Η Μέρι Σίκολ (Mary Seacole) αντιμετώπισε αντιξοότητες -και πυρά- για να βοηθήσει τραυματίες στρατιώτες κατά τη διάρκεια του πολέμου της Κριμαίας. Σήμερα, περισσότερο από έναν αιώνα αργότερα, ελάχιστοι θυμούνται τα ηρωικά της επιτεύγματα.
"Ο πόλεμος, το ξέρω, είναι ένα σοβαρό παιχνίδι, αλλά μερικές φορές, οι πολύ ταπεινοί ηθοποιοί έχουν μεγάλη χρησιμότητα", έγραψε κάποτε η Σίκολ.
Αυτή η Τζαμαϊκανή ήταν μια από αυτούς τους ταπεινούς ηθοποιούς, που έσωσε τις ζωές πολλών χιλιάδων Βρετανών, Γάλλων, Τούρκων και Ρώσων στρατιωτών που εστάλησαν να πολεμήσουν στον Πόλεμο της Κριμαίας στη δεκαετία του 1850. Ωστόσο, παρά τις πράξεις ηρωισμού της, το όνομά της χάθηκε στην ιστορία για περισσότερο από έναν αιώνα.
Οι προπολεμικές της περιπέτειες
Η Μέρι γεννήθηκε ως Mary Jane Grant στην πρωτεύουσα της Τζαμάικας, το Κίνγκστον, το 1805. Ήταν κόρη ενός Σκοτσέζου στρατιώτη και μιας Τζαμαϊκανής "doctress", δηλαδή θεραπεύτρια που ασκούσε την θεραπευτική τέχνη των Κρεολών (μέλη της αριστοκρατίας της Λατινικής Αμερικής, κατά τα χρόνια της ισπανικής κυριαρχίας. Γενικότερα, κρεολοί αποκαλούνταν οι Ισπανοί που είχαν γεννηθεί στη Λατινική Αμερική, δηλαδή οι λευκοί κάτοικοι της ηπείρου. Σήμερα ο όρος αναφέρεται σε διάφορες εθνικές ομάδες, άσχετων με τους Ισπανούς κονκισταδόρες και τους απογόνους τους, όπως οι κρεολοί της Αλάσκα και της κρεολοί της Σιέρα Λεόνε).
Αν και η δουλεία στην Τζαμάικα δε θα καταργούνταν παρά μετά από τρεις δεκαετίες, η Μέρι ήταν ουσιαστικά ελεύθερη. Όμως, η μητέρα της και η ίδια είχαν περιορισμένα πολιτικά δικαιώματα. Αν και μπορούσαν να έχουν δική τους περιουσία και δούλους, δεν μπορούσαν να ψηφίσουν, να κατέχουν δημόσιο αξίωμα ή να κάνουν κάποια -πολλά- επαγγέλματα.
Για την ιστορία, ο Χριστόφορος Κολόμβος διεκδίκησε την Τζαμάικα για την Ισπανία μόλις έφτασε εκεί το 1494. Τον Μάιο του 1655, περίπου 7.000 Άγγλοι στρατιώτες έφτασαν στην πρωτεύουσα της Τζαμάικα, Σπάνις Τάουν, και την κατέλαβαν σύντομα νικώντας τον μικρό αριθμό των Ισπανών (εκείνη την περίοδο, ολόκληρος ο πληθυσμός της Τζαμάικα αριθμούσε περίπου 2.500 άτομα). Η Ισπανία ποτέ δεν ανέκτησε την Τζαμάικα. Τπ 1670, με τη Συνθήκη της Μαδρίτης, περιήλθε επίσημα στις κτήσεις της Αγγλίας ως Τζαμάικα και αποτέλεσε σημαντική ναυτική βάση των Δυτικών Ινδιών.
Η Σίκολ μεγάλωσε μαθαίνοντας την ιατρική από τη μητέρα της, η οποία θεωρούνταν αξιόπιστη λόγω των δεξιοτήτων της από τους Βρετανούς αξιωματικούς και στρατιώτες που στάθμευαν στο Κίνγκστον. Από τον πατέρα της, απέκτησε ένα πάθος για τον πόλεμο. Από μικρή ηλικία ήταν πρόθυμη να δει το πεδίο της μάχης και να βοηθήσει στον αγώνα για τα πιστεύω της.
Μέχρι τα 12 της, βοηθούσε τη μητέρα της να θεραπεύει τραυματίες στρατιώτες, αλλά και άλλους. Στα 19 της, για πρώτη φορά ταξίδεψε στην Αγγλία όπου έστησε την βάση της για την υπόλοιπη ζωή της. Επίσης, επισκέφθηκε τα νησιά της Καραϊβικής Νιου Πρόβιντενς (ανήκει στις Μπαχάμες), Αϊτή και Κούβα.
Το 1836, παντρεύτηκε τον Έντγουιν Οράτιο Χάμιλτον Σίκολ (Edwin Horatio Seacole), ο οποίος ήταν φιλάσθενος και πέθανε μόλις οκτώ χρόνια αργότερα. Η Μέρι δεν παντρεύτηκε ποτέ ξανά.
Μετά την εγκατάστασή της στο Κίνγκστον, η Μέρι άρχισε να ασκεί την ιατρική, και σύντομα κέρδισε τη δική της φήμη ως θεραπεύτρια, και μάλιστα ξεπέρασε κατά πολύ εκείνη της μητέρας της. Με φυτικές και φυσικές θεραπείες, η Μέρι αντιμετώπιζε αποτελεσματικά ασθένειες όπως η χολέρα, ο κίτρινος πυρετός, η ελονοσία και η ευλογιά. Το 1850, όταν η χολέρα σάρωσε το νησί της Τζαμάικα, αντιμετώπισε τα θύματά της "λαμβάνοντας πολλές υποδείξεις για τη θεραπεία της, οι οποίες στη συνέχεια αποδείχτηκαν πολύτιμες".
Και όντως, έτσι συνέβη. Την επόμενη χρονιά, πήγε στον ισθμό του Παναμά για να επισκεφτεί -για λίγο- τον αδελφό της Edward, όπου άνοιξε ένα κατάστημα και εργάστηκε ως θεραπεύτρια στο χωριό Cruces στην Κούβα. Ένα βράδυ, ο αδελφός της γευμάτιζε με έναν Ισπανό φίλο του. Με την επιστροφή στο σπίτι του, ο Ισπανός αρρώστησε και -"μετά από μια σύντομη περίοδο έντονης δυσφορίας", ανέφερε αργότερα η Μέρι- πέθανε. Το χωριό αμέσως υποψιάστηκε ότι ο Edward είχε δηλητηριάσει τον Ισπανό. Όμως, η Σίκολ είχε κρυφές υποψίες. Έλεγξε το πτώμα και αμέσως κατάλαβε ότι δεν έφταιγε το δηλητήριο. "Το στρεσαρισμένο πρόσωπο, τα βυθισμένα μάτια, τα σφιχτά σκέλη και το αποχρωματισμένο δέρμα του ήταν όλα συμπτώματα που έμαθα πολύ πρόσφατα", έγραψε, "και αμέσως δήλωσα ότι αιτία θανάτου ήταν η χολέρα". Η κοινότητα ήταν απρόθυμη να την πιστέψει, αλλά μόλις ξαφνικά άρχισαν να πεθαίνουν και άλλοι, δεν είχαν άλλη επιλογή. Δεν υπήρχαν γιατροί στην πόλη -εκτός από έναν φοβισμένο οδοντίατρο- και έτσι η Σίκολ ηγήθηκε της θεραπείας της επιδημίας. Με εμετικές μουστάρδες, θερμά επιθέματα και τσιρότα μουστάρδας, έσωσε το πρώτο θύμα της χολέρας και έπειτα πολλά άλλα. Όσοι μπορούσαν να την πληρώσουν, το έκαναν απλόχερα και όσοι δεν μπορούσαν, τους θεράπευε δωρεάν.
Μετά από τη στάση της στο Cruces, γύρισε την Κούβα και στη συνέχεια πήγε στην Τζαμάικα, εγκαίρως για μια επιδημία κίτρινου πυρετού που είχε ξεσπάσει εκεί. Όμως, την ίδια στιγμή ξέσπασε πόλεμος στα Βαλκάνια. Οι Τζαμαϊκανοί στρατιώτες ξεκίνησαν για την Ευρώπη. Η Μέρι ήξερε ότι ήθελε να τους βοηθήσει.
Προσφορά για βοήθεια και απόρριψη
Τραυματίες Βρετανοί στρατιώτες κατά τη διάρκεια του πολέμου της Κριμαίας
Το 1853, ξέσπασε ο πόλεμος της Κριμαίας μεταξύ της Ρωσίας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Φοβούμενοι τυχόν ρωσικής επέκτασης, η Βρετανία και η Γαλλία εντάχθηκαν στο πλευρό των Οθωμανών το 1854, στέλνοντας χιλιάδες στρατιώτες στη Μαύρη Θάλασσα και τη χερσόνησο της Κριμαίας. Το 1855 ακολούθησε το Βασίλειο της Σαρδηνίας. Στον πρώτο χρόνο του πολέμου, χιλιάδες Βρετανοί στρατιώτες έχασαν τη ζωή τους -κυρίως από ασθένειες και όχι από τις μάχες. Μετά τη μάχη της Άλμα, η βρετανική κυβέρνηση ζήτησε την αποστολή ορισμένων νοσηλευτριών στη χερσόνησο για να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους.
Εκείνη την εποχή, η Σίκολ ζούσε στην Αγγλία και ήταν πρόθυμη να βοηθήσει. Πήγε στο Γραφείο Πολέμου ζητώντας να την στείλουν στην Κριμαία, αλλά η πρότασή της απορρίφθηκε. Μετά από μερικές ακόμη αποτυχημένες προσπάθειες να ταξιδέψει στην Κριμαία με τις βρετανικές δυνάμεις, η Σίκολ αποφάσισε να πάει μόνη της.
Ο λόγος ήταν -φυσικά- ρατσιστικός. "Αμφιβολίες και υποψίες γεμίζουν την καρδιά μου, για την πρώτη και τελευταία φορά, Κύριε", έγραψε. "Είναι πιθανό οι αμερικανικές προκαταλήψεις ενάντια στο χρώμα να έχουν ρίζες εδώ; Μήπως αυτές οι κυρίες απέφυγαν να δεχτούν την βοήθειά μου επειδή το αίμα μου ρέει κάτω από ένα κάπως πιο σκούρο δέρμα από το δικό τους;".
Αποφάσισε όμως ότι οι κοινωνικές προκαταλήψεις δε θα την εμπόδιζαν να κάνει το σωστό. "Αποφάσισα ότι αν ο στρατός ήθελε νοσοκόμες, θα χαιρόντουσαν για μένα ... Αν οι αρχές μου το είχαν επιτρέψει, θα τους πρόσφερα πρόθυμα τις υπηρεσίες μου ως νοσοκόμα. Αλλά, καθώς μου το αρνήθηκαν, να μην ανοίξω ένα ξενοδοχείο για αναπήρους στην Κριμαία με τον δικό μου τρόπο;".
Ο ηρωισμός της στον Πόλεμο της Κριμαίας
Μάχη κατά τη διάρκεια του πολέμου της Κριμαίας, περίπου 1855
Η Σίκολ βρήκε στη Μπαλακλάβα έναν φίλο της, τον Thomas Day, με τον οποίο άρχισε να βοηθάει τους γιατρούς να μεταφέρουν ασθενείς και τραυματίες στρατιώτες από ασθενοφόρα σε νοσοκομεία. Κοιμήθηκε σε ένα πλοίο, πάλεψε με ληστές και άρχισε να ετοιμάζει ένα κατάστημα ακριβώς έξω από την πόλη.
Αυτό το κατάστημα έγινε γνωστό ως το Βρετανικό Ξενοδοχείο και ήταν ένα μέρος που οι στρατιώτες μπορούσαν να πάνε για φρέσκο φαγητό και ξεκούραση. Με τα νοσοκομεία γεμάτα, έγινε επίσης ένα μέρος όπου οι στρατιώτες μπορούσαν να ζητήσουν ιατρική βοήθεια από την Τζαμαϊκανή θεραπεύτρια.
Η Μέρι Σίκολ, ή η "Μητέρα Σίκολ" όπως την αποκαλούσαν πολλοί στρατιώτες, περιπιούνταν τους άνδρες που πήγαιναν στο ξενοδοχείο της, καθώς και τους άντρες στο πεδίο της μάχης. Οι στρατιωτικοί γιατροί ήταν εξοικειωμένοι μαζί της και της επέτρεπαν να βοηθάει τους τραυματίες στρατιώτες και των δύο πλευρών στο πεδίο της μάχης, συχνά ενώ έπεφταν πυροβολισμοί.
Το 1855, οι Ρώσοι αποσύρθηκαν από τη Σεβαστούπολη και άρχισαν συνομιλίες για ειρήνη. Η Σίκολ ήταν μια από τους τελευταίους στην Κριμαία και έλαβε μέρος στην ειρηνευτική διαδικασία. Στις 30 Μαρτίου του 1856 υπογράφηκε η Συνθήκη του Παρισιού και η Σίκολ επέστρεψε στο Λονδίνο.
Μετά τον πόλεμο
Μια γελοιογραφία για την Σίκολ που μειώνει τις ηρωικές της ενέργειες στον πόλεμο της Κριμαίας
Πίσω στο Λονδίνο, η Μέρι είχε μείνει φτωχή. Ότι είχε και δεν είχε τα είχε ξοδέψει στον πόλεμο και επέστρεφε πίσω πάμφτωχη. Αν και έπρεπε να υποβάλει πτώχευση, μαζί με τον Thomas Day, παρέμεινε θετική και συνέχισε να εργάζεται ως θεραπεύτρια.
"Κάθε βήμα που κάνω στους πολυσύχναστους δρόμους του Λονδίνου μπορεί να με φέρει σε επαφή με έναν φίλο, ίσως που με έχει ξεχάσει, αλλά που σύντομα με θυμάται, από την παλιά μας ζωή, πριν από τη Σεβαστόπολη. Τώρα, φαίνεται πολύς καιρός, όταν του ήμουν χρήσιμη και αυτός για μένα. Θα συνέβαιναν όλα αυτά αν είχα επιστρέψει στην Αγγλία πλούσια; Σίγουρα όχι", είχε γράψει.
Το 1857, η Σίκολ δημοσίευσε την αυτοβιογραφία της, "The Wonderful Adventures of Mrs. Seacole in Many Lands" (Οι Υπέροχες Περιπέτειες της κας Σίκολ σε Πολλές Χώρες). Ήταν η πρώτη αυτοβιογραφία που έγραψε μια μαύρη γυναίκα στη Βρετανία και έγινε γρήγορα μπεστ σέλερ.
Οι εφημερίδες και ο βρετανικός στρατός ξεκίνησαν μια δημόσια εκστρατεία για να μαζέψουν χρήματα γι' αυτήν, αλλά μαζεύτηκαν ελάχιστα και παρέμεινε φτωχή. Επιπλέον, γελοιοποιήθηκε για τις προσπάθειές της να αντλήσει κεφάλαια και τα βρετανικά Μ.Μ.Ε. την μείωσαν. Μάλιστα, ένα περιοδικό την περιέγραψε ότι κατά τη διάρκεια του πολέμου απλά "κρατούσε παγούρια".
Η θεραπεύτρια πήγαινε συχνά στο Κίνγκστον, όπου αγαπήθηκε και την τιμούσαν. Η Μέρι Σίκολ πέθανε το 1881 στο Πάντινγκτον του Λονδίνου και θάφτηκε στο Καθολικό Νεκροταφείο του Kensal Green.
Η Φλόρενς Νάιτινγκεϊλ
Η Φλόρενς Νάιτινγκεϊλ
Στα περισσότερα βιβλία ιστορίας, η λαμπερή ηρωίδα του πολέμου της Κριμαίας είναι μια Ευρωπαία, η Φλόρενς Νάιτινγκεϊλ (Florence Nightingale).
Γεννήθηκε το 1820, από μια πλούσια οικογένεια. Η Νάιτινγκεϊλ, σε νεαρή ηλικία, ήταν νοσηλεύτρια. Κατά τη διάρκεια του πολέμου της Κριμαίας, ο Βρετανός Υπουργό Άμυνας της ζήτησε να οργανώσει ένα σώμα νοσοκόμων για να μεταφερθεί στην εμπόλεμη ζώνη για να κουράρει τους στρατιώτες. Εκεί εργάστηκε ακούραστα και έγινε γνωστή ως "η Κυρία με το Φανάρι", αν και στην εποχή της ήταν γνωστή ως "η Κυρία με την Βαριοπούλα", λόγω του τρόπου που έκανε τις νυχτερινές της βόλτες μέσα στους σκοτεινούς διαδρόμους του στρατιωτικού νοσοκομείου.
Μετά τον πόλεμο, στην Αγγλία υποδέχτηκαν την Νάιτινγκεϊλ με τιμές ήρωα. Η βασίλισσα Βικτώρια της απένειμε μια καρφίτσα και το χρηματικό ποσό των 250.000 λιρών, τα οποία χρησιμοποίησε για να ιδρύσει τη Σχολή Για Νοσηλεύτριες Νάιτινγκεϊλ (Nightingale Training School for Nurses) στο νοσοκομείο St. Thomas στο Λονδίνο. Σήμερα, υπάρχει ένα μουσείο που ανεγέρθηκε προς τιμήν της, το οποίο βρίσκεται στη θέση της αρχικής σχολής.
Η ιστορία του Νάιτινγκεϊλ είναι πολύ διαφορετική από εκείνη της Σίκολ, παρά το γεγονός ότι πρωτοστάτησαν για τον ίδιο σκοπό και την ίδια στιγμή στην ιστορία. Στην πραγματικότητα, η Σίκολ προσπάθησε να ενταχθεί στο σώμα των νοσοκόμων της Νάιτινγκεϊλ, αλλά και εκεί την απέρριψαν.
Ενώ η Νάιτινγκεϊλ αναγνωρίζεται ως η πρωτοπόρος της σύγχρονης νοσηλευτικής, η Σίκολ χρησιμοποιούσε φυτικά φάρμακα και υγιεινή δεκαετίες πριν από τις Ευρωπαίες. Και παρόλο που και οι δύο γυναίκες έκαναν απίστευτη δουλειά κατά τη διάρκεια του πολέμου, το όνομα της Νάιτινγκεϊλ ζει, ενώ της Σίκολ έχει ξεχαστεί.
Αυτή η τεράστια διαφορά στις ιστορίες τους οφείλεται πιθανότατα στο διαφορετικό χρώμα του δέρματός τους.
Η κληρονομιά της Σίκολ
Το άγαλμα της Μέρι Σίκολ έξω από το νοσοκομείο St. Thomas στο Λονδίνο
Μετά από τον θάνατό της, η Μέρι Σίκολ ξεχάστηκε. Τα επιτεύγματά της δεν αναγνωρίστηκαν στον δυτικό κόσμο για περισσότερο από έναν αιώνα -αν και μνημονεύεται στην Τζαμάικα, όπου σημαντικά κτήρια φέρουν το όνομά της από τη δεκαετία του 1950.
Τελικά, το 2004 η Σίκολ αποκαταστάθηκε στην ιστορία, όταν ψηφίστηκε κορυφαίος/α μαύρος/η Βρετανός/ή για τις ηρωικές προσπάθειές της κατά τη διάρκεια του πολέμου στην Κριμαία. Τρία χρόνια αργότερα, κέρδισε τη θέση της και στα εγχειρίδια ιστορίας που διδάσκονται στα σχολεία του Ηνωμένου Βασιλείου, μαζί με την Νάιτινγκεϊλ. Τον 21ο αιώνα, πολλά κτήρια και οργανώσεις άρχισαν να την τιμούν το όνομά της.
Το 2003, ξεκίνησε μια εκστρατεία για την ανέγερση ενός αγάλματος προς τιμή της στο Λονδίνο και το 2016 ανεγέρθηκε μπροστά από το νοσοκομείο St. Thomas. Αν και αντιμετώπισε σημαντική αντίθεση από τους υποστηρικτές του Νάιτινγκεϊλ, εξακολουθεί να βρίσκεται εκεί. Πάνω του είναι χαραγμένα τα εξής: "Πιστεύω ότι η Αγγλία δε θα ξεχάσει εκείνη που νοσήλευσε τους αρρώστους της, η οποία αναζήτησε τους πληγωμένους της για να τους βοηθήσει, και η οποία εκτέλεσε τις τελευταίες υπηρεσίες της για μερικούς από τους επιφανείς νεκρούς της". Είναι το πρώτο δημόσιο άγαλμα μαύρης γυναίκας στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Όπως έγραφε στην αυτοβιογραφία της, "Πράγματι, η εμπειρία μου στον κόσμο ... με οδηγεί στο συμπέρασμα ότι δεν είναι καθόλου ο σκληρός, κακός κόσμος που μερικοί εγωιστές θέλουν να πιστέψουμε".
από: ati
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου