Ο Santa Claus όπως είναι γνωστός σήμερα υπάρχει από τον 19ο αιώνα. Μάλιστα, κατέβηκε για πρώτη φορά από καμινάδα το 1812 σε ένα βιβλίο του Ουάσινγκτον Ίρβινγκ. Το τζάκι όμως εξυπηρετούσε ως μέρος εισόδου μαγικών επισκεπτών πολύ πριν από τον Santa Claus.
Κατά τη διάρκεια του 15ου αιώνα, ο Γάλλος λόγιος Petrus Mamoris ανησύχησε με μια ευρέως διαδεδομένη πεποίθηση ότι οι μάγισσες μπορούσαν να περάσουν μέσα από στερεά αντικείμενα όπως τοίχοι και κλειστές πόρτες για να μπουν σε σπίτια. Πιστεύοντας ότι οι Χριστιανοί έδιναν υπερβολική δύναμη στον αποκρυφισμό, ο Mamoris έδωσε μια πρακτική εξήγηση: οι μάγισσες, τα ξωτικά και άλλες παρόμοιες μορφές, έμπαιναν στο σπίτι από την καμινάδα. Η ιδέα κέρδισε ευρύτατη πολιτιστική αποδοχή. Κατά την Αναγέννηση, στα παραμύθια, οι νεράιδες εμφανίζονταν από καμινάδες, ενώ, κατά την ίδια περίοδο, λέγονταν ότι οι μάγισσες έβγαιναν από τις καμινάδες τους, πάνω σε σκούπες, για να πάνε να παραβρεθούν στις συναντήσεις τους.
Σύμφωνα με τον μύθο, πολλά πλάσματα του υπερφυσικού εκμεταλλεύονται την καμινάδα για να μπουν σε σπίτια -για καλό ή για κακό. Στη Σκωτία και την Αγγλία, υπάρχει ένα καφετί, οικιακό πνεύμα που βοηθά στις δουλειές του σπιτιού, αλλά μόνο τη νύχτα, ενώ μπαινοβγαίνει στο σπίτι μέσω της καμινάδας. Στη Σλοβενία, κάτι σαν νεράιδα, ο Skrat, φέρνει πλούτη στις οικογένειες των ανθρώπων που είναι υπέρ του και όταν τους δίνει χρήματα, κατεβαίνει σαν φωτιά από την καμινάδα. Σύμφωνα με τον κέλτικο μύθο, ένα μπαμπούλας που ονομάζεται Bodach κατεβαίνει από την καμινάδα και παίρνει παιδιά. Στην χώρα μας, οι καλικάντζαροι μπαίνουν από την καμινάδα σε ένα σπίτι για να φέρουν τον πανικό κατά τη διάρκεια του Δωδεκαημέρου των Χριστουγέννων. Στην Ιταλία, η Μπεφάνα (La Befana), η μάγισσα των Χριστουγέννων, τη νύχτα πριν από τα Επιφάνεια, παραδίδει δώρα αφήνοντάς τα σε παπούτσια που είναι δίπλα σε τζάκι.
Αν και η Μπεφάνα δεν έγινε γνωστή στις ΗΠΑ, έγιναν άλλα μυθικά πλάσματα που φέρνουν δώρα. Ο Pelznichol -αποκαλείται και Pelznikel, Belsnickel, ή Bellschniggle- ταξίδεψε με τους Γερμανούς μετανάστες στην Πενσιλβανία του 19ου αιώνα, τρομοκρατώντας τα άτακτα παιδιά και επιβραβεύοντας τα καλά. Αυτός ο άγριος άνθρωπος με το μαστίγιο ήταν πιο τρομακτικός από τον Santa Claus, αλλά εξυπηρετούσε παρόμοιο σκοπό.
Σύμφωνα με ένα άρθρο της Philadelphia Gazette της 19ης Δεκεμβρίου του 1827, "Είναι ο προάγγελος του καλού ξωτικού 'Christkindle' ή του 'St. Nicholas' και εμφανίζεται ντυμένος με δέρματα ή παλιά ρούχα, μαύρο πρόσωπο, ένα κουδούνι, ένα μαστίγιο και η τσέπη του είναι γεμάτη με κέικ ή ξηρούς καρπούς ... Αφού πέσει το σκοτάδι, ακούγεται το κουδούνι του Bellschniggle από σπίτι σε σπίτι ... Κατεβαίνει από την καμινάδα, τα μεσάνυχτα, και αφήνει τα δώρα του εκεί που πρέπει". Η λέξη "Pelznichol" προέρχεται από τη γερμανική λέξη pelz, που σημαίνει δέρμα ή η γούνα, και τη λέξη "Nichol", που σημαίνει Nicholas. Κυριολεκτικά "Τριχωτός Νίκολας". Ο Pelznichol ήταν ο πρόδρομος του αμερικάνικου Άγιο Βασίλη και ένας μυθικός σύντροφος του αγίου.
Αν και ο χαρακτήρας του Santa Claus αντλεί από διάφορες μυθικές πηγές, πήρε το όνομά του από τον Άγιο Νικόλαο, τον επίσκοπο στα Μύρα της Λυκίας στη σημερινή Τουρκία του 4ου αιώνα. Στην πιο διάσημη ιστορία που αφορά τον Άγιο Νικόλαο, ο επίσκοπος παρέδιδε τσάντες με χρυσό ανώνυμα σε φτωχές οικογένειες για να τις έχουν για προίκα για τις κόρες τους, και έτσι ο πατέρας τους δεν τις εξέδιδε στην πορνεία. Πρώιμες εκδοχές της ιστορίας αναφέρουν ότι ο Άγιος έριχνε τα χρήματα μέσα από κάποιο παράθυρο, 900 χρόνια πριν από την καμινάδα. Αλλά καθώς η ιστορία άλλαξε με την πάροδο του χρόνου, ο Άγιος Νικόλαος άρχισε να ρίχνει το χρυσό από την καμινάδα. Μια τοιχογραφία του 14ου αιώνα σε μια σερβική εκκλησία δείχνει ότι η καμινάδα είχε γίνει μέρος του θρύλου από την περίοδο της πρώιμης Αναγέννησης.
Χάρη στη γενναιοδωρία του και σε πολλά θαύματα, ο Αγ. Νικόλαος έγινε προστάτης άγιος των παιδιών και η ημέρα της γιορτής του συνδέθηκε με τα μικρά παιδιά. Μέχρι τον 16ο αιώνα, ήταν παράδοση για τους μικρούς Ολλανδούς να αφήνουν τα παπούτσια τους στο τζάκι το βράδυ πριν τη γιορτή του Αγίου. Την άλλη μέρα που ξυπνούσαν τα έβρισκαν γεμάτα με καραμέλες και δώρα, τα οποία πίστευαν ότι τους είχε αφήσει ο Άγιος αφού είχε κατέβει από την καμινάδα. Παρόλο που οι καθολικοί άγιοι αποκηρύχθηκαν κατά τη διάρκεια της Μεταρρύθμισης, ο Άγιος Νικόλαος παρέμεινε δημοφιλής στις Κάτω Χώρες, ακόμη και μεταξύ ορισμένων Ολλανδών Προτεσταντών. Οι Ολλανδοί μετανάστες μετέφεραν στις ΗΠΑ το μύθο του Αγίου Νικολάου.
Το όνομα Santa Claus είναι μια αμερικάνικη σύντμηση του ολλανδικού ονόματος για τον Άγιο Νικόλαο, το Sinterklaas. Δεν έκαναν όμως διάσημο οι Ολλανδοί τον Άγιο. Το 1809, ο συγγραφέας Ουάσινγκτον Ίρβινγκ παρουσίασε τον Άγιο Νικόλαο στο σατιρικό βιβλίο του "Knickerbocker' s History of New York", το οποίο διακωμωδούσε την εμμονή της πόλης της Νέας Υόρκης με την ολλανδική κληρονομιά της. Σε μια βελτιωμένη έκδοση του 1812, ο Ίρβινγκ πρόσθεσε μια αναφορά -την πρώτη γνωστή- στον Άγιο Νικόλαο, ο οποίος κατεβαίνει ο ίδιος από την καμινάδα.
Το διάσημο ποίημα "A Visit from St. Nicholas" -γνωστό ως "’Twas the Night Before Christmas", "Η νύχτα πριν τα Χριστούγεννα"- έκανε δημοφιλή την εικόνα του Santa Claus να κατεβαίνει την καμινάδα. Δημοσιεύθηκε ανώνυμα, πρωτοεμφανίστηκε το 1823 και μόλις το 1844 ο Clement Clark Moore, καθηγητής Εβραϊκών και Ανατολικών Γλωσσών σε ένα κολλέγιο, διεκδίκησε το έργο, παρόλο που η συγγραφική του ταυτότητα εξακολουθεί να αμφισβητείται από μερικούς. Το ποίημα άρχισε να δημοσιεύεται ετησίως σε εφημερίδες και περιοδικά και ο εικονογράφος και πολιτικός γελοιογράφος Thomas Nast ενίσχυσε την εικόνα του Santa Claus με τα σχέδια του για έναν χαρούμενο και γενειοφόρο άνδρα που δίνουν δώρα πάνω σε ένα έλκηθρο.
Εκατομμύρια μικροί Αμερικανοί άρχισαν να πιστεύουν ότι ο Santa Claus κατεβαίνει από την καμινάδα για να τους παραδώσει τα δώρα τους. Αλλά τι γίνεται όταν δεν υπάρχει καμινάδα; Καθώς οι σόμπες κάρβουνου και ξύλου πήραν τη θέση των τζακιών σε πολλά αμερικανικά σπίτια, αναπτύχθηκε μια παράλληλη παράδοση: ο Santa περνούσε μέσα το μπουρί της σόμπας. Μέχρι το 1857 αυτή η εικόνα ήταν αρκετά κοινή.
Μπορεί να φαίνεται γελοίο το να φαντάζονται τον Santa να τρυπώνει από ένα μπουρί σόμπας, διαμέτρου έξι ιντσών, αλλά στα μέσα του 19ου αιώνα, ο Santa Claus ήταν μικροσκοπικός. Στο ποίημά του, ο Moore αποκαλεί τον Santa "ένα χαρούμενο ξωτικό".
Ακόμα και οι εικονογραφήσεις της εποχής -και του Nast- δείχνουν ένα μικροσκοπικό Santa ο οποίος χρειαζόταν να ανέβει σε καρέκλα για να φτάσει τις κάλτσες στο τζάκι.
Στη αυγή του 20ού αιώνας, ο Santa Claus έγινε πιο δημοφιλής, καθώς οι επιχειρήσεις τον χρησιμοποιούσαν για διαφημιστικές εκστρατείες, όπως οι διάσημες διαφημίσεις της Coca-Cola της δεκαετίας του '30 που σχεδίασε ο Haddon Sundblom.
από: mental floss
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου