Ένα ζεστό απόγευμα μιας Κυριακής του Ιουλίου του 1912, περισσότεροι από 18.000 θεατές περίμεναν ο ένας πάνω στον άλλο τον τερματισμό του Μαραθωνίου στο Ολυμπιακό Στάδιο της Στοκχόλμης. Από τους 68 δρομείς που ξεκίνησαν ώρες νωρίτερα, 32 από αυτούς έπεσαν, ένας πέθανε και ένας απλά εξαφανίστηκε.
Στη Σουηδία, ο Σίζο Κανακούρι θα γινόταν γνωστός ως "ο Ιάπωνας που εξαφανίστηκε", μια θρυλική φιγούρα του οποίου η εξαφάνιση ενέπνευσε τη λογοτεχνία και την τηλεόραση και εμφανίστηκε σε πρωτοσέλιδα. Όμως, ενώ υποτίθεται ότι ήταν αγνοούμενος στη Σουηδία, ο Κανακούρι, στην πατρίδα του τις επόμενες δεκαετίες, έκανε μια μακρά και σεβαστή καριέρα και έγινε γνωστός ως "ο πατέρας του ιαπωνικού μαραθωνίου" χάρη στην αφοσίωσή του στο άθλημα και το έργο του ως μέντορας για γενιές δρομέων.
Πώς κάποιος που "εξαφανίστηκε" σε μια χώρα, σε μια άλλη, ενέπνευσε άλλους στον μαραθώνιο;
Την ημέρα του Ολυμπιακού Μαραθωνίου στη Στοκχόλμη
Αφίσα των θερινών Ολυμπιακών Αγώνων του 1912 στην Στοκχόλμη, σχεδιασμένη από την Olle Hjortzberg - πηγή
Ο Σίζο Κανακούρι -μερικές φορές και Καναγκούρι- ήταν ένας από τους δύο αθλητές που εκπροσωπούσαν την Ιαπωνία στους αγώνες της πέμπτης Ολυμπιάδας στη Στοκχόλμη, στον οποίο εμφανιζόταν για πρώτη φορά η Ιαπωνία. Η απόδοσή του ήταν αναμενόμενη, καθώς μόλις λίγους μήνες νωρίτερα, ο 20χρονος μαθητής φέρεται να έκανε παγκόσμιο ρεκόρ τρέχοντας έναν προκριματικό μαραθωνίου 25 μιλίων σε δύο ώρες και 32 λεπτά.
Όμως, οι συνθήκες του αγώνα μόνο ιδανικές δεν ήταν. Ο Κανακούρι έπρεπε να κάνει ένα δύσκολο ταξίδι 18 ημερών με πλοίο και τρένο για να φτάσει στη Σουηδία. Εκεί, έπρεπε να πολεμήσει με θερμοκρασίες κοντά στους 32°C, μια ασυνήθιστη ζέστη για τη Σουηδία. Και επειδή, το 1912 η επιστήμη της αθλητικής διατροφής δεν ήξερε πολλά για να προετοιμάσει τους αθλητές σε τέτοια στοιχεία, οι δρομείς δεν ήταν καν σωστά ενυδατωμένοι.
Περίπου στα μισά του δρόμου του αγώνα των 25 μιλίων (η σύγχρονη απόσταση του Ολυμπιακού Μαραθωνίου τυποποιήθηκε το 1921), σε ένα προάστιο της Στοκχόλμης, ο εξαντλημένος και υπερθερμασμένος Κανακούρι σταμάτησε να τρέχει. Στο πλάι της διαδρομής, τον βοήθησε μια ντόπια οικογένεια που του παρείχε ψωμάκια, χυμό και ένα μέρος για να ξεκουραστεί. Γρήγορα, πήρε την απόφαση να εγκαταλείψει τον αγώνα και να εξαντληθεί -αργότερα, ένας Πορτογάλος διαγωνιζόμενος που πιέστηκε κατέρρευσε στα μισά του αγώνα και πέθανε στο νοσοκομείο την επόμενη μέρα.
Ο Κανακούρι επέστρεψε ήσυχα στο ολυμπιακό του κατάλυμα και ταξίδεψε πίσω στην Ιαπωνία, με κάποιες πηγές αργότερα να λένε ότι παραμέλησε να ειδοποιήσει τους αξιωματούχους ότι ήταν εντάξει, μιας και, δεν έφτασε ποτέ στην γραμμή του τερματισμού. Αυτό όμως αποδείχθηκε απλά ένα μικρό μειονέκτημα για την καριέρα του. Ο Κανακούρι συνέχισε να προπονείται, να σπάει ρεκόρ και να συμμετέχει σε Ολυμπιακούς Αγώνες, εκείνους του 1920 και του '24. Έγινε πρωταθλητής στο άθλημα και προπόνησε νέους δρομείς στην χώρα του.
Αυτά είναι όσα έκανε ένας άνδρας που "εξαφανίστηκε" κατά τη διάρκεια ενός αγώνα. Αυτό όμως δεν εμπόδισε την εξάπλωση της ιστορίας ενός χαμένου Ιάπωνα δρομέα στη Σουηδία τις επόμενες δεκαετίες.
Ο σουηδικός θρύλος
Ο Κανακούρι επιστρέφοντας στην Ιαπωνία από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1924 - πηγή
Η επίσημη έκθεση των Ολυμπιακών Αγώνων της Στοκχόλμης δεν αναφέρει κανέναν διαγωνιζόμενο μαραθωνοδρόμο, αν και μερικές πηγές αργότερα ισχυρίστηκαν ότι η αστυνομία τον έψαχνε για μερικές εβδομάδες μετά τον αγώνα. Ο θρύλος του λιποτάκτη Κανακούρι άρχισε να διαμορφώνεται στην δεκαετία του 1950, υποστηριζόμενος εν μέρει από έναν Σουηδό αθλητικό δημοσιογράφο, τον Oscar Söderlund, ο οποίος αστειευόμενος είπε στους αναγνώστες του, αν βρήκαν τον Κανακούρι να τρέχει ακόμα στα προάστια της Στοκχόλμης, ώστε να του πουν ότι ο αγώνας τελείωσε και μπορούσε να γυρίσει στην πατρίδα του. Όμως, όπως αποδεικνύεται, δεν ήταν ο μόνος που διαιώνισε τον μύθο.
Το 1953, την ίδια χρονιά που ο Κανακούρι έγινε γνωστό ότι ήταν ο προπονητής του πρωταθλητή του Μαραθωνίου της Βοστώνης, Keizo Yamada, η υποτιθέμενη εξαφάνισή του ενέπνευσε μια συλλογή διηγήσεων στη Σουηδία για άλλους ανθρώπους που είχαν εξαφανιστεί μυστηριωδώς (η συλλογή είναι αφιερωμένη στον Κανακούρι, αλλά δεν εμφανίζεται ως χαρακτήρας). Την επόμενη χρονιά, σύμφωνα με ένα μεταφρασμένο άρθρο του ιστορικού Björn Lundberg, η σουηδική εφημερίδα Svenska Dagbladet έγραψε ένα μικρό άρθρο το οποίο ανέφερε ότι ο Κανακούρι "παρέμεινε στη Σουηδία, πήρε το επώνυμο Svensson, εργάστηκε ως κηπουρός, καπνοδοχοκαθαριστής και αρτοποιός". Οι φήμες για έναν εκτοπισμένο Κανακούρι που περιπλανιέται στη Στοκχόλμη και τα προάστια της θα συνεχιστούν για δεκαετίες.
Ο αθλητικός σχολιαστής A. Lennart Julin έγραψε ότι η ιστορία που περιβάλλει τον δρομέα θα μπορούσε να ήταν απλώς ένα αστείο που είχε αποκτήσει δική του υπόσταση. Υπέθεσε ότι οι ιστορίες για ιαπωνικά "κρησφύγετα" όπου, στρατιώτες σε απομακρυσμένα νησιά του Ειρηνικού συνέχισαν να πολεμούν παρά τη λήξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, βοήθησαν να τροφοδοτήσουν φήμες για έναν Ιάπωνα μαραθωνοδρόμο που χάθηκε στην σουηδική ερημιά.
Ο Lundberg θεωρεί ότι -πιθανότατα- ο μύθος επέζησε για μεγάλο χρονικό διάστημα επειδή οι Ιάπωνες δεν παρακολουθούσαν τις ειδήσεις στη Σουηδία, όπως ακριβώς οι Σουηδοί δεν παρακολουθούσαν τα νέα για τους Ιάπωνες μαραθωνοδρόμους.
Ότι και αν συμβαίνει, η ιστορία φαίνεται να περιορίζεται στα σύνορα της χώρας. Ακόμα και ο ίδιος ο Κανακούρι αγνοούσε τον θρύλο του στο εξωτερικό.
Η ζωή είναι ένας μαραθώνιος
Αυτή η αναμνηστική πινακίδα στο Sollentuna της Σουηδίας, σηματοδοτεί το σημείο όπου το Κανακούρι δέχτηκε βοήθεια από την οικογένεια Petré κατά τη διάρκεια του αγώνα
Όμως, όλοι οι καλοί μύθοι, πρέπει κάποια στιγμή να διαλύονται.
Το 1962, ο δημοσιογράφος Söderlund, στον οποίο άρεσε να διηγείται την ιστορία του Κανακούρι, αποφάσισε να εντοπίσει τον διάσημο Ολυμπιονίκη στην Ιαπωνία. Πέντε χρόνια αργότερα, ο Κανακούρι κλήθηκε να επισκεφτεί το Ολυμπιακό Στάδιο της Στοκχόλμης και, ως διαφημιστικό τέχνασμα, έτρεξε στη γραμμή του τερματισμού, εκεί που δεν έφτασε ποτέ σχεδόν 55 χρόνια πριν.
Εκείνη την ημέρα όμως, δεν υπήρχαν 18.000 θεατές για να πανηγυρίσουν, αλλά ήταν εκεί τα ΜΜΕ για να καταγράψουν την εκδήλωση και να μεταδώσουν την ιστορία του Κανακούρι σε όλο τον κόσμο. Το αποτέλεσμα του απέφερε ένα Ρεκόρ Γκίνες με τον τίτλο τον αστείο τίτλο του "πιο ανθρώπου με το μεγαλύτερο χρόνο ολοκλήρωσης ενός μαραθωνίου" σε 54 χρόνια, 249 ημέρες, 5 ώρες, 32 λεπτά και 20,3 δευτερόλεπτα. Πριν επιστρέψει στην Ιαπωνία, σταμάτησε στο σπίτι που τον βοήθησαν κατά τη διάρκεια του αγώνα. Ο Bengt Petré, ο γιος του τότε οικοδεσπότη, έδωσε στον ηλικιωμένο δρομέα ένα ποτήρι χυμό πορτοκαλιού.
Ο Κανακούρι έζησε μέχρι το 1983, πεθαίνοντας σε ηλικία 92 ετών. Σήμερα, το σπίτι που γεννήθηκε στην πόλη Nagomi είναι μουσείο και ο επικός, διήμερος μαραθώνιος μεταξύ Τόκιο και Χακόνε που ο ίδιος βοήθησε να διεξαχθεί πραγματοποιείται κάθε χρόνο, προσελκύοντας εκατομμύρια Ιάπωνες τηλεθεατές.
Το 2019, μια ιαπωνική μίνι σειρά 48 επεισοδίων σχετικά με το Ολυμπιακό κίνημα στην Ιαπωνία χαρακτήρισε τον Κανακούρι ως έναν από τους δύο κεντρικούς χαρακτήρες. Όμως, και στην Σουηδία τον θυμούνται ακόμα, καθώς, το 2012, ήταν το θέμα μιας ειδικής έκθεσης για τον εορτασμό των 100 χρόνων από τους αγώνες της Στοκχόλμης.
Όταν ο Κανακούρι ολοκλήρωσε τον μαραθώνιο είπε στους δημοσιογράφους, "Ήταν ένας μακρύς αγώνας, αλλά και πάλι, απέκτησα μια γυναίκα, έξι παιδιά και 10 εγγόνια στη διάρκεια του, και ξέρετε, αυτό χρειάζεται χρόνο".
από: mental floss
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου