεατές- το είχαν δέσει, χαράξει και μαστιγώσει. Τότε, έκοψαν τις άκρες των μαστών της με κλαδευτήρι και έβγαλαν τα μάτια της με ένα κουταλάκι και ένα μαχαιράκι.
Το Γκραν Γκινιόλ τελικά έκλεισε το 1962. Το παλιό θέατρο όμως υπάρχει ακόμα. Σήμερα, φιλοξενεί το International Visual Theatre.
Το θέατρο σήμερα
Το Γκραν Γκινιόλ όμως άφησε πίσω του μια αιματοβαμμένη και μια τρομακτική κληρονομιά που συνεχίζει σε άλλα θέατρα και παραγωγές που δανείστηκαν το όνομά του.
από: atlas obscura
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου