Τρίτη 30 Απριλίου 2024

Η αληθινή ιστορία πίσω από την ταινία "Unfrosted"


 
Στις 3 Μαΐου θα προβληθεί η πρωτότυπη ταινία του Netflix "Unfrosted" που έγραψε και σκηνοθέτησε ο stand-up κωμικός, ηθοποιός, συγγραφέας και παραγωγός Τζέρι Σάινφελντ, που ασχολείται με την προέλευση των προψημένων ταρτών Pop-Tarts που πρωτοκυκλοφόρησαν το 1964.
 
 
 
Πρόκειται για μια ιστορία αντιμαχόμενων εταιρειών δημητριακών, μιας πρόωρης ανακοίνωσης και ενός αγώνα για να γίνει η πρώτη επεξεργασμένη και έτοιμη να ψηθεί λιχουδιά που φτάνει στα τραπέζια μας.

Ένα νόστιμο πρόβλημα
 

Pop-Tarts φράουλα

Η μεταπολεμική Αμερική ήταν μια καλή στιγμή για να ασχοληθεί κανείς με τα δημητριακά. Με περισσότερες γυναίκες να εισέρχονται στο εργατικό δυναμικό και τους γονείς να εργάζονται περισσότερες ώρες, ήταν δύσκολο να ασχοληθεί κανείς με την προετοιμασία και την απόλαυση ενός χαλαρού πρωινού. Χρειαζόταν μόλις λίγα δευτερόλεπτα για να ρίξεις κανείς λίγα δημητριακά και γάλα σε ένα μπολ.

Στις αρχές της δεκαετίας του '60, ο αδιαμφισβήτητος γίγαντας της βιομηχανίας ήταν η Kellogg's. Η εταιρεία πίσω από τα Corn Flakes, τα Frosted Flakes, τα Corn Pops, τα Rice Krispies κ.ά. επιτυχημένα δημητριακά κατείχε το 44% της αγοράς -περισσότερο από αυτό των δύο μεγαλύτερων αντιπάλων της, Post και General Mills μαζί. Τόσο η Kellogg's όσο και η Post είχαν βάση το Battle Creek στο Μίσιγκαν, και η κάθε μια έριχνε κλεφτές ματιές στο τι έκανε η άλλη.

Η Post (των Alpha-Bits, Grape-Nuts και All-Bran) ήθελε να εξασφαλίσει περισσότερο χρόνο για το πρωινό των καταναλωτών. Το 1963, τα στελέχη της εταιρείας πίστεψαν ότι είχαν βρει μια λύση που βασιζόταν σε μια μέθοδο συσκευασίας που ξεκίνησε από τον ειδικό σε σκυλοτροφές Clarence Gaines, ο οποίος είχε βρει έναν τρόπο να διατηρεί υγρή την τροφή για τα κατοικίδια σε αλουμινόχαρτο και όχι σε κονσέρβα.

Η Post, η οποία είχε εξαγοράσει την εταιρεία του Gaines, ανακάλυψε ότι ήταν εφικτό να προσφέρει μια λιχουδιά γεμάτη φρούτα, η οποία θα μπορούσε να ζεσταθεί και να σερβιριστεί -από τους ανθρώπους φυσικά. Το προϊόν θα μπορούσε να διατηρηθεί ελαφρώς υγρό για να μην στεγνώσει, με τα βακτήρια και την μούχλα να μένουν μακριά. Με όρους βιομηχανίας τροφίμων, ήταν "τροφές ενδιάμεσης υγρασίας", μια κατηγορία στην οποία θα έμπαιναν οι μπάρες γκρανόλα, οι ζύμες πίτας και οι στρατιωτικές μερίδες.

Η Post ονόμασε το προϊόν "Country Squares" και ήταν όλοι τόσο ενθουσιασμένου που, το 1963 -πολύ πριν ήταν έτοιμοι να διανείμουν το προϊόν σε εθνικό επίπεδο- το ανακοίνωσαν. Τα Country Squares προσφέρθηκαν σε μέλη ΜΜΕ και καταναλωτές σε επιλεγμένες δοκιμαστικές αγορές στο Σιάτλ, τη Μινεάπολη και άλλες πόλεις, με την Post να υπολογίζει ότι είχε αρκετό χρόνο για να τροποποιήσει το προϊόν μέχρι να ικανοποιηθούν.

Η εταιρεία τα χαρακτήρισε ως "μικρά ταρτάκια" που είναι "καυτά". Οι γεύσεις περιελάμβαναν σταφύλι, φράουλα, μύρτιλο και πορτοκαλί-ανανά, τα οποία πρόσφεραν "το ένα τέταρτο της ημερήσιας ελάχιστης ποσότητας έξι απαραίτητων βιταμινών για έναν ενήλικα".

Σε μια άκρως ανταγωνιστική αγορά δημητριακών, το να δείξει κανείς τι είχε καταφέρει ήταν εντελώς ανόητο. Όταν ο πρόεδρος της Kellogg's, William LaMothe, έμαθε για τα Country Squares και ζήτησε αμέσως από το προσωπικό του να δημιουργήσει ένα ανταγωνιστικό αντίστοιχο και να το διαθέσει στην αγορά το συντομότερο δυνατό. Και κάπως έτσι ξεκίνησε το αντίστοιχο του αγώνα για την κάτκτηση του διαστήματος, με δύο γίγαντες των τροφίμων να προσπαθούν να είναι οι πρώτοι που θα υπερβούν αυτό που προηγουμένως θεωρούνταν δυνατό.
 
Μια ιστορία, δύο Post
Στην Kellogg's, αν και ήταν ειδικοί στα κρύα δημητριακά, είχαν λίγους πόρους για να πειραματιστούν με τα ψημένα και επεξεργασμένα αρτοσκευάσματα. Για βοήθεια, στράφηκαν σε έναν άλλον Post, τον Bill Post, έναν βετεράνο της Πολεμικής Αεροπορίας του Στρατού και μακροχρόνιο ειδικό στην κατασκευή τροφίμων που διηύθυνε ένα εργοστάσιο για την Hekman Biscuit Company (η οποία αργότερα έγινε Keebler) στο Grand Rapids του Μίσιγκαν.

Ο Post λέει ότι έλαβε μια κλήση και στη συνέχεια μια επίσκεψη από τα στελέχη της Kellogg's που ήθελαν να φτιάξουν ένα είδος αρτοσκευάσματος, αλλά δεν ήταν πολύ σίγουροι πώς. Το μόνο που είχαν, θυμάται, ήταν λίγη ζύμη και γέμιση για να του δείξουν.

"Το 1964 απάντησα στο τηλέφωνο και οι τις Kellogg's ρώτησαν αν μπορούσαν να έρθουν να δουν λίγο από τον εξοπλισμό μας", είπε. "Είπα, 'Ναι'. Ήρθαν και είδαν το εργοστάσιό μας… Είπαν ότι ήθελαν κάτι για την τοστιέρα, αλλά δεν ήξεραν πώς να το κάνουν".

Ο Post ξεκίνησε να δει την επιμελητεία της μαζικής παραγωγής του προϊόντος. Για να φτιάξει τα αρτοσκευάσματα χρειαζόταν δύο μεγάλα φύλλα ζύμης όπου μέσα τους θα έβαζε ένα στρώμα γέμισης φρούτων. Για να φτιαχτούν σε μεγάλες ποσότητες έπρεπε να κατασκευαστεί μια πιεστική μηχανή 60 τόνων.

"Υπήρχαν πολλοί αρνητές", είπε ο Post. "Μας έλεγαν ότι δεν είναι και τόσο καλή ιδέα".

Επίσης, έπρεπε να οριστικοποιήσει την συνταγή. Σε διάστημα αρκετών μηνών, πήγαινε δείγματα στα παιδιά του, τα οποία του έλεγαν την άποψή τους για την γεύση και την υφή. Τελικά, η Kellogg's κατέληξε σε τέσσερις ποικιλίες: βατόμουρο, φράουλα, καστανή ζάχαρη-κανέλα και σταφίδα-μήλο.

Καθώς η Post Cereal συνέχισε να ασχολείται με τα Country Squares, η Kellogg’s και ο Post προχώρησαν γρήγορα με το δικό τους προϊόν. Τα ονόμασαν "Fruit Scones" και, σε μόλις έξι μήνες, ήταν έτοιμοι για την κυκλοφορία τους στο Κλίβελαντ.

Η συνέχεια
 


Η Kellogg's είχε ακόμα προβλήματα να λύσει. Το πρωτότυπο Fruit Scones είχε στρογγυλές, όχι τετράγωνες, γωνίες -χωρίς καμπύλες, εξοικονομούσε χρήματα. Όπως και η Post Cereal, έτσι και η Kellogg's υπέθεσε ότι κοινό τους θα ήταν οι πολυάσχολοι ενήλικες. Κατά τη δοκιμή του προϊόντος όμως, συνειδητοποίησαν ότι το σκεύασμα ήταν πιο ελκυστικό στα παιδιά -στην πραγματικότητα, οι ενήλικες το αντιπαθούσαν. Το μάρκετινγκ προσαρμόστηκε και η Kellogg’s έδωσε στο σκεύασμά της νέο όνομα. Το ονόμασε "Pop-Tarts", βγαλμένο από το κίνημα της ποπ αρτ της δεκαετίας του '60 και επειδή τα γλυκά πεταγόντουσαν από τοστιέρα.
 
Το 1965, η Kellogg's εισήγαγε τα Pop-Tarts σε εθνικό επίπεδο, νικώντας την Post Cereal και προκαλώντας έναν υπάλληλό της να θυμώσει που δεν είχαν ακόμη ολοκληρωθεί τα Country Squares. Οι παραγγελίες της Kellogg's αυξήθηκαν από 10.000 σε 45.000, αναγκάζοντας την εταιρεία να βγάλει διαφημίσεις με τις οποίες ζητούσε συγγνώμη για το μειωμένο απόθεμα.

Ωστόσο, ο Post δεν είχε τελειώσει με την καινοτομία. Το 1967, ανέπτυξε ένα γλάσο για τα Pop-Tarts που θα παρέμενε στερεό μετά τη θέρμανση σε μια μηχανή γλάσου που προοριζόταν για μπισκότα. Το 1968, τα Pop-Tarts απέκτησαν το γλάσο. Το 1974, είχαν τη δική τους διαφημιστική μασκότ, τον Milton the Toaster. Σύντομα, τα αρτοσκευάσματα έγιναν μια αγορά 45 εκατομμυρίων δολαρίων, με την Kellogg's να ελέγχει το μεγαλύτερο μέρος της.

Ο Post συνέχισε να εργάζεται για την Kellogg's ως σύμβουλος και, περιστασιακά, απαντούσε σε ερωτήσεις δημοσιογράφων. Όταν πέθανε τον Φεβρουάριο του 2024 σε ηλικία 96 ετών, τιμήθηκε ως ένας από τους καινοτόμους πίσω από το αρτοσκεύασμα. Ο ίδιος ο Post είχε πει ότι είχε πολλούς που τον βοηθήσαν.

Το Pop-Tart έχει ξεπεράσει το πρωινό. Αποτελούν βασικό συστατικό του στρατιωτικού σιτηρέσιου και έχουν χρησιμοποιηθεί ακόμη και σε παροχές ανθρωπιστικής βοήθειας σε χώρες που έχουν υποστεί πόλεμο. Όταν το 2009 Σομαλοί πειρατές κατέλαβαν το φορτηγό πλοίο Maersk Alabama, οι υπάλληλοι διαπραγματεύτηκαν μαζί τους χρησιμοποιώντας Pop-Tarts σοκολάτας.
 
Το Pop-Tart άντεξε, αν και είχε προβλήματα, Το 1993, αναφέρθηκε ότι σκευάσματα που έμεναν πολύ ώρα στην τοστιέρα μπορούσαν να πιάσουν φωτιά, πιθανότατα λόγω υπερθερμασμένου σιροπιού καλαμποκιού.
 
Η ιστορία ξεκίνησε από τον χιουμορίστα αρθρογράφο Dave Barry που πραγματοποίησε το δικό του πείραμα μετά από διαβούλευση με αξιωματούχους της πυροσβεστικής στο Ντόβερ του Οχάιο. Προσομοίασαν έναν κίνδυνο πυρκαγιάς από Pop-Tart για να διερευνήσουν μια φωτιά στην κουζίνα που φέρεται να προκλήθηκε από μια εμπρηστική τάρτα. Τόσο οι επιθεωρητές πυρκαγιάς όσο και ο αρθρογράφος κατέληξαν στο ίδιο συμπέρασμα. Το να μείνει βίαια ένα Pop-Tart σε μια τοστιέρα για περισσότερο από πέντε λεπτά, θα μπορούσε να οδηγήσει σε καταστροφή.

από: mental floss

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου