Παρασκευή 29 Σεπτεμβρίου 2023

Οι μαζικές δολοφονίες με την παρακεταμόλη του 1982 στο Σικάγο - Μέρος 4ο


Την ημέρα που ο Μπάρτον και ο Μουρ έφτασαν στο Σικάγο, η έρευνα για το Tylenol ήταν σε πλήρη εξέλιξη.
 
 
 
Τους συνέστησαν αμέσως στην Ειδική Ομάδα του φαρμάκου. Ο Μπάρτον ανυπομονούσε να πει στην αστυνομία και στο FBI για το παρελθόν του Τζέιμς Λιούις. Είχε φέρει μαζί του μέχρι και το βαρούλκο από την υπόθεση Γουέστ, ελπίζοντας ότι το FBI θα μπορούσε να αναγνωρίσει κάποιο δακτυλικό αποτύπωμα με την ανώτερη τεχνολογία του. Ο Μουρ στάλθηκε στο εγκληματολογικό στα κεντρικά γραφεία του FBI στο Κουάντικο της Βιρτζίνια, μαζί με το βαρούλκο.

Μέχρι εκείνη τη στιγμή, ο συντονισμός μεταξύ των πολλών υπηρεσιών που συμμετείχαν στην έρευνα του Tylenol ήταν ομαλή. Είχαν γίνει μερικές συλλήψεις, αλλά δεν οδήγησαν πουθενά. Ο Τζον Ντάγκλας, ο θρυλικός αναλυτής συμπεριφοράς του FBI, υποψιάστηκε ότι ο δράστης του φαρμάκου θα προσπαθούσε να παρακολουθήσει την έρευνα του εγκλήματος από απόσταση. Ο καλύτερος τρόπος για να γίνει αυτό ήταν να διαβάζεις αναφορές στις τοπικές εφημερίδες του Σικάγο, κάτι που μπορούσε να γίνει μόνο από μακριά στις δημόσιες βιβλιοθήκες. Η ομάδα εργασίας δημιούργησε αφίσες και τις έστειλε σε δημόσιες βιβλιοθήκες σε όλη τη χώρα.

Μετά την άφιξη του Μπάρτον, ο γενικός εισαγγελέας Φάνερ ανακοίνωσε σε συνέντευξη Τύπου ότι έπαιρνε στα σοβαρά τη συμμετοχή του Λιούις στην υπόθεση δολοφονίας στο Κάνσας Σίτι, ακόμα κι αν δεν ήταν απόδειξη ότι ήταν ο δολοφόνος με το Tylenol. Παρέμενε όμως μια αινιγματική -και κρίσιμη- ερώτηση για τον Λιούις: Είχε προσπαθήσει να χρησιμοποιήσει την φρικτή τραγωδία του Tylenol απλώς για να εκδικηθεί τον ΜακΚέι, ή είχε δημιούργησε ο ίδιος την τραγωδία;
 
Η Λιάν Λιούις
 
Καθώς οι ερευνητές έσκαβαν βαθύτερα, έμαθαν ότι η Λιάν Λιούις, ως Νάνσυ Ρίτσαρντσον, είχε πάρει πολλούς προσημειωμένους φακέλους από το γραφείο του ΜακΚέι πριν κλείσει. Είχε επίσης κλέψει μερικά κενά αεροπορικά εισιτήρια που μπορούσε έπειτα να γράψει χειρόγραφα η ίδια και να τα χρησιμοποιήσει για να ταξιδέψει οπουδήποτε εντός των ΗΠΑ (το 1982, δεν υπήρχε απαίτηση ταυτότητας για ταξίδια στο εσωτερικό. Ως εκ τούτου, ήξερε ότι μπορούσε να επιλέξει έναν προορισμό και να είναι η Λιάν, η Νάνσυ ή οποιαδήποτε άλλη).

Οι πράκτορες του FBI πήγαν στο Αμαρίλο, μια πόλη στο βόρειο μέρος του Τέξας, όπου, λίγο πριν από τις δολοφονίες με το Tylenol, οι Ρίτσαρντσον είχαν πει σε φίλους ότι πήγαιναν. Εκεί, ανακάλυψαν μια γυναίκα που όντως ονομαζόταν Νάνσυ Ρίτσαρντσον. Δεν είχε συναντήσει ποτέ τον Τζιμ ή τη Λιάν, τους είπε, και η διεύθυνση που της έδειξαν οι ομοσπονδιακοί ήταν ενός διαμερίσματος από το οποίο είχε μετακομίσει πριν από δύο χρόνια. Ωστόσο, η Λιάν χρησιμοποιούσε την άδεια οδήγησής της.

Όσα περισσότερα μάθαιναν οι ερευνητές για τον Λιούις, τόσο περισσότερο τα κομμάτια άρχισαν να ταιριάζουν μεταξύ τους. Ο Λιούις είχε δύσκολη παιδική ηλικία και, όπως ήταν αναμενόμενο, άλλη ταυτότητα. Γεννήθηκε το 1946 ως Theodore Elmer Wilson στο Μέμφις του Τενεσί, αλλά, πριν κλείσει τα 3, ο πατέρας του εγκατέλειψε την οικογένεια. Αργότερα, αυτός και οι αδερφές του δόθηκαν σε ανάδοχη οικογένεια γιατί η μητέρα τους τους εγκατέλειψε σε ένα μοτέλ. Τελικά, τον υιοθέτησαν οι Φλόιντ και Σαρλότ Λιούις, οι οποίοι τον ονόμασαν Τζέιμς Ουίλιαμ Λιούις. Όταν ο Τζέιμς ήταν 12 ετών, ο Φλόιντ πέθανε -εξαιτίας του νερού που δηλητηριαζόταν από τα κοντινά ορυχεία του Cave Junction- και, έξι χρόνια αργότερα, η μητέρα του ξαναπαντρεύτηκε. Κατά τη διάρκεια ενός καυγά, ο Τζέιμς φέρεται να έσπασε τα πλευρά του πατριού του και να απείλησε τη μητέρα του με ένα τσεκούρι.

Πήγε στο κολέγιο, όπου γνώρισε και αργότερα παντρεύτηκε τη Λιάν Μίλλερ. Μετά την αποφοίτησή τους, και οι δύο εργάστηκαν ως ελεύθεροι επαγγελματίες λογιστές και στη συνέχεια άνοιξαν την Lewis & Lewis Business Tax Service στο Κάνσας Σίτι.

Στις 27 Οκτωβρίου, η Chicago Tribune έλαβε μια επιστολή από τον Ρόμπερτ Ρίτσαρντσον μαζί με έναν φάκελο με υποτιθέμενες αποδείξεις για το έγκλημα του ΜακΚέι.

Όπως πιθανότατα μαντέψατε, η σύζυγός μου και εγώ δεν έχουμε διαπράξει τις δολοφονίες στην περιοχή του Σικάγο με το Tylenol. Δεν κυκλοφορούμε σκοτώνοντας ανθρώπους. Δεν το κάναμε ποτέ και ούτε πρόκειται να το κάνουμε. Σε αντίθεση με τις αναφορές, δεν είμαστε οπλισμένοι. Δεν κουβαλάμε ποτέ όπλα, ανεξάρτητα από το πόσο περίεργες είναι οι αναφορές της αστυνομίας και του FBI.

Στη χώρα μας, τα όπλα είναι για δύο αρκετά παρόμοια είδη νοοτροπιών: (1) τους εγκληματίες και (2) τους αστυνομικούς.
 
Δεν είμαστε τίποτα από τα δύο.

Ρόμπερτ Ρίτσαρντσον

Στο βαρούλκο που στάλθηκε στο Κουάντικο εντοπίστηκε μια ακριβή αντιστοιχία με το δακτυλικό αποτύπωμα του Τζέιμς Λιούις. Αν ο Μπάρτον και η ομάδα του Tylenol μπορούσαν να τον έχουν υπό κράτηση, υπήρχε ελπίδα ότι θα μπορούσε να καταδικαστεί και για τη δολοφονία του Γουέστ. Λίγο μετά την επιστροφή του Μπάρτον από το Σικάγο και μέρες πριν από την Ημέρα των Ευχαριστιών, ο εκδότης της Kansas City Star έλαβε μια άλλη επιστολή με τίτλο "Ένα ηθικό δίλημμα". Οι επτά σελίδες του, αυτή τη φορά με την υπογραφή "Τζέιμς Λιούις", περιελάμβαναν πολλές προσωπικές λεπτομέρειες για τη ζωή και την κοσμοθεωρία του Λιούις. "Μεγάλωσα σε ένα λόφο στο νότιο Μισούρι. Τότε η ζωή ήταν σχετικά απλή. Οι αξίες του σωστού και του λάθους ήταν ξεκάθαρες. Ο νόμος έπρεπε να τηρηθεί. Έπρεπε να υπακούν και να σέβονται τον σερίφη".

Στην επιστολή του προς την Star, ο Λιούις απέφυγε οποιαδήποτε αναφορά στον Tylenol, αν και ήταν σαφές ότι παρακολουθούσε τις εξελίξεις της υπόθεσης παρά το ότι ήταν άφαντος, συμπεριλαμβανομένης της εμπλοκής του παλιού του εχθρού Ντέιβιντ Μπάρτον. Σε κάποιο σημείο της επιστολής έγραψε, "Να ανοίξουμε ξανά την υπόθεση Ρέιμοντ Γουέστ; Ακούγεται υπέροχη ιδέα. Γιατί η αστυνομία άργησε τόσο πολύ να έρθει στα συγκαλά της;".

Χωρίς να το γνωρίζουν οι ερευνητές, το ζεύγος Λιούις βρίσκονταν στη Νέα Υόρκη, όπου είχαν πάει αμέσως μετά την αναχώρησή τους από το Σικάγο. Παρόλο που ήταν αντικείμενο πανεθνικού ανθρωποκυνηγητού, έκαναν ελάχιστη προσπάθεια να κρυφτούν. Η Λιάν είχε ήδη εξασφαλίσει μια άλλη δουλειά ως λογίστρια και ως Κάρολ Βάγκνερ. Ο Τζιμ, που τώρα χρησιμοποιεί το ψευδώνυμο Μπομπ Βάγκνερ, τη συναντούσε μετά τη δουλειά κάθε μέρα και πήγαιναν με τα πόδια στο ξενοδοχείο όπου έμεναν.

Στις 13 Δεκεμβρίου, ένας βιβλιοθηκάριος στο κεντρικό υποκατάστημα της δημόσιας βιβλιοθήκης της Νέας Υόρκης εντόπισε έναν άνδρα που ταίριαζε με την περιγραφή του Λιούις και ο οποίος διάβαζε εφημερίδες εκτός πόλης. Αμέσως, κατέφτασαν στην περιοχή ντετέκτιβ του NYPD και ο ντετέκτιβ Vincent Piazza έτρεξε μέσα και τον συνέλαβε. Τα νέα διαδόθηκαν γρήγορα και η Λιάν ήξερε ότι ήταν η επόμενη. Τηλεφώνησε στους γονείς της στο Μιζούρι, οι οποίοι κάλεσαν δύο εξέχοντες δικηγόρους του Σικάγο, τον Μάικλ Μόνικο και τον Μπάρι Σπέβακ, για να βοηθήσουν στην παράδοσή της.

Η Λιάν μεταφέρθηκε στο Σικάγο και τέθηκε υπό την κράτηση του τότε βοηθού εισαγγελέα Jeremy Margolis. Κρατήθηκε για λίγο με την κατηγορία της χρήσης πλαστής κάρτας κοινωνικής ασφάλισης. Ενώ βρισκόταν υπό κράτηση, της έγινε τεστ σε πολύγραφο, το οποίο αποκάλυψε εξαπάτηση σε δύο βασικές απαντήσεις:

Ερώτηση 1: "Επιστρέψατε ποτέ στο Σικάγο αφού μετακομίσατε στη Νέα Υόρκη;"
Απάντηση: "Όχι".

Ερώτηση 2: "Ξέρετε ποιος έβαλε το κυάνιο στο Tylenol;"
Απάντηση: "Όχι".

Ο Τζέιμς Λιούις αρνήθηκε τον πολύγραφο. Κρατήθηκε στο Metropolitan Correctional Center στο Σικάγο για απόπειρα εκβιασμού. Η Λιάν αφέθηκε ελεύθερη και η κατηγορία εναντίον της αποσύρθηκε. Ήθελαν τον Λιούις και ο πολύγραφος δεν ήταν αρκετός για να καταδικάσει την Λιάν για ένα τόσο τεράστιο έγκλημα.

Οι Φάνερ και Ζάγκελ ήταν πεπεισμένοι ότι ο Λιούις είχε διαπράξει τους φόνους με το Tylenol. Όλο αυτό το διάστημα, ήταν ο μόνος που είχε αναλάβει οποιαδήποτε ευθύνη. Προσπάθησαν να μεγεθύνουν την φωτογραφία από το φαρμακείο, αλλά όσο μεγαλύτερη γινόταν, τόσο περισσότερο θόλωνε το πρόσωπο. Δεν μπορούσαν να βρουν δακτυλικά αποτυπώματα σε κανένα από τα δηλητηριασμένα μπουκάλια. Καθώς πλησίαζε η δίκη, ο Φάνερ και οι εισαγγελείς του -Jeremy Margolis, Cynthia Giacchetti και Dan Webb- έπρεπε να κάνουν μια κρίσιμη επιλογή: να προχωρήσουν στην υπόθεση του εκβιασμού που ήταν σίγουροι ότι θα μπορούσαν να κερδίσουν -ή να χάσουν- τα πάντα προσπαθώντας να αποδείξουν τη μαζική δολοφονία χωρίς συγκεκριμένα στοιχεία. Πιθανότατα, ο Λιούις θα καταδικαζόταν σε 30 χρόνια για τις κατηγορίες απάτης αλληλογραφίας, αλλά αν μπορούσαν να τον καταδικάσουν ακόμη μια δεκαετία για εκβιασμό, δε θα έβγαινε έξω μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του '70 -αν και υπήρχε ακόμη η αμυδρή ελπίδα ότι τελικά μπορούσε να διωχθεί και για τη δολοφονία και τον τεμαχισμό του Γουέστ. Πήραν την οδυνηρή αλλά πιο ασφαλή απόφαση να τον κατηγορήσουν για εκβιασμό.

Η ομάδα υπεράσπισης του Λιούις υποψιάστηκε ότι μπορεί να είχε κάνει τις δολοφονίες με το Tylenol, αλλά η δουλειά τους ήταν να τον κρατήσουν έξω από τη φυλακή, ή καλύτερα, να τον βγάλουν από τη φυλακή όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Αν και στην επιστολή του είχε ομολογήσει την δηλητηρίαση του Tylenol, συμπεριλαμβανομένων λεπτομερειών για τον τύπο του κυανίου που χρησιμοποιήθηκε, και ζητούσε ένα εκατομμύριο δολάρια, αν μπορούσαν να αποδείξουν ότι προσπαθούσε απλώς να πάρει εκδίκηση για την σύζυγό του, ίσως μπορούσαν να σταματήσουν τον εκβιασμό και την γλυτώσει με μικρότερη ποινή. Ο Μόνικο αποφάσισε να δοκιμάσει κάτι τολμηρό. Θα παραδεχόταν κατηγορηματικά ότι ο Λιούις έγραψε την επιστολή και θα υποστήριζε ότι δεν προσπαθούσε να διαπράξει κανένα έγκλημα αλλά μάλλον να εκθέσει τον ΜακΚέι. Επιπλέον, θα υποστήριζαν ότι δεν υπήρχε περίπτωση να είχε λάβει τα χρήματα του εκβιασμού, ακόμη και αν τα είχε πληρώσει η J&J.

Ένα μήνα πριν ξεκινήσει η δίκη του Tylenol, ο Λιούις κατηγορήθηκε για έξι κατηγορίες απάτης αλληλογραφίας στο Κάνσας Σίτι και καταδικάστηκε σε 10 χρόνια φυλάκιση. Για τον Μπάρτον, τον Φάνερ και την ομάδα του ήταν ένα καλό ξεκίνημα. Όταν ξεκίνησε η δίκη του Tylenol, οι δύο πλευρές συμφώνησαν να μην συζητήσουν τις δηλητηριάσεις ή τις δολοφονίες και να επικεντρωθούν μόνο στην επιστολή του εκβιασμού. Η εισαγγελία παρουσίασε δύο φίλους του Λιούις που κατέθεσαν ότι είχε καυχηθεί για το πόσο εύκολο ήταν να χρησιμοποιήσει υπολογιστές για να μεταφέρει χρήματα που δεν ανιχνεύονταν μεταξύ εταιρικών τραπεζικών λογαριασμών. Θεωρούσε τον εαυτό του κάτι σαν ιδιοφυΐα των υπολογιστών. Στη συνέχεια, παρουσίασαν στοιχεία σχετικά με το πώς προηγουμένως είχε καταφέρει έναν άβουλο πελάτη του να δεχτεί μια απάτη αλληλογραφία στο Κάνσας Σίτι, a la' McCahey, και κατάφερε να την γλυτώσει με τα χρήματα.

Στην δίκη του Tylenol, ο Λιούις καταδικάστηκε για την κατηγορία του εκβιασμού σε άλλα 10 χρόνια φυλάκισης, διαδοχικά.

Ο εισαγγελέας Margolis υπέθεσε ότι αυτό ήταν το τέλος του Λιούις όσον αφορά το Tylenol. Λίγο μετά την καταδίκη του όμως, ο Λιούις έστειλε -οικειοθελώς- από την φυλακή μια αυτόκλητη πρόταση να βοηθήσει να βρεθεί ο δράστης. Ελπίζοντας να τον μπερδέψει κατά τη διαδικασία, ο Margolis αποδέχτηκε την προσφορά και άρχισε να τον συναντά. Ακολούθησε ένα παιχνίδι "γάτας με το ποντίκι". Ο Λιούις άρχισε να παρέχει "βοηθητικά" μια σειρά από ακριβή, χειροπιαστά σχέδια που είχε φιλοτεχνήσει και τα οποία έδειχναν πώς θα μπορούσε κάποιος να ρίξει κυάνιο σε κάψουλες Tylenol, αν το ήθελε. Ο εισαγγελέας έπαιζε μαζί, για να μην του δώσει κανένα από τα στοιχεία που είχαν εναντίον του στις υποθέσεις δολοφονίας. Ακόμα και σήμερα, στο σημερινό γραφείο του, ο Margolis εξακολουθεί να διατηρεί σε κορνίζα το πρωτότυπο του "Drilled Board Method" του Λιούις. Απεικονίζει οκτώ μικρές συμμετρικές τρύπες που έχουν ανοιχτεί προσεκτικά σε ένα τετράγωνο κομμάτι ξύλο, έτσι ώστε οκτώ μισοάδειες κάψουλες να μένουν σταθερές, ενώ τις γεμίζουν με άγνωστη σκόνη με ένα μαχαίρι. Κάτω από τα σχέδια, με κεφαλαία γράμματα, ο Λιούις έγραψε, "NOT DRAWN TO SCALE" (δεν είναι υπό κλίμακα).


Ο Λιούις εξέτισε συνολικά 13 χρόνια σε πολιτειακή φυλακή προτού αποφυλακιστεί με όρους το 1995 και ξανασυναντήσει την Λιάν, η οποία, στο ενδιάμεσο, είχε μετακομίσει στη Μασαχουσέτη. Συνελήφθη ξανά το 2003 και κρατήθηκε για απόπειρα βιασμού μιας γυναίκας που έμενε στο ίδιο κτίριο με την Λιάν. Όταν όμως το θύμα είπε ότι φοβόταν για να καταθέσει, ο Λιούις αφέθηκε ξανά ελεύθερος. Ένα από τα διαρκή μυστήρια τόσο της υπόθεσης Tylenol όσο και του Γουέστ ήταν το πού εμπλεκόταν η Λιάν. Ο εισαγγελέας Μπελ δεν είχε καμία αμφιβολία ότι ήξερε τι συμβαίνει.

Μέχρι σήμερα, κανείς δεν έχει κατηγορηθεί για τον θάνατο του Ρέιμοντ Γουέστ. Ο Ντέιβιντ Μπάρτον πιστεύει ότι ό,τι κι αν γίνει, ένα δικαστήριο θα είχε καταδικάσει τον Τζέιμς Λιούις. Ποτέ όμως δεν ήταν δική του απόφαση. Η δίωξη του Λιούις δεν οφειλόταν εξ ολοκλήρου στην έλλειψη προσπάθειας από την πλευρά της πολιτείας. Αρκετούς μήνες μετά τη σύλληψή του στο Σικάγο, διορίστηκε ειδικός εισαγγελέας στο Κάνσας Σίτι για να επανεξετάσει τα αποδεικτικά στοιχεία εναντίον του στην υπόθεση του Γουέστ και να καθορίσει αν η δίωξη για φόνο θα μπορούσε τελικά να κινηθεί με επιτυχία.

Ωστόσο, σαν να μην έφτανε το γεγονός ότι η αστυνομία δεν είχε κάνει καλά τη δουλειά της, σύντομα, ο εισαγγελέας βρέθηκε αντιμέτωπος με ένα νέο πρόβλημα καθώς, είχαν χαθεί πολλά στοιχεία από την υπόθεση. Μεταξύ αυτών, το βαρούλκο με το δακτυλικό αποτύπωμα του Τζέιμς Λιούις.

Ο Ρέι Γουέστ δολοφονήθηκε σε μια στιγμή πάθους, αλλά οι επτά άγνωστοι σκοτώθηκαν εν ψυχρώ με την υπόθεση Tylenol. Θα περίμενε κανείς από έναν εγκληματία ψυχολόγο να επικεντρωθεί σε αυτό που περνούσε από το μυαλό του κάθε δολοφόνου. Σύμφωνα με τον Richard Walter, τον κορυφαίο εγκληματικό ψυχολόγο των ΗΠΑ και συνιδρυτή της Vidocq Society, μιας μηνιαίας συγκέντρωσης ειδικών, ο δολοφόνος θα μπορούσε εύκολα να ήταν το ίδιο άτομο και, όλο αυτό το διάστημα, να κρυβόταν σε κοινή θέα.

Για τον Walter, τόσο οι υποθέσεις Tylenol όσο και η υπόθεση Γουέστ, είναι ξεκάθαρα έργο ενός ισχυρογνώμονα δολοφόνου. Η υποτιθέμενη υπόθεση βιασμού του 2003 είναι ένα ακόμη παράδειγμα ισχυρογνωμοσύνης. Η φαινομενική "παθητικότητα" της υπόθεσης Tylenol είναι απλώς ένα διαφορετικό είδος δύναμης που επιβεβαιώνεται. Είναι πιο κρύος και πιο απόμακρος, αλλά εξίσου θανατηφόρος. Ο Walter επισημαίνει τη χρήση της αντωνυμίας πρώτου προσώπου από τον Λιούις στην εκβιαστική επιστολή του ως ενδεικτική της κοινωνιοπαθητικής ανάγκης ενός ισχυρογνώμονα δολοφόνου να καυχιέται για τη δουλειά του. "Έχω ξοδέψει λιγότερα από 50 δολάρια και μου παίρνει λιγότερο από 10 λεπτά ανά μπουκάλι". Βλέπει τα "χρήσιμα" σχέδια του Λιούις για τον Margolis ως μια άλλη μορφή κομπασμού. Αυτός ο ίδιος καταναγκασμός μπορεί και να εξηγήσει γιατί ο Λιούις καλωσόρισε την προσοχή στην υπόθεση Γουέστ, παρά τα συντριπτικά στοιχεία εναντίον του.

Ίσως, οι δολοφονίες με το Tylenol να μην είχαν συμβεί ποτέ αν ο Λιούις είχε διωχθεί και καταδικαστεί για τη δολοφονία του Ρέι Γουέστ. Αυτό που είναι ξεκάθαρο είναι ότι οι δηλητηριάσεις άλλαξαν τον κόσμο αμετάκλητα. Αυτή η αλλαγή φαίνεται σήμερα στο γεγονός ότι οι συσκευασίες φαρμάκων είναι σφραγισμένες.

Ο ελάχιστα γνωστός ρόλος του Δρ Τόμας Κιμ στην ανάσχεση της κρίσης με το Tylenol ήταν μια πράξη αποφασιστικού επαγγελματισμού που έσωσε απίστευτα πολλές ζωές και η προθυμία του να δείχνει "ανόητος" παραμένει μια άγνωστη, αλλά εξαιρετική πράξη ερευνητή και δημοσίου καθήκοντος.

Το FBI εξακολουθεί να θεωρεί το Tylenol μια ανοιχτή, ενεργή υπόθεση. Παρά το πανεθνικό ανθρωποκυνηγητό, τις χιλιάδες ώρες αστυνομικής δουλειάς και την αυτόκλητη ομολογία από τον μοναδικό ύποπτο, κανείς δεν έχει κατηγορηθεί ποτέ για τη δηλητηρίαση που σκότωσε τη Mary Reiner, την Paula Prince, τη Mary McFarland, τον Adam, τον Stanley και την Theresa Janus και την 12χρονη Mary Kellerman, ένα μοναδικό σύνολο κατά συρροή δολοφονιών. Σήμερα, ο Τζέιμς και η Λιάν Λιούις είναι 70 χρονών και ζουν στη Μασαχουσέτη. Δεν υπάρχει παραγραφή για το αδίκημα της ανθρωποκτονίας.

από: truly adventure

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου