Πόσο κοστίζει, αλήθεια, μια καλή φωτογραφία; Εξαρτάται πώς θα της φερθεί ο δημιουργός της. Ο οποίος έχει να επιλέξει ανάμεσα σε ένα και μοναδικό αντίτυπο, σε έναν περιορισμένο αριθμό ή σε αμέτρητες ανατυπώσεις της. Και είναι μια απόφαση κρίσιμη όπως φαίνεται από τις εξελίξεις στην τελευταία έκθεση Paris Photo, μία από τις μεγαλύτερες διεθνείς αγορές φωτογραφίας.
Η δημοφιλής έκθεση Paris Photo ολοκληρώθηκε στις 18 Νοεμβρίου, αυτό όμως δεν εμπόδισε την γκαλερί Les Filles du Calvaire να πουλήσει έργα του φωτογράφου Πολ Γκράχαμ προς 50.000 ευρώ, των φόρων εξαιρουμένων. Συγκεκριμένα, η γκαλερί αποχωρίστηκε τρία αντίτυπα ενός δίπτυχου του φωτογράφου με τον τίτλο «The Present». Άλλη γκαλερί που επίσης συμμετείχε στην έκθεση, η Jérôme de Noirmont, έβαλε στο ταμείο της 27.000 ευρώ για ένα εκ των τριών αντιτύπων της εικόνας με τον τίτλο «Brides», της Βαλερί Μπελέν. Ενα ερώτημα, βέβαια, είναι γιατί τα έργα τυπώθηκαν μόνο τρεις φορές. Αν δηλαδή παρουσιάζονταν τέσσερις, πέντε, δεκαπέντε αγοραστές, θα έμεναν παραπονεμένοι;
Οι ειδήμονες κάνουν λόγο για παράδοξο. Η φωτογραφία λένε, είναι εξ ορισμού τέχνη «πολλαπλασιαστική», που μπορεί να αναπαράγεται επ' άπειρον από ένα μόνο αρνητικό ή, έστω, ένα ψηφιακό αρχείο. Κι όμως, οι εκτυπώσεις σύγχρονων γνωστών φωτογράφων είναι όχι απλώς περιορισμένες αλλά και αριθμημένες. «Είναι μια πρακτική που έρχεται σε αντίθεση με την ίδια τη φύση της φωτογραφίας. Επινοήθηκε για να εξασφαλίζει τους αγοραστές και σήμερα έχει γίνει σχεδόν υποχρεωτική», έλεγε πρόσφατα η Κατρίν Ντεριόζ της γκαλερί Le Réverbère. Εκτός από αυτά, βέβαια, είναι μια τακτική που ρυθμίζει και την τιμή της φωτογραφίας. Φαίνεται να κάνει πράξη το ρητό «το σπάνιο είναι και ακριβό» και εγγυάται στον πελάτη ότι αυτό που αγοράζει είναι κάτι παραπάνω από μια αφίσα.
Για να λέμε την αλήθεια, στην αγορά κυκλοφορούν φωτογραφίες του ενός και μοναδικού αντιτύπου, άλλες σε περιορισμένες εκδόσεις αλλά και μερικές απεριόριστα ανατυπωμένες. Συχνά οι τελευταίες προέρχονται ακόμα και από τον 19ο αιώνα ή από τις δεκαετίες μεταξύ 1930 και 1970. Η λεγόμενη «περιορισμένη έκδοση» απογειώθηκε με την άνοδο της αγοράς φωτογραφίας, μεταξύ 1970 και 1980. Ισως λοιπόν να πρόκειται για θέμα συνήθειας των γενεών. «Η αρίθμηση μάλλον δεν θα περνούσε καν από το μυαλό των φωτογράφων που άρχισαν να δίνουν τις φωτογραφίες τους στον Τύπο. Γιατί δεν υπήρχε ακριβώς αγορά φωτογραφίας. Ο Ανρί-Καρτιέ Μπρεσόν, ας πούμε, δεν θα το έκανε ποτέ», εξηγούσε η Αννα Πλανά του πρακτορείου Μάγκνουμ.
Τα προαναφερόμενα έγιναν ξεκάθαρα σε ένα γεγονός που αποτελεί ετήσιο ραντεβού για την παγκόσμια αγορά φωτογραφίας. Η Paris Photo ιδρύθηκε το 1996 και έφτασε να θεωρείται η πιο περίβλεπτη έκθεση, αφιερωμένη στην ιστορική αλλά και τη σύγχρονη φωτογραφία. Λαμβάνει χώρα στο Grand Palais στα μέσα κάθε Νοεμβρίου και τον Απρίλιο του 2013, για πρώτη φορά, θα κάνει ένα ταξίδι μέχρι τα στούντιο της Paramount στο Λος Αντζελες. Το ενδιαφέρον είναι ότι από τη γέννησή της μέχρι σήμερα η Paris Photo αποτελεί πόλο έλξης πρωτίστως για συλλέκτες σύγχρονης και μοντέρνας τέχνης, για επαγγελματίες της φωτογραφίας ή καλλιτέχνες, χωρίς φυσικά να αποκλείει ένα ευρύτερο φιλότεχνο κοινό. Κάποιοι από όλους αυτούς ενδεχομένως να γνωρίζουν ότι μεγάλα ονόματα όπως ο Μαν Ρέι από το 1930 ή ο Λι Φριντλάντερ από το 1960 δεν αυτοπεριορίζονταν όταν έπρεπε να αποφασίσουν τον αριθμό των αντιτύπων των έργων τους. Αυτό δεν σημαίνει ότι τα αναπαρήγαν με τη σέσουλα. Οπως και να έχει, εξαιτίας εκείνης της λογικής κάποιες γκαλερί στη φετινή Paris Photo δυσκολεύτηκαν να πουλήσουν φωτογραφίες του κλασικού στον χώρο Γουίλιαμ Κλάιν, μόνο και μόνο γιατί τα αντίτυπά τους δεν είναι αριθμημένα.
Υπάρχει βέβαια και το αντιπαράδειγμα της γκαλερί του πρακτορείου Μάγκνουμ, που στην έκθεση διέθετε πορτρέτα του Σαλβαντόρ Νταλί διά χειρός του αμερικανού φωτογράφου Φίλιπ Χάλσμαν. Δεν ήταν αριθμημένα, παρ' όλα αυτά εκτιμήθηκαν ανάμεσα σε 30.000 και 70.000 ευρώ έκαστο. Δεν το λες και μικρό ποσό. Σύμφωνα μάλιστα με την Αννα Πλανά, το νούμερο προέκυψε επειδή τα πορτρέτα είναι εικόνες που τράβηξε ο Χάλσμαν τη δεκαετία του '40 και δεν έφυγαν ποτέ από τα χέρια της οικογένειάς του.
Και τα μοναδικά αντίτυπα; Σε αυτή την περίπτωση, μιλάμε για κάτι σπάνιο που συνήθως οφείλεται στην εφαρμογή μιας συγκεκριμένης τεχνικής. Το δίδυμο «Πιερ και Ζιλ» «ενισχύει» τις εικόνες του με μερικές επεμβάσεις που περιλαμβάνουν και την τέχνη της ζωγραφικής, ενώ η γκαλερί Suzanne Tarasieve διέθετε στην Paris Photo τρία χρωματισμένα με το χέρι αντίτυπα φωτογραφιών του Μπόρις Μιχαΐλοφ, που χρονολογούνται μεταξύ 1982 και '83.
Οσο για την πατρίδα της έκθεσης, ζητήματα όπως τα πιο πάνω ρυθμίζονται ακόμα και από τον νόμο. Σύμφωνα με τα σχετικά άρθρα του 1991 (προτεινόμενα τότε από την γκαλερίστα Μισέλ Σομέτ, που πρόσφατα δήλωνε ότι ηθικός στόχος της ήταν να δείξει στο κοινό τη σημασία των φωτογραφιών και όχι να κλείσει κάποια συμφωνία), έργα τέχνης στη Γαλλία θεωρούνται οι φωτογραφίες που έχουν τραβηχτεί φυσικά από τον καλλιτέχνη, έχουν τυπωθεί από εκείνον ή υπό την επίβλεψή του και είναι υπογεγραμμένα από τον ίδιο, οπωσδήποτε αριθμημένα και όχι περισσότερα από τριάντα.
Το να πεις βέβαια ότι ένας φωτογράφος που αναπαράγει την ίδια εικόνα πάνω από τριάντα φορές δεν είναι καλλιτέχνης αποκλείει θρύλους του χώρου όπως ο Καρτιέ Μπρεσόν, ο Γκιστάβ Λεγκρέι ή ο Ρίτσαρντ Αβεντον. Aλλες φορές, φαίνεται πως την πατάει ο συλλέκτης: προ μηνών, ο δημοφιλής αμερικανός φωτογράφος Γουίλιαμ Ιγκλεστον επανακυκλοφόρησε σε διαφορετικό φορμά εικόνες από τη δεκαετία του '70, που τότε είχαν τον περιορισμό των είκοσι αντιτύπων. Οι νέες βερσιόν γνώρισαν μεγάλη επιτυχία σε δημοπρασίες του οίκου Κρίστις, κάποιες γκαλερί όμως αμφισβήτησαν την αξία τους. Ο Τζόναθαν Σόμπελ μάλιστα, από τους πιο φανατικούς συλλέκτες του έργου του Ιγκλεστον, έφτασε να κάνει μήνυση στον αγαπημένο του καλλιτέχνη, υποστηρίζοντας ότι η κίνησή του μείωσε την αξία της συλλογής του. Είναι μια υπόθεση που εκκρεμεί.
πηγή: tanea.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου