Ο άγιος Φραγκίσκος Βοργία εκτελεί εξορκισμό. Πίνακας του Γκόγια - πηγή
Η πρακτική της χρήσης θρησκευτικών τελετουργιών για την απελευθέρωση ενός ατόμου από την υποτιθέμενη δαιμονική κατοχή εκτείνεται πριν από χιλιάδες χρόνια και απαντάται σε πολλές θρησκείες. Όταν όμως ακούμε τη λέξη εξορκισμός, πιθανότατα σκεφτόμαστε το ρωμαιοκαθολικό τελετουργικό που διαδόθηκε από την ταινία του 1973 "Ο Εξορκιστής". Στην Αμερική, η πρακτική είχε υποβιβαστεί σε μεγάλο βαθμό στο περιθώριο της δεισιδαιμονίας μέχρι που η ταινία την επανέφερε στο προσκήνιο, δημιουργώντας ένα κύμα ζήτησης που δεν έχει υποχωρήσει.
Δείτε ακόμη:
Η Καθολική Εκκλησία κάποτε προσπάθησε να αποστασιοποιηθεί από την αμφιλεγόμενη πρακτική. Όμως, τα τελευταία χρόνια, την έχει ασπαστεί, με τον Πάπα Φραγκίσκο να αποκαλεί τον εξορκισμό "λεπτή και αναγκαία διακονία". Για να ικανοποιήσει τις αυξανόμενες απαιτήσεις για εξορκισμούς, το Βατικανό προσφέρει πλέον ένα εκπαιδευτικό σεμινάριο διάρκειας μιας εβδομάδας. Οι εκπαιδευόμενοι ιερείς πληρώνουν περίπου 370 δολάρια και στην ιστοσελίδα catholic.org περιγράφεται η επίσημη ιεροτελεστία εξορκισμού.
Όπως αναφέρθηκε ήδη, η πρακτική της εκδίωξης των δαιμόνων από τους ταλαιπωρημένους δεν είναι τελετουργικό μόνο της Καθολικής Εκκλησίας. Έχει γίνει ευρέως αποδεκτή από τις Πεντηκοστιανές εκκλησίες και τους Ευαγγελικούς, οι οποίοι συχνά αναφέρονται στον εξορκισμό ως "διακονία απελευθέρωσης". Οι προτεστάντες ιεραπόστολοι έχουν οδηγήσει στην αυξανόμενη δημοτικότητα της πρακτικής στις αναπτυσσόμενες χώρες, τροφοδοτώντας ένα κύμα δημοτικότητας στην Αφρική, τη Νότια Αμερική, την Ασία και την Καραϊβική.
Στην Αμερική, η πρακτική είναι πιο δημοφιλής από ποτέ, ίσως επειδή η αύξηση των εξορκισμών συνδέεται συχνά με κοινωνική ή πολιτική αναταραχή. Το 2020, ιερείς στο Όρεγκον και την Καλιφόρνια πραγματοποίησαν μαζικούς εξορκισμούς μετά από διαμαρτυρίες για φυλετική δικαιοσύνη. Κατά ειρωνικό τρόπο, η αυξανόμενη δημοτικότητα του εξορκισμού έχει επίσης συνδεθεί με τη μείωση της προσέλευσης στην εκκλησία, η οποία, όπως είπε ένας Αμερικανός ιερέας στο BBC το 2018, μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση των δεισιδαιμονικών πεποιθήσεων και πρακτικών.
Δυστυχώς, ο εξορκισμός έχει μια σκοτεινή πλευρά που δεν έχει καμία σχέση με δαίμονες. Συχνά στερεί την ιατρική θεραπεία από άτομα με ψυχικές ασθένειες ή εθισμό. Τα θύματα ξυλοκοπούνται, λιμοκτονούν, βυθίζονται σε νερό, δέχονται αέρια και καίγονται στα χέρια εξορκιστών. Το 1976, η 23χρονη Anna Elisabeth Michel από τη Βαυαρία πέθανε από υποσιτισμό και αφυδάτωση μετά από απόπειρα εξορκισμού για 11 μήνες. Σύμφωνα με τον Joseph P. Laycock, συγγραφέα του The Penguin Book of Exorcisms, "αυτοί που σκοτώνονται με αυτόν τον τρόπο είναι σχεδόν πάντα παιδιά ή νεαρές γυναίκες".
Όπως αναφέρθηκε ήδη, η πρακτική της εκδίωξης των δαιμόνων από τους ταλαιπωρημένους δεν είναι τελετουργικό μόνο της Καθολικής Εκκλησίας. Έχει γίνει ευρέως αποδεκτή από τις Πεντηκοστιανές εκκλησίες και τους Ευαγγελικούς, οι οποίοι συχνά αναφέρονται στον εξορκισμό ως "διακονία απελευθέρωσης". Οι προτεστάντες ιεραπόστολοι έχουν οδηγήσει στην αυξανόμενη δημοτικότητα της πρακτικής στις αναπτυσσόμενες χώρες, τροφοδοτώντας ένα κύμα δημοτικότητας στην Αφρική, τη Νότια Αμερική, την Ασία και την Καραϊβική.
Στην Αμερική, η πρακτική είναι πιο δημοφιλής από ποτέ, ίσως επειδή η αύξηση των εξορκισμών συνδέεται συχνά με κοινωνική ή πολιτική αναταραχή. Το 2020, ιερείς στο Όρεγκον και την Καλιφόρνια πραγματοποίησαν μαζικούς εξορκισμούς μετά από διαμαρτυρίες για φυλετική δικαιοσύνη. Κατά ειρωνικό τρόπο, η αυξανόμενη δημοτικότητα του εξορκισμού έχει επίσης συνδεθεί με τη μείωση της προσέλευσης στην εκκλησία, η οποία, όπως είπε ένας Αμερικανός ιερέας στο BBC το 2018, μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση των δεισιδαιμονικών πεποιθήσεων και πρακτικών.
Δυστυχώς, ο εξορκισμός έχει μια σκοτεινή πλευρά που δεν έχει καμία σχέση με δαίμονες. Συχνά στερεί την ιατρική θεραπεία από άτομα με ψυχικές ασθένειες ή εθισμό. Τα θύματα ξυλοκοπούνται, λιμοκτονούν, βυθίζονται σε νερό, δέχονται αέρια και καίγονται στα χέρια εξορκιστών. Το 1976, η 23χρονη Anna Elisabeth Michel από τη Βαυαρία πέθανε από υποσιτισμό και αφυδάτωση μετά από απόπειρα εξορκισμού για 11 μήνες. Σύμφωνα με τον Joseph P. Laycock, συγγραφέα του The Penguin Book of Exorcisms, "αυτοί που σκοτώνονται με αυτόν τον τρόπο είναι σχεδόν πάντα παιδιά ή νεαρές γυναίκες".
Οι εξορκισμοί της αποικίας του Νέου Μεξικού, 1764
Τον Ιανουάριο του 1764, ο Ισπανός ιεραπόστολος ονόματι Χουάν Τολέδο έγραψε μια επιστολή στον κυβερνήτη του Νέου Μεξικού περιγράφοντας μια σειρά εξορκισμών που είχε κάνει στον οικισμό, ο οποίος τότε ήταν ισπανική αποικία.
Τα προβλήματα ξεκίνησαν τον Νοέμβριο του '63, με μια ντόπια ονόματι Μαρία Τρουχίγιο. Σύμφωνα με την επιστολή του Τολέδο, η Τρουχίγιο "έπεσε σε μεγάλη θλίψη ακραίας φύσης" μετά από τοκετό και "δεν διασκέδαζε". Σήμερα, μια τέτοια συμπεριφορά θα αναγνωριζόταν ως σημάδια επιλόχειας κατάθλιψης, αλλά για τον Τολέδο αυτό υποδήλωνε δαιμονική κατοχή. "Έμεινε στη μελαγχολική της κατάσταση" μέχρι τα μέσα Δεκεμβρίου, όταν λιποθύμησε μετά από προσευχές, ξύπνησε και "αυτό-εξαντλήθηκε με αφύσικη δύναμη". Στις 18 Δεκεμβρίου, ο Τολέδο έκανε έναν εξορκισμό.
Και άλλοι όμως κάτοικοι παρουσίασαν σημάδια που ο Τολέδο ερμήνευσε ως συμπτώματα κατοχής. Μια νεαρή γυναίκα ονόματι Francisca Barela άκουγε θορύβους από γουρούνια ενώ δεν μπορούσε να δει γουρούνια και βίωσε διάφορα -ρίγη, μυρμήγκιασμα, επιληπτικές κρίσεις και μια συντριπτική αίσθηση τρόμου που δεν μπορούσε να εξηγήσει. Η Barela μεταφέρθηκε στην τοπική ιεραποστολή για βοήθεια και σύμφωνα με τον Τολέδο, η θέα του έκανε τη νεαρή γυναίκα να γίνει βίαιη και να αποκτήσει ένα γκρι χρώμα και να μιμηθεί "τον ήχο από γουρούνια, αγελάδες, κουκουβάγιες και άλλα ζώα". Ο Τολέδο ξόρκισε και αυτήν, και κατά τη διάρκεια του τελετουργικού η Barela υποτίθεται ότι τον προσέβαλε, του επιτέθηκε για την καταγωγή του, ούρλιαξε και πέταξε ένα παπούτσι σε κάποιον. Συνολικά, προτού αποφασίσει τελικά ότι το ξέσπασμα της κατοχής, για το οποίο κατηγόρησε τη μαγεία, είχε τελειώσει, ο Τολέδο έκανε εξορκισμούς σε πέντε γυναίκες και έναν άνδρα.
Τον Ιανουάριο του 1764, ο Ισπανός ιεραπόστολος ονόματι Χουάν Τολέδο έγραψε μια επιστολή στον κυβερνήτη του Νέου Μεξικού περιγράφοντας μια σειρά εξορκισμών που είχε κάνει στον οικισμό, ο οποίος τότε ήταν ισπανική αποικία.
Τα προβλήματα ξεκίνησαν τον Νοέμβριο του '63, με μια ντόπια ονόματι Μαρία Τρουχίγιο. Σύμφωνα με την επιστολή του Τολέδο, η Τρουχίγιο "έπεσε σε μεγάλη θλίψη ακραίας φύσης" μετά από τοκετό και "δεν διασκέδαζε". Σήμερα, μια τέτοια συμπεριφορά θα αναγνωριζόταν ως σημάδια επιλόχειας κατάθλιψης, αλλά για τον Τολέδο αυτό υποδήλωνε δαιμονική κατοχή. "Έμεινε στη μελαγχολική της κατάσταση" μέχρι τα μέσα Δεκεμβρίου, όταν λιποθύμησε μετά από προσευχές, ξύπνησε και "αυτό-εξαντλήθηκε με αφύσικη δύναμη". Στις 18 Δεκεμβρίου, ο Τολέδο έκανε έναν εξορκισμό.
Και άλλοι όμως κάτοικοι παρουσίασαν σημάδια που ο Τολέδο ερμήνευσε ως συμπτώματα κατοχής. Μια νεαρή γυναίκα ονόματι Francisca Barela άκουγε θορύβους από γουρούνια ενώ δεν μπορούσε να δει γουρούνια και βίωσε διάφορα -ρίγη, μυρμήγκιασμα, επιληπτικές κρίσεις και μια συντριπτική αίσθηση τρόμου που δεν μπορούσε να εξηγήσει. Η Barela μεταφέρθηκε στην τοπική ιεραποστολή για βοήθεια και σύμφωνα με τον Τολέδο, η θέα του έκανε τη νεαρή γυναίκα να γίνει βίαιη και να αποκτήσει ένα γκρι χρώμα και να μιμηθεί "τον ήχο από γουρούνια, αγελάδες, κουκουβάγιες και άλλα ζώα". Ο Τολέδο ξόρκισε και αυτήν, και κατά τη διάρκεια του τελετουργικού η Barela υποτίθεται ότι τον προσέβαλε, του επιτέθηκε για την καταγωγή του, ούρλιαξε και πέταξε ένα παπούτσι σε κάποιον. Συνολικά, προτού αποφασίσει τελικά ότι το ξέσπασμα της κατοχής, για το οποίο κατηγόρησε τη μαγεία, είχε τελειώσει, ο Τολέδο έκανε εξορκισμούς σε πέντε γυναίκες και έναν άνδρα.
Ο εξορκισμός του Τζορτζ Λούκινς, 1788
Κάποια στιγμή γύρω στα Χριστούγεννα του 1769, κάποιος ράφτης ονόματι Τζορτζ Λούκινς είχε ντυθεί μωμόγερος στο χωριό του στο Σόμερσετ της Αγγλίας. Η παλιά λαϊκή παράδοση ήθελε τον Λούκινς και τους φίλους του να πηγαίνουν από πόρτα σε πόρτα για να παίξουν ένα θεατρικό με θέμα τα Χριστούγεννα, αλλά όλα σταμάτησαν όταν ο Λούκινς βίωσε αυτό που αργότερα ονόμασε "θείο χαστούκι" που τον άφησε ανήμπορο να γυρίσει με τα πόδια στο σπίτι του. Κάποιοι είπαν ότι το "χαστούκι" προερχόταν από μια δυνατή μπίρα που τους έδωσε ένας από τους οικοδεσπότες. Λίγο αργότερα, ο Λούκινς άρχισε να έχει "παροξυσμούς" που τον καθιστούσαν ανίκανο να εργαστεί και καθιστώντας τον εξαρτημένο από την οικονομική υποστήριξη των συνανθρώπων του στην ενορία του. Το '75, η ενορία έστειλε τον Λούκινς σε νοσοκομείο αλλά οι γιατροί ισχυρίστηκαν ότι δεν μπορούσε να θεραπευτεί και τον έστειλαν πίσω. Ο ίδιος επέμενε ότι του έκαναν μάγια και κατηγόρησε αρκετές ντόπιες για την κατάστασή του, η οποία, σύμφωνα με μάρτυρες, περιελάμβανε σπασμούς, τραγούδια κυνηγετικών τραγουδιών με περίεργες φωνές και "βλασφημία με πολύ φρικτό τρόπου που δεν μπορεί να εκφραστεί".
Για λίγο, ο Λούκινς φάνηκε να βελτιώνεται, αλλά η κατάστασή του χειροτέρεψε το '87. Αυτήν την φορά, είπε ότι ήταν υπό κατοχή και όχι ότι του είχαν κάνει μάγεια. Δήλωσε ότι τον απειλούσαν επτά διάβολοι και γι' αυτό χρειαζόταν επτά ιερείς για να τους ξεφορτωθεί. Ο εφημέριος της Εκκλησίας του Ναού του Μπρίστολ, συμφώνησε να βοηθήσει. Όταν οι συνάδελφοί του ιερείς αρνήθηκαν να συμμετάσχουν, εκείνος στρατολόγησε έξι Μεθοδιστές για να συμπληρώσουν την ομάδα. Την Παρασκευή 13 Ιουνίου του 1788, τελέστηκε δίωρος εξορκισμός και, αντί να χρησιμοποιήσουν ένα επίσημο τελετουργικό, οι ιερείς αυτοσχεδίασαν -υπάρχει αναφορά που λέει ότι "προσεύχονταν, τραγουδούσαν ύμνους και διέταξαν τους δαίμονες να βγουν από το σώμα του Λούκινς στο όνομα του Θεού, του Ιησού και του Αγίου Πνεύματος".
Ό,τι κι αν βασάνιζε τον Λούκινς, ο εξορκισμός φάνηκε να έχει αποτέλεσμα. Την εποχής του Διαφωτισμού, έγινε διάσημος στο Μπρίστολ, του οποίου οι πολίτες διχάζονταν σχετικά με το αν ο Λούκινς, ο οποίος έγινε γνωστός ως "ο Δαιμονισμένος του Yatton" (το χωριό του), ήταν δαιμονισμένος, εξοργισμένος ή απλώς ένας αποτελεσματικός απατεώνας.
Κάποια στιγμή γύρω στα Χριστούγεννα του 1769, κάποιος ράφτης ονόματι Τζορτζ Λούκινς είχε ντυθεί μωμόγερος στο χωριό του στο Σόμερσετ της Αγγλίας. Η παλιά λαϊκή παράδοση ήθελε τον Λούκινς και τους φίλους του να πηγαίνουν από πόρτα σε πόρτα για να παίξουν ένα θεατρικό με θέμα τα Χριστούγεννα, αλλά όλα σταμάτησαν όταν ο Λούκινς βίωσε αυτό που αργότερα ονόμασε "θείο χαστούκι" που τον άφησε ανήμπορο να γυρίσει με τα πόδια στο σπίτι του. Κάποιοι είπαν ότι το "χαστούκι" προερχόταν από μια δυνατή μπίρα που τους έδωσε ένας από τους οικοδεσπότες. Λίγο αργότερα, ο Λούκινς άρχισε να έχει "παροξυσμούς" που τον καθιστούσαν ανίκανο να εργαστεί και καθιστώντας τον εξαρτημένο από την οικονομική υποστήριξη των συνανθρώπων του στην ενορία του. Το '75, η ενορία έστειλε τον Λούκινς σε νοσοκομείο αλλά οι γιατροί ισχυρίστηκαν ότι δεν μπορούσε να θεραπευτεί και τον έστειλαν πίσω. Ο ίδιος επέμενε ότι του έκαναν μάγια και κατηγόρησε αρκετές ντόπιες για την κατάστασή του, η οποία, σύμφωνα με μάρτυρες, περιελάμβανε σπασμούς, τραγούδια κυνηγετικών τραγουδιών με περίεργες φωνές και "βλασφημία με πολύ φρικτό τρόπου που δεν μπορεί να εκφραστεί".
Για λίγο, ο Λούκινς φάνηκε να βελτιώνεται, αλλά η κατάστασή του χειροτέρεψε το '87. Αυτήν την φορά, είπε ότι ήταν υπό κατοχή και όχι ότι του είχαν κάνει μάγεια. Δήλωσε ότι τον απειλούσαν επτά διάβολοι και γι' αυτό χρειαζόταν επτά ιερείς για να τους ξεφορτωθεί. Ο εφημέριος της Εκκλησίας του Ναού του Μπρίστολ, συμφώνησε να βοηθήσει. Όταν οι συνάδελφοί του ιερείς αρνήθηκαν να συμμετάσχουν, εκείνος στρατολόγησε έξι Μεθοδιστές για να συμπληρώσουν την ομάδα. Την Παρασκευή 13 Ιουνίου του 1788, τελέστηκε δίωρος εξορκισμός και, αντί να χρησιμοποιήσουν ένα επίσημο τελετουργικό, οι ιερείς αυτοσχεδίασαν -υπάρχει αναφορά που λέει ότι "προσεύχονταν, τραγουδούσαν ύμνους και διέταξαν τους δαίμονες να βγουν από το σώμα του Λούκινς στο όνομα του Θεού, του Ιησού και του Αγίου Πνεύματος".
Ό,τι κι αν βασάνιζε τον Λούκινς, ο εξορκισμός φάνηκε να έχει αποτέλεσμα. Την εποχής του Διαφωτισμού, έγινε διάσημος στο Μπρίστολ, του οποίου οι πολίτες διχάζονταν σχετικά με το αν ο Λούκινς, ο οποίος έγινε γνωστός ως "ο Δαιμονισμένος του Yatton" (το χωριό του), ήταν δαιμονισμένος, εξοργισμένος ή απλώς ένας αποτελεσματικός απατεώνας.
Ο εξορκισμός της Clara Germana Tele, 1906
Σύμφωνα με μαρτυρίες που έχουν καταγραφεί σε ένα φυλλάδιο, ο εξορκισμός μιας νεαρής κοπέλας της φυλής των Ζούλου, ονόματι Clara Germana Tele (ορισμένες πηγές την αναφέρουν ως "Cele") είναι από τους πιο δραματικούς που έχουν αναφερθεί ποτέ. Ο ιερέας, ο αιδεσιμότατος Erasmus Hoerner, ισχυρίστηκε ότι η Tele αιωρήθηκε αρκετά πόδια στον αέρα, ανέβηκε σε έναν τοίχο, επέδειξε τηλεπαθητικές ικανότητες και καταλάβαινε πολλές γλώσσες. Η αναφορά γίνεται ακόμα πιο εφιαλτική, με ορισμένους μάρτυρες να ισχυρίζονται ότι η Tele μπορούσε να επεκτείνει τα άκρα και τον λαιμό της "σε απίστευτα μήκη".
Κατά τη διάρκεια του τελετουργικού, ο Hoerner είχε την βοήθεια ενός άλλου ιερέα, πολλών μοναχών και "οκτώ μεγάλων, δυνατών κοριτσιών" που επιφορτίστηκαν με τον περιορισμό της Tele. Ο Hoerner ισχυρίζεται ότι η Tele σήκωσε και τις οκτώ στον αέρα, ενώ εκείνη αιωρούνταν. Ο ιερέας αποφάσισε να περάσει χειροπέδες στο κορίτσι, αλλά λέει ότι χρειάστηκαν τρεις ώρες για να ολοκληρώσουν το έργο τους καθώς η Tele έπνιγε, γρονθοκοπούσε και δάγκωνε όποιον την πλησίαζε αρκετά. Τελικά, γύρω στις 9:30 το πρωί της 13ης Σεπτεμβρίου του 1906, ο εξορκισμός κηρύχθηκε επιτυχής. Για να είναι σίγουρος, ο Hoerner την εξόρκισε ξανά εκείνο το βράδυ. Εκείνη συνεργάστηκε με χαρά και την επόμενη χρονιά, όταν τα συμπτώματά της φάνηκαν να επανέρχονται, της έγινε ακόμη ένας εξορκισμός. Αυτός ο εξορκισμός θεωρήθηκε επιτυχής, αλλά η ανάρρωση της Tele ήταν βραχύβια. Πέθανε από φυματίωση έξι χρόνια αργότερα.
Σύμφωνα με μαρτυρίες που έχουν καταγραφεί σε ένα φυλλάδιο, ο εξορκισμός μιας νεαρής κοπέλας της φυλής των Ζούλου, ονόματι Clara Germana Tele (ορισμένες πηγές την αναφέρουν ως "Cele") είναι από τους πιο δραματικούς που έχουν αναφερθεί ποτέ. Ο ιερέας, ο αιδεσιμότατος Erasmus Hoerner, ισχυρίστηκε ότι η Tele αιωρήθηκε αρκετά πόδια στον αέρα, ανέβηκε σε έναν τοίχο, επέδειξε τηλεπαθητικές ικανότητες και καταλάβαινε πολλές γλώσσες. Η αναφορά γίνεται ακόμα πιο εφιαλτική, με ορισμένους μάρτυρες να ισχυρίζονται ότι η Tele μπορούσε να επεκτείνει τα άκρα και τον λαιμό της "σε απίστευτα μήκη".
Κατά τη διάρκεια του τελετουργικού, ο Hoerner είχε την βοήθεια ενός άλλου ιερέα, πολλών μοναχών και "οκτώ μεγάλων, δυνατών κοριτσιών" που επιφορτίστηκαν με τον περιορισμό της Tele. Ο Hoerner ισχυρίζεται ότι η Tele σήκωσε και τις οκτώ στον αέρα, ενώ εκείνη αιωρούνταν. Ο ιερέας αποφάσισε να περάσει χειροπέδες στο κορίτσι, αλλά λέει ότι χρειάστηκαν τρεις ώρες για να ολοκληρώσουν το έργο τους καθώς η Tele έπνιγε, γρονθοκοπούσε και δάγκωνε όποιον την πλησίαζε αρκετά. Τελικά, γύρω στις 9:30 το πρωί της 13ης Σεπτεμβρίου του 1906, ο εξορκισμός κηρύχθηκε επιτυχής. Για να είναι σίγουρος, ο Hoerner την εξόρκισε ξανά εκείνο το βράδυ. Εκείνη συνεργάστηκε με χαρά και την επόμενη χρονιά, όταν τα συμπτώματά της φάνηκαν να επανέρχονται, της έγινε ακόμη ένας εξορκισμός. Αυτός ο εξορκισμός θεωρήθηκε επιτυχής, αλλά η ανάρρωση της Tele ήταν βραχύβια. Πέθανε από φυματίωση έξι χρόνια αργότερα.
Ο εξορκισμός της Emma Schmidt, 1928
Το 1928, ο εξορκισμός μιας 46χρονης γυναίκας σε ένα μοναστήρι του Earling της Αϊόβα είναι μια από τις πιο γνωστές περιπτώσεις στην Αμερική. Κάποιοι αναφέρονται στη γυναίκα με το ψευδώνυμο "Anna Ecklund", αλλά το πραγματικό της όνομα πιστεύεται ότι είναι Emma Schmidt. Ένας καπουτσίνος μοναχός ονόματι Theophilus Riesinger φέρεται να διεξήγαγε το τελετουργικό κατά τη διάρκεια 23 ημερών.
Η υπόθεση αναφέρθηκε λεπτομερώς σε ένα γερμανικό φυλλάδιο του 1935 και καταγράφηκε σε ένα τεύχος του 1936 του περιοδικού Time. Ορισμένοι από τους πιο θεαματικούς ισχυρισμούς θα είναι γνωστοί σε όποιον έχει δει τον Εξορκιστή. Η Schmidt υποτίθεται ότι αιωρήθηκε, ήταν δεμένη σε ένα κρεβάτι και, σύμφωνα με έναν από τους συνεργάτες του Riesinger, έκανε εμετό "ποσότητες που ήταν ανθρωπίνως αδύνατες για ένα κανονικό ον", ενώ η αφήγηση γίνεται ολοένα και πιο τραβηγμένη -όταν άρχισε ο εξορκισμός, η Schmidt πέταξε από το κρεβάτι, "προσγειώθηκε ψηλά πάνω από την πόρτα του δωματίου και κόλλησε στον τοίχο σαν γάτα".
Ένα μοναδικό πράγμα σχετικά με τον εξορκισμό της, όπως έχει γίνει γνωστό, είναι η φύση των οντοτήτων που υποτίθεται ότι την κατείχαν. Εκτός από τους απαιτούμενους δαίμονες, τα βασανιστικά πνεύματα λέγεται ότι περιελάμβαναν τον νεκρό πατέρα της και τον παιδοκτόνο εραστή της. Μέσω της Schmidt, ο πατέρας φέρεται να "ομολόγησε" ότι είχε διαπράξει σεξουαλικές επιθέσεις στην κόρη του, με αποτέλεσμα ορισμένοι να αναρωτηθούν αν η κακοποίηση ήταν η ρίζα των βασανιστηρίων της.
Στις 23 Δεκεμβρίου του 1928, η Schmidt κηρύχθηκε απαλλαγμένη από τους δαίμονες, αλλά υπάρχει ένα περίεργο υστερόγραφο στην ιστορία. Όπως αποδεικνύεται, ο εξορκισμός του '28 δεν ήταν ούτε η πρώτη φορά που ο Riesinger προσπάθησε να απαλλάξει την Schmidt από τους δαίμονες, ούτε η τελευταία. Ο Riesinger την είχε εξορκίσει για πρώτη φορά στη Νέα Υόρκη το '08. Οι δυο τους φέρεται να ήρθαν κοντά και τα επόμενα χρόνια, ο ιερέας την εξόρκισε πολλές φορές, με την Schmidt να ταξιδεύει σε οποιαδήποτε πολιτεία βρισκόταν ο Riesinger.
Η υπόθεση αναφέρθηκε λεπτομερώς σε ένα γερμανικό φυλλάδιο του 1935 και καταγράφηκε σε ένα τεύχος του 1936 του περιοδικού Time. Ορισμένοι από τους πιο θεαματικούς ισχυρισμούς θα είναι γνωστοί σε όποιον έχει δει τον Εξορκιστή. Η Schmidt υποτίθεται ότι αιωρήθηκε, ήταν δεμένη σε ένα κρεβάτι και, σύμφωνα με έναν από τους συνεργάτες του Riesinger, έκανε εμετό "ποσότητες που ήταν ανθρωπίνως αδύνατες για ένα κανονικό ον", ενώ η αφήγηση γίνεται ολοένα και πιο τραβηγμένη -όταν άρχισε ο εξορκισμός, η Schmidt πέταξε από το κρεβάτι, "προσγειώθηκε ψηλά πάνω από την πόρτα του δωματίου και κόλλησε στον τοίχο σαν γάτα".
Ένα μοναδικό πράγμα σχετικά με τον εξορκισμό της, όπως έχει γίνει γνωστό, είναι η φύση των οντοτήτων που υποτίθεται ότι την κατείχαν. Εκτός από τους απαιτούμενους δαίμονες, τα βασανιστικά πνεύματα λέγεται ότι περιελάμβαναν τον νεκρό πατέρα της και τον παιδοκτόνο εραστή της. Μέσω της Schmidt, ο πατέρας φέρεται να "ομολόγησε" ότι είχε διαπράξει σεξουαλικές επιθέσεις στην κόρη του, με αποτέλεσμα ορισμένοι να αναρωτηθούν αν η κακοποίηση ήταν η ρίζα των βασανιστηρίων της.
Στις 23 Δεκεμβρίου του 1928, η Schmidt κηρύχθηκε απαλλαγμένη από τους δαίμονες, αλλά υπάρχει ένα περίεργο υστερόγραφο στην ιστορία. Όπως αποδεικνύεται, ο εξορκισμός του '28 δεν ήταν ούτε η πρώτη φορά που ο Riesinger προσπάθησε να απαλλάξει την Schmidt από τους δαίμονες, ούτε η τελευταία. Ο Riesinger την είχε εξορκίσει για πρώτη φορά στη Νέα Υόρκη το '08. Οι δυο τους φέρεται να ήρθαν κοντά και τα επόμενα χρόνια, ο ιερέας την εξόρκισε πολλές φορές, με την Schmidt να ταξιδεύει σε οποιαδήποτε πολιτεία βρισκόταν ο Riesinger.
Ο εξορκισμός του Roland Doe, 1949
Το 1949, Ιησουίτες ιερείς δούλευαν επί εβδομάδες για να απελευθερώσουν από δαιμονική κατοχή ένα 14χρονο αγόρι από το Μέριλαντ, γνωστό ως Roland Doe. Η κάλυψη της υπόθεσης από τις εφημερίδες ενέπνευσε τον Γουίλιαμ Πίτερ Μπλάτι να γράψει το μυθιστόρημά του του "Ο Εξορκιστής".
Τον Ιανουάριο του 1949, η οικογένεια Doe άρχισε να ακούει περίεργους ήχους. Υπέθεσαν ότι οι θόρυβοι που προέρχονταν από τους τοίχους και την οροφή του σπιτιού ήταν έργο αρουραίων, αλλά οι εξολοθρευτές δεν μπορούσαν να βρουν κανένα στοιχείο. Σύντομα, η οικογένεια ισχυρίστηκε ότι βίωσε άλλα τρομακτικά φαινόμενα, όπως ανεξήγητα βήματα, κινήσεις επίπλων και πιάτων με δική τους βούληση και το βίαιο τίναγμα του κρεβατιού του έφηβου γιου τους. Η δραστηριότητα φαινόταν να επικεντρώνεται στον Roland, ακόμη και όταν εκείνος έμενε με γείτονες. Φαίνεται ότι η θεία του αγοριού, η οποία ήταν μέντιουμ, είχε πεθάνει πρόσφατα και αναρωτήθηκαν αν τους στοίχειωνε. Η οικογένεια έκανε έκκληση σε έναν Λουθηρανό ιερέα με έδρα την Ουάσινγκτον, ο οποίος τους συμβούλεψε να δουν έναν καθολικό ιερέα. Ο πατέρας E. Albert Hughes προσπάθησε ανεπιτυχώς να ξορκίσει τον Roland. Το αγόρι φέρεται να έσπασε ένα ελατήριο από το στρώμα του κρεβατιού του και να επιτέθηκε με αυτό στον ιερέα, κόβοντάς του το χέρι.
Τελικά, ο Roland και η μητέρα του έφυγαν από το σπίτι και ταξίδεψαν στο Σεντ Λούις για να επισκεφτούν συγγενείς, ελπίζοντας να ξεφύγουν από οτιδήποτε τους ενοχλούσε. Ενώ βρίσκονταν στο Μιζούρι, αρκετοί Ιησουίτες ιερείς, συμπεριλαμβανομένου του πατήρ William Bowdern, του πατήρ Walter Halloran και του αιδεσιμότατου William Van Roo, προσπάθησαν να απελευθερώσουν το αγόρι από τον δαίμονα που υποτίθεται ότι τον είχε κυριεύσει. Καθ' όλη τη διάρκεια του τελετουργικού, οι ιερείς ισχυρίστηκαν ότι έβλεπαν λέξεις και εικόνες να εμφανίζονται στο σώμα του αγοριού με τη μορφή αυθόρμητων γρατσουνιών. Κάποια στιγμή, ο Roland έσπασε τη μύτη του Halloran. Ο εξορκισμός συνεχίστηκε επί νύχτες -ο Roland φαινόταν φυσιολογικός την ημέρα- μέχρι τις 18 Απριλίου του '49, όταν το παιδί φάνηκε να θεραπεύεται απότομα. Έζησε μια ήσυχη ζωή, απαλλαγμένος από οποιαδήποτε κατάσταση τον οδήγησε στον περιβόητο εξορκισμό.
Το 1949, Ιησουίτες ιερείς δούλευαν επί εβδομάδες για να απελευθερώσουν από δαιμονική κατοχή ένα 14χρονο αγόρι από το Μέριλαντ, γνωστό ως Roland Doe. Η κάλυψη της υπόθεσης από τις εφημερίδες ενέπνευσε τον Γουίλιαμ Πίτερ Μπλάτι να γράψει το μυθιστόρημά του του "Ο Εξορκιστής".
Τον Ιανουάριο του 1949, η οικογένεια Doe άρχισε να ακούει περίεργους ήχους. Υπέθεσαν ότι οι θόρυβοι που προέρχονταν από τους τοίχους και την οροφή του σπιτιού ήταν έργο αρουραίων, αλλά οι εξολοθρευτές δεν μπορούσαν να βρουν κανένα στοιχείο. Σύντομα, η οικογένεια ισχυρίστηκε ότι βίωσε άλλα τρομακτικά φαινόμενα, όπως ανεξήγητα βήματα, κινήσεις επίπλων και πιάτων με δική τους βούληση και το βίαιο τίναγμα του κρεβατιού του έφηβου γιου τους. Η δραστηριότητα φαινόταν να επικεντρώνεται στον Roland, ακόμη και όταν εκείνος έμενε με γείτονες. Φαίνεται ότι η θεία του αγοριού, η οποία ήταν μέντιουμ, είχε πεθάνει πρόσφατα και αναρωτήθηκαν αν τους στοίχειωνε. Η οικογένεια έκανε έκκληση σε έναν Λουθηρανό ιερέα με έδρα την Ουάσινγκτον, ο οποίος τους συμβούλεψε να δουν έναν καθολικό ιερέα. Ο πατέρας E. Albert Hughes προσπάθησε ανεπιτυχώς να ξορκίσει τον Roland. Το αγόρι φέρεται να έσπασε ένα ελατήριο από το στρώμα του κρεβατιού του και να επιτέθηκε με αυτό στον ιερέα, κόβοντάς του το χέρι.
Τελικά, ο Roland και η μητέρα του έφυγαν από το σπίτι και ταξίδεψαν στο Σεντ Λούις για να επισκεφτούν συγγενείς, ελπίζοντας να ξεφύγουν από οτιδήποτε τους ενοχλούσε. Ενώ βρίσκονταν στο Μιζούρι, αρκετοί Ιησουίτες ιερείς, συμπεριλαμβανομένου του πατήρ William Bowdern, του πατήρ Walter Halloran και του αιδεσιμότατου William Van Roo, προσπάθησαν να απελευθερώσουν το αγόρι από τον δαίμονα που υποτίθεται ότι τον είχε κυριεύσει. Καθ' όλη τη διάρκεια του τελετουργικού, οι ιερείς ισχυρίστηκαν ότι έβλεπαν λέξεις και εικόνες να εμφανίζονται στο σώμα του αγοριού με τη μορφή αυθόρμητων γρατσουνιών. Κάποια στιγμή, ο Roland έσπασε τη μύτη του Halloran. Ο εξορκισμός συνεχίστηκε επί νύχτες -ο Roland φαινόταν φυσιολογικός την ημέρα- μέχρι τις 18 Απριλίου του '49, όταν το παιδί φάνηκε να θεραπεύεται απότομα. Έζησε μια ήσυχη ζωή, απαλλαγμένος από οποιαδήποτε κατάσταση τον οδήγησε στον περιβόητο εξορκισμό.
Ο εξορκισμός της Gina, 1991
Στις 4 Απριλίου του 1991, υπολογίζεται ότι 29 εκατομμύρια άνθρωποι συντονίστηκαν στη δημοφιλή ειδησεογραφική εκπομπή 20/20 του ABC για να παρακολουθήσουν τον εξορκισμό μιας 16χρονης κοπέλας, της Gina. Δύο καθολικοί ιερείς ηγήθηκαν του τελετουργικού, το οποίο έλαβε χώρα σε ένα μοναστήρι της Φλόριντα και φέρεται να διήρκεσε έξι ώρες. Ένας ιερέας αναφέρθηκε απλώς ως "Πατήρ Α", ενώ ο άλλος ήταν ο αιδεσιμότατος James J. LeBar, ο οποίος είχε εμφανιστεί σε ένα αμφιλεγόμενο ειδικό επεισόδιο το '88 και έγραψε ένα βιβλίο το '89. Ο LeBar υποτίθεται ότι διεξήγαγε έρευνα έξι μηνών και διαπίστωσε ότι η Gina, η οποία είχε νοσηλευτεί στο παρελθόν λόγω ψυχωτικών επεισοδίων, ήταν δαιμονισμένη.
Ήταν ένα από τα πιο δημοφιλή επεισόδια στην ιστορία της σειράς. Δεν ήταν ακριβώς ο Εξορκιστής -αν και αργότερα ο LeBar ισχυρίστηκε ότι η Gina, αν δεν ήταν δεμένη, θα μπορούσε να είχε σηκώθηκε στο- αλλά αυτό που εκτυλίχθηκε ήταν σίγουρα ανησυχητικό. Η κοπέλα γρύλιζε, χτυπούσε παρά τα δεσμά της, έβριζε τους ιερείς και μιλούσε σε διάφορες γλώσσες. Ο πατήρ Α και ο LeBar διαπίστωσαν ότι βασανιζόταν όχι από μία δαιμονική δύναμη, αλλά από πολλές. Μέχρι το τέλος της δοκιμασίας, δύο από τις οντότητες, η Zion και η Minga, υποτίθεται ότι είχαν εκδιωχθεί και η Gina φαινόταν να αισθάνεται καλύτερα. Σύντομα, μπήκε ξανά στο νοσοκομείο και έλαβε θεραπεία με αντιψυχωτικά φάρμακα και όχι με αγιασμό. Τον επόμενο χρόνο, ο LeBar διορίστηκε επικεφαλής εξορκιστής της αρχιεπισκοπής της Νέας Υόρκης.
Στις 4 Απριλίου του 1991, υπολογίζεται ότι 29 εκατομμύρια άνθρωποι συντονίστηκαν στη δημοφιλή ειδησεογραφική εκπομπή 20/20 του ABC για να παρακολουθήσουν τον εξορκισμό μιας 16χρονης κοπέλας, της Gina. Δύο καθολικοί ιερείς ηγήθηκαν του τελετουργικού, το οποίο έλαβε χώρα σε ένα μοναστήρι της Φλόριντα και φέρεται να διήρκεσε έξι ώρες. Ένας ιερέας αναφέρθηκε απλώς ως "Πατήρ Α", ενώ ο άλλος ήταν ο αιδεσιμότατος James J. LeBar, ο οποίος είχε εμφανιστεί σε ένα αμφιλεγόμενο ειδικό επεισόδιο το '88 και έγραψε ένα βιβλίο το '89. Ο LeBar υποτίθεται ότι διεξήγαγε έρευνα έξι μηνών και διαπίστωσε ότι η Gina, η οποία είχε νοσηλευτεί στο παρελθόν λόγω ψυχωτικών επεισοδίων, ήταν δαιμονισμένη.
Ήταν ένα από τα πιο δημοφιλή επεισόδια στην ιστορία της σειράς. Δεν ήταν ακριβώς ο Εξορκιστής -αν και αργότερα ο LeBar ισχυρίστηκε ότι η Gina, αν δεν ήταν δεμένη, θα μπορούσε να είχε σηκώθηκε στο- αλλά αυτό που εκτυλίχθηκε ήταν σίγουρα ανησυχητικό. Η κοπέλα γρύλιζε, χτυπούσε παρά τα δεσμά της, έβριζε τους ιερείς και μιλούσε σε διάφορες γλώσσες. Ο πατήρ Α και ο LeBar διαπίστωσαν ότι βασανιζόταν όχι από μία δαιμονική δύναμη, αλλά από πολλές. Μέχρι το τέλος της δοκιμασίας, δύο από τις οντότητες, η Zion και η Minga, υποτίθεται ότι είχαν εκδιωχθεί και η Gina φαινόταν να αισθάνεται καλύτερα. Σύντομα, μπήκε ξανά στο νοσοκομείο και έλαβε θεραπεία με αντιψυχωτικά φάρμακα και όχι με αγιασμό. Τον επόμενο χρόνο, ο LeBar διορίστηκε επικεφαλής εξορκιστής της αρχιεπισκοπής της Νέας Υόρκης.
από: mental floss
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου