Η Suzanne Peika δεν μπορούσε να πιστέψει αυτό που έβλεπε. Στις 2 Φεβρουαρίου του 1965 η Peika στεκόταν μπροστά σε περίπτερο ειδών τοξοβολίας στο Σικάγο. Ένας άνδρας με καστανά μαλλιά, λεπτό μουστάκι και κάλυμμα ματιού ήταν στο επίκεντρο. Εκτός από το κάλυμμα και το μουστάκι, έμοιαζε εκπληκτικά με τον θείο της, Lawrence Bader.
Απλά, υπήρχε ένα πρόβλημα: ο θείος της έπρεπε να είναι νεκρός.
Το 1957, οι αρχές της Ακτοφυλακής ανακάλυψαν τη μισθωμένη βάρκα του Bader που ξεβράστηκε στη λίμνη Έρι μετά από μια καταιγίδα. Δεν υπήρχε κανένα σημάδι του Bader και δεν υπήρχαν ενδείξεις για το τι του είχε συμβεί. Η σύζυγός του, Mary Lou, στην ουσία ήταν χήρα και τα τέσσερα παιδιά του έμειναν ορφανά από πατέρα. Τελικά, ανακηρύχθηκε νομικά νεκρός.
Τώρα, σχεδόν οχτώ χρόνια αργότερα, η Peika δέχτηκε μια κλήση από έναν άνδρα από το Ακρόν του Οχάιο, ο οποίος της είπε να πάει στο αθλητικό συνέδριο. Είχε δει κάτι που εκείνη δε θα το πίστευε.
Όταν κοίταξε τον άνδρα που ήταν σχεδόν σίγουρη ότι ήταν ο θείος της, πλησίασε το περίπτερο. "Δεν είσαι ο θείος μου, ο Larry;" τον ρώτησε.
Ο άνδρας γέλασε και φάνηκε μπερδεμένος. Όχι, δεν ήταν κανενός ο "θείος Larry". Το όνομά του ήταν John Johnson, αν και είχε το ψευδώνυμο "Fritz". Ζούσε στο Ομάχα της Νεμπράσκα, όπου ήταν αθλητικός διευθυντής για τον τοπικό τηλεοπτικό σταθμό. Ήταν ευγενικός αλλά σταθερός. Δεν ήταν τίποτα περισσότερο, είπε, παρά μια παρεξήγηση.
Η Peika έτρεξε στο τηλέφωνο και κάλεσε την οικογένειά της. Τα δύο αδέρφια του Lawrence μπήκαν σε ένα αεροπλάνο από το Οχάιο για το Σικάγο, όπου ήρθαν αντιμέτωποι με τον Johnson. Όχι, είπε ξανά. Δεν ήταν ο αδελφός τους, αυτός ο Larry Joseph Bader, ο οποίος είχε εξαφανιστεί το 1957. Τελικά, συμφώνησε να πάει μαζί τους σε ένα αστυνομικό τμήμα για να του πάρουν τα δακτυλικά αποτυπώματά του. Τα αδέρφια εξήγησαν ότι ο Bader είχε υπηρετήσει στο Πολεμικό Ναυτικό και τα δακτυλικά του αποτυπώματα υπήρχαν σίγουρα. Αυτό θα έλυνε το ζήτημα μία για πάντα.
Την επόμενη μέρα, όλοι έλαβαν ένα τηλεφώνημα από την αστυνομία. Τα δακτυλικά αποτυπώματα ταίριαζαν. Ο άνθρωπος που ήταν γνωστός ως Fritz ήταν ο Lawrence Bader. Όταν εξαφανίστηκε κατά τη διάρκεια μιας καταιγίδας στη λίμνη Έρι, μετακινήθηκε πάνω από 700 μίλια μακριά, με μια νέα δουλειά, νέο πρόσωπο, νέα γυναίκα, νέα παιδιά και εντελώς διαφορετικές αναμνήσεις για τα πρώτα 30 χρόνια της ζωής του.
Ο "Fritz" Johnson το 1963 - πηγή
Ο Bader είχε γεννηθεί στις 2 Δεκεμβρίου του 1926 στο Άκρον του Οχάιο. Ο πατέρας του Stephen, ήταν οδοντίατρος και ο Bader σκεφτόταν να τον ακολουθήσει. Μετά από ένα πέρασμα από το Πολεμικό Ναυτικό από το 1944 ως το 1946, ο Bader γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο του Άκρον, αλλά οι βαθμοί του ήταν μέτριοι και εγκατέλειψε τη σχολή μόλις μετά από ένα εξάμηνο. Στη σύντομη φοιτητική του ζωή, γνώρισε την Mary Lou Knapp, την οποία παντρεύτηκε στις 19 Απριλίου του 1952.
Για να υποστηρίξει τα παιδιά τους, ο Bader δούλευε ως πωλητής μαγειρικών σκευών. Αν και ήταν ευγενικός και πολύ ευχάριστος τόσο στους συναδέλφους όσο και στους πελάτες του, τα έσοδά του από την δουλειά ήταν περιορισμένα. Είχε χρέη και δεν κατάφερε να πληρώσει τους φόρους του. Αργότερα, αναφέρθηκε ότι ο Bader δεν είχε υποβάλει φορολογικές δηλώσεις από το 1951 ως το '57.
Στις 15 Μαΐου του 1957, ο Bader ανακοίνωσε στην Mary Lou ότι έπρεπε να πάει οδικώς στο Κλίβελαντ για δουλειές. Μετά, σχεδίαζε να πάει για ψάρεμα και θα καθυστερούσε. Η Mary Lou, έγκυος στο τέταρτο παιδί τους, του πρότεινε να γυρίσει κατευθείαν στο σπίτι.
"Ίσως το κάνω, ίσως όχι", της είπε και έφυγε.
Ο Bader όντως πήγε οδικώς στο Κλήβελαντ. Εξόφλησε επίσης μια επιταγή 400 δολαρίων και πλήρωσε ορισμένους εκκρεμείς λογαριασμούς, συμπεριλαμβανομένης μιας δόσης για την ασφάλεια ζωής του. Έπειτα, πήγε προς το Eddie’s Boat House, μια επιχείρηση ενοικίασης σκαφών στον Rocky River, που χύνεται στη λίμνη Έρι. Ήταν αργά το απόγευμα και ο ιδιοκτήτης, ο Lawrence Cotleur, τον προειδοποίησε ότι πλησίαζε καταιγίδα. Ο Bader φαινόταν να μην τον νοιάζει. Έδωσε προκαταβολή 15 δολαρίων και ζήτησε να εξοπλιστεί το σκάφος με φώτα. Όταν ο Cotleur του είπε ότι δε θα σκοτείνιαζε σύντομα, εκείνος επέμεινε. Ο Ο Cotleur παρατήρησε ότι είχε μαζί του μια βαλίτσα.
Ο Bader πήγε στο σκάφος, το οποίο ήταν εξοπλισμένο με κουπιά και μηχανή και άρχισε να βγαίνει στο νερό. Η Ακτοφυλακή τον είδε και την προειδοποίησε, συμβουλεύοντας τον ότι δε θα ήταν ασφαλής όταν ξεσπούσε η καταιγίδα.
Αυτή ήταν η τελευταία φορά που κάποιος ήρθε σε επαφή με τον Lawrence Bader.
Το επόμενο πρωί, η βάρκα βρέθηκε σε μια ακτή περισσότερο από πέντε μίλια μακριά από το Eddie’s Boat House. Μια από τις προπέλες της μηχανής ήταν στραβή και τα ύφαλα της βάρκας γδαρμένα. Όμως, δεν υπήρχε κανένα σημάδι ότι είχε ανατραπεί. Το μόνο που έλειπε ήταν ένα κουπί. Τα σωσίβια ήταν εκεί και το μπιτόνι καυσίμου ήταν άδειο. Ο Bader και η βαλίτσα του έλειπαν.
Η Ακτοφυλακή έψαξε διεξοδικά στο νερό, αλλά δεν βρήκε τίποτα. Ήταν αδύνατο, είπαν, να επιβιώσει κανείς χωρίς σωσίβιο, και σίγουρα όχι για ώρες. Μετά από δύο μήνες, οι αρχές δεν είχαν άλλη επιλογή από το να εγκαταλείψουν την όποια ελπίδα να βρεθεί ο Bader, ζωντανός ή νεκρός.
Προφανώς, κανείς δεν σκέφτηκε να κοιτάξει στην Ομάχα.
Τρεις με πέντε ημέρες αργότερα, ανάλογα με την πηγή, ένας άνδρας με το όνομα John Johnson εμφανίστηκε σε ένα εστιατόριο-μπαρ στην Ομάχα. Έψαχνε για μια δουλειά ως μπάρμαν και είχε έναν οδηγό ποτών κάτω από το χέρι του. Είχε μαζί του μια βαλίτσα, μια βαριά τσάντα και με άδεια οδήγησης που είχε εκδώσει το Ναυτικό. Εξήγησε στον υποψήφιο εργοδότη του ότι μόλις είχε απολυθεί από το Ναυτικό μετά από μια 14ετή καριέρα. Ένα πρόβλημα στην πλάτη του οδήγησε το Ναυτικό να τον αποστρατεύσει και αποφάσισε να γυρίσει για λίγο την χώρα. Έμενε σε ένα ξενοδοχείο κοντά στον σταθμό των λεωφορείων. Θα ήταν καλός υπάλληλος, είπε, επειδή συνήθιζε να πηγαίνει σε μπαρ ενώ ήταν εν ενεργεία.
Πήρε τη δουλειά και σύντομα έγινε το επίκεντρο των τακτικών πελατών. Όταν ο κόσμος ανέφερε το ασυνήθιστο όνομα του, έλεγε ότι αρχικά εκτράφηκε σε ένα ορφανοτροφείο στη Βοστόνη. Και στα 22 μωρά που βρέθηκαν στην πόρτα του ορφανοτροφείου, τους δόθηκε το ίδιο όνομα αλλά ένα διαφορετικό παρατσούκλι. Το δικό του ήταν Fritz, είπε, γιατί θύμιζε έναν χαρακτήρα σε ένα κόμικ που ήταν δημοφιλές στη δεκαετία του 1920 και του '30. Μερικές φορές, η ιστορία άλλαζε και έλεγε ότι το ψευδώνυμό του προερχόταν από ένα κοντό κούρεμα που είχε κάνει ενώ ήταν εν ενεργεία που τον έκανε να μοιάζει με Γερμανό στρατιώτη.
Επέμενε να τον φωνάζουν Fritz και χρησιμοποιούσε σπάνια το όνομά του. Ακόμα και τις επιταγές τις υπέγραφε ως Fritz. Οι λογαριασμοί του έφταναν στον Fritz. Επίσης, είχε την περίεργη συνήθεια να χρονολογεί τις επιταγές του ανά εποχή, όχι μήνα, ημέρα και έτος. Αν κάποιος λογαριασμός έληγε τον Ιούλιο, έγραφε πάνω του "καλοκαίρι".
Ωστόσο, κανείς δεν φαινόταν να πιστεύει ότι ήταν παράξενος. Ο κόσμος έβρισκε τον Fritz ευχάριστο και ο Fritz έβρισκε την ευχαρίστηση σχεδόν σε όλα. Ήταν ένας αποφασισμένος εργένης που έβγαινε συχνά ραντεβού. Μερικές φορές εμφανιζόταν με μια παλιά νεκροφόρα που είχε την άνεση στο πίσω μέρος να χαλαρώσει. Άκουγε κλασική μουσική και αποδείχθηκε ιδιαίτερα έμπειρος στην τοξοβολία, κερδίζοντας αρκετά περιφερειακά πρωταθλήματα. Ήταν μια ζωή που δεν θα ήταν ποτέ ευπρόσδεκτη σε μια πιο συντηρητική πόλη όπως αυτή στο Οχάιο, όπως δήλωσε αργότερα ένας κάτοικος του Άκρον.
Πέρα από το να είναι μπάρμαν, είχε φιλοδοξίες. Μετά τη δουλειά και αργά τη νύχτα, πήγαινε στον τοπικό ραδιοφωνικό σταθμό και χρησιμοποιούσε τον εξοπλισμό ηχογραφήσεων και εξασκούσε τις ικανότητές του στην μετάδοση. Το 1959, προσλήφθηκε από το σταθμό και έγινε κάτι σαν τοπική διασημότητα. Ο Fritz έκανε ένα παιχνίδι με ακροβατικά για να συγκεντρώσει χρήματα και να ευαισθητοποιήσει τον κόσμο για την πολιομυελίτιδα (καθόταν σε ένα κιβώτιο που ήταν σε ύψος 15 μέτρων πάνω σε έναν ιστό). Δεν κατέβηκε από εκεί πάνω παρά μόνο μετά από 15 ημέρες, μια πρόκληση αντοχής που πρόσθεσε στον θρύλο του.
Το 1961, γνώρισε και παντρεύτηκε ένα πρώην μοντέλο, την Nancy Zimmer. Η Nancy ήταν ξανά παντρεμένη πριν και είχε μια κόρη. Σύντομα, απέκτησαν έναν γιο και ο ίδιος ξεκίνησε την καριέρα του σε έναν τοπικό τηλεοπτικό σταθμό.
Με την κοινωνική του ζωή, τον γάμο και την καριέρα του, ο Fritz ήταν πολύ ζωντανός. Πίσω στο Άκρον, ο Lawrence Joseph Bader είχε ανακηρυχθεί νομικά νεκρός.
Όταν ανακαλύφθηκε από την ανιψιά του το 1965, ο Fritz ήταν παρουσιαστής που εργαζόταν με μερική απασχόληση ως σύμβουλος για επιχειρήσεις τοξοβολίας. Το κάλυμμα του ματιού ήταν επειδή το 1964 του είχαν αφαιρέσει το μάτι λόγω ενός κακοήθους όγκου. Τώρα, παραγκωνισμένος από την οικογένειά του, η νέα ζωή που είχε φτιάξει άρχισε να καταρρέει.
Αν και επέμενε ότι δεν είχε καμία ανάμνηση του Bader, τον οποίο ονόμαζε "αυτός ο άλλος τύπος", η επανεμφάνισή του οδήγησε σε μια σειρά νομικών και ηθικών ζητημάτων. Υπήρχαν τα συμβόλαια ζωής αξίας περίπου 40.000 δολαρίων, τα οποία είχαν καταβληθεί στην Mary Lou και τα οποία τώρα ήταν άκυρα. Οι συντάξεις που λάμβανε η Mary Lou λόγω του θανάτου του έπρεπε να επιστραφούν. Ακόμη και ο Cotleur, ο ιδιοκτήτης των σκαφών, ήθελε αποζημίωση. Ο Bader είχε αφήσει μια κατεστραμμένη βάρκα που χρειαζόταν αντικατάσταση.
Επίσης, υπήρχε το ζήτημα του γάμου. Επειδή ο Bader ήταν ζωντανός, εξακολουθούσε να είναι νομικά παντρεμένος με τη Mary Lou και μπορούσε να θεωρηθεί δίγαμος. Είχε την οικονομική ευθύνη για την οικογένεια που είχε αφήσει πίσω στο Άκρον. Ο Fritz προσέλαβε έναν δικηγόρο, ο οποίος του συνέστησε να υποβληθεί σε μια σειρά ψυχολογικών εξετάσεων σε ένα νοσοκομείο της περιοχής. Μετά από αρκετές ημέρες αξιολόγησης, οι γιατροί δεν μπόρεσαν να πουν ότι εξαπατούσε σκόπιμα κανέναν. Φαινόταν αληθινά ότι δεν είχε καμία ανάμνηση ότι κάποτε ήταν ο Lawrence Bader.
"Είμαι ο John (Fritz) Johnson και δεν έχω ακούσει ποτέ γι' αυτόν τον Bader, μέχρι που εμφανίστηκε το θέμα", δήλωσε. Φαινόταν περισσότερο σαστισμένος παρά αναστατωμένος από την κατάσταση. Παραδέχτηκε ότι έμοιαζε με τον Bader και ότι και οι δύο αγαπούσαν την τοξοβολία. Όμως, πέρα από αυτό, δεν τον ένοιαζε να ψάξει τις αναμνήσεις του με κανέναν, όπως δήλωσε στους γιατρούς που του είπαν ότι η εξέταση του παρελθόντος του θα μπορούσε να τον βλάψει ψυχολογικά.
"Θεέ μου, δεν καταλαβαίνετε;", είπε κάποτε σε έναν δημοσιογράφο. "Ξαφνικά, ανακαλύπτω ότι τα 30 χρόνια της ζωής μου δεν συνέβησαν ποτέ. Βλέπετε, πραγματικά έχω 30 χρόνια μνήμης σαν Fritz Johnson. Τι πρέπει να κάνω με αυτά τα 30 χρόνια; Τα πετάξω;".
Για λίγο, η κατάσταση φαινόταν αβέβαιη. Αν μπορούσε να αποδειχθεί ότι ο Bader διέπραξε απάτη, θα είχε νομικές συνέπειες. Όμως, κανείς δεν μπορούσε να το αποδείξει. Αντ' αυτού, ο δικηγόρος του ισχυρίστηκε ότι η χειρουργική επέμβαση για την αφαίρεση του καρκινώματος μπορεί να έχει επηρεάσει τη μνήμη του. Ίσως, κάποτε ήξερε γιατί εξαφανίστηκε ο Bader και εμφανίστηκε ο Fritz. Όμως πλέον υπήρχαν ελάχιστες ελπίδες να βρεθούν απαντήσεις.
Λόγω της ιδιόμορφης φύσης της διπλής ζωής του υπαλλήλου του, ο τηλεοπτικός σταθμός τον απέλυσε. Η Nancy τον άφησε, ο γάμος τους ουσιαστικά τερματίστηκε μόλις έμαθε ότι ήταν ήδη παντρεμένος. Φαινόταν μπερδεμένη.
Σύντομα, ο Fritz βρέθηκε να κάνει ξανά τον μπάρμαν, βγάζοντας 100 δολάρια την εβδομάδα. Από αυτά, τα 50 πήγαιναν στη Mary Lou για τα παιδιά και τα 20 στη Nancy. Σ' αυτόν έμεναν 30 δολάρια και μετακόμισε στην Ομάχα.
Η Mary Lou πέρασε αρκετούς μήνες στην απομόνωση, αποφεύγοντας τους περίεργους δημοσιογράφους και τον Fritz. Τελικά, αποφάσισε να τον συναντήσει στο Σικάγο, μαζί με τα τέσσερα παιδιά τους. Η συνάντηση χαρακτηρίστηκε φιλική, αν και ο Fritz επέμεινε ότι δεν είχε καμία ανάμνηση της γνωριμίας, του γάμου και της οικογένειας. Επειδή επέμενε ότι ήταν άγνωστοι μεταξύ τους, δεν υπήρχε άλλη επιλογή από το να τον θεωρούν και αυτοί άγνωστο. Η Mary Lou εξέφρασε την ελπίδα ότι ίσως μια μέρα ξαναθυμόταν.
Τελικά, αποδείχθηκε ότι δεν θα υπήρχε χρόνος για τον Fritz να ξαναθυμηθεί. Το 1966 επανεμφανίστηκε ο καρκίνος του, αυτή τη φορά στο συκώτι του. Πέθανε στις 16 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους.
Ο θάνατός του έθεσε το ζήτημα της κηδείας ενός ανθρώπου που είχε ζήσει δύο διαφορετικές ζωές. Στην Ομάχα, έγινε μια τελετή για τον John "Fritz" Johnson. Την επόμενη ημέρα, το σώμα του μεταφέρθηκε στο Άκρον, ώστε να θαφτεί σε έναν οικογενειακό τάφο σαν Lawrence Joseph Bader.
Το ερώτημα αν ο Bader υπέστη κάποιου είδους τραυματισμού κατά τη διάρκεια της καταιγίδας ή είχε κάποιο είδος νευρολογικής διαταραχής, δεν απαντήθηκε ποτέ πλήρως. Λαμβάνοντας υπόψη τις συνθήκες της εξαφάνισής του -την έγκαιρη πληρωμή των ασφαλίστρων, τα αυξανόμενα χρέη του και τον διαφορετικό τρόπο ζωής του στην Ομάχα- φαίνεται πιθανό ο Lawrence Bader να αποφάσισε ότι ήταν παγιδευμένος στη ζωή που είχε και είδε μόνο μία διέξοδο.
Αν έλεγε την αλήθεια ότι είχε 30 χρόνια αναμνήσεων ως Fritz, τότε είναι πιθανό ο Bader να βίωσε ψυχογενή αμνησία, μια σπάνια κατάσταση όπου ένα άτομο δεν έχει καμία ανάμνηση για τη ζωή του λόγω τραύματος ή άγχους. Σε μια κατάσταση, οι πάσχοντες έχουν την ανάγκη να ταξιδεύουν και να εφευρίσκουν μια νέα προσωπικότητα, να μένουν σε μια νέα περιοχή χωρίς να θυμούνται πώς έφτασαν εκεί.
Σε μια ανάλογη περίπτωση, το 2005, εξαφανίστηκε ένας δικηγόρος και πατέρας δύο παιδιών από τη Νέα Υόρκη. Βρέθηκε έξι μήνες αργότερα να ζει σε ένα καταφύγιο αστέγων στο Σικάγο με νέο όνομα. Μόλις ανακαλύφθηκε, η σύζυγός του αποκάλυψε ότι έπασχε από άγχος που σχετιζόταν από την εμπειρία του στο Βιετνάμ, αλλά και επειδή ήταν κοντά στο Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου στις 11 Σεπτεμβρίου.
Είναι μάλλον απίθανο ο Bader να υπέφερε από αμνησία για σχεδόν μια δεκαετία. Σε τέτοιες περιπτώσεις, οι αναμνήσεις δεν χάνονται αλλά είναι άστοχες. Τελικά επιστρέφουν.
Αν και είχε βιώσει μια πλήρη διαγραφή της προηγούμενης ύπαρξής του, παρέμειναν κάποια απομεινάρια. Κατάφερε να διατηρήσει την ικανότητά του στην τοξοβολία. Και ενώ πίστευε ότι το ψευδώνυμό του προέρχονταν από το ορφανοτροφείο, είναι πολύ πιθανό ότι μια συνειδητή μνήμη της προηγούμενης ζωής του είχε εμπνεύσει τη νέα του ζωή. Ως πωλητής μαγειρικών σκευών, το αφεντικό του ήταν ο κος Zepht. Το όνομά του ήταν Fritz.
από: mental floss
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου