Μέχρι να συλληφθεί το 2001 για κατασκοπία υπέρ των Σοβιετικών, ο Robert Hanssen έβγαλε πάνω από 1,4 εκατομμύριο δολάρια σε χρήματα και διαμάντια
Το σκάνδαλο του Ρόμπερτ Χάνσεν, που σήμερα θεωρείται η πλέον μεγαλύτερη παραβίαση πληροφοριών στην ιστορία του FBI, έκανε τον ίδιο εκατομμυριούχο σε διαμάντια και μετρητά, αλλά κόστισε και στο FBI 7 εκατομμύρια δολάρια και τη ζωή τριών πληροφοριοδοτών.
Για τους κατοίκους του ήσυχου προαστίου Vienna στην Βιρτζίνια των ΗΠΑ, ο Ρόμπερτ Χάνσεν ήταν ο τέλειος γείτονας. Ένας ευσεβής Καθολικός, ένας στοργικός πατέρας και ένας αφοσιωμένος υπάλληλος του FBI. Κανείς σχεδόν δε θα μπορούσε να φανταστεί τον ευγενικό 56χρονο να είναι οτιδήποτε άλλο εκτός από τον Μπομπ, τον Αμερικανό της διπλανής πόρτας.
Ωστόσο, για 20 χρόνια, ο Χάνσεν μόνο ιδανικός δεν ήταν. Για τους συνδέσμους του στην KGB, ήταν ο Ramon Garcia, ένας από τους πιο μακροχρόνιους πληροφοριοδότες τους και μια αστείρευτη πηγή πληροφοριών για την κατασκοπεία των ΗΠΑ, την ασφάλεια και τα συστήματα των υπολογιστών.
Μέχρι τη στιγμή που συνελήφθη το 2001, ο Χάνσεν είχε δώσει αμέτρητα μυστικά, οδήγησε δύο Αμερικανούς πληροφοριοδότες στο θάνατό τους και έγινε γνωστός ως «ο πιο καταστροφικός κατάσκοπος στην ιστορία του FBI».
Ο Χάνσεν πριν, και στο FBI
Πριν καταλήξει να εργάζεται για το FBI, ο Ρόμπερτ Φίλιπ Χάνσεν είχε κάνει πολλές λάθος κινήσεις.
Ο πατέρας του, Χάουαρντ, λέγεται ότι τον υποτιμούσε, εκφόβιζε και επίπληττε από την παιδική του ηλικία μέχρι και τα κολέγια του χρόνια, σε ένα κολλέγιο που απείχε 200 μίλια μακριά από το σπίτι του στο Σικάγο. Παρόλο που ο πρεσβύτερος Χάνσεν ενθάρρυνε τον γιο του να γίνει γιατρός, εκείνος δεν ενδιαφερόταν για σπουδές οποιουδήποτε είδους, και τελικά, το 1966, πήρε πτυχίο στη χημεία. Ωστόσο, το όχι και τόσο κρυφό πάθος του ήταν για κωδικούς, ασυρμάτους και gadget. Επίσης, στο κολλέγιο παρακολούθησε μαθήματα ρωσικής γλώσσας και αποφάσισε ότι μια μέρα θα έπιανε Σοβιετικούς κατασκόπους. Παρά το ξεκάθαρο πάθος του για μηχανικά πράγματα, τήρησε τις επιθυμίες του πατέρα του και, πριν παντρευτεί την Bernadette “Bonnie” Wauck, παρακολούθησε για λίγο χρονικό διάστημα μια οδοντιατρική σχολή. Στη συνέχεια, δούλεψε για λίγο ως λογιστής και τελικά, το 1972, υπέβαλλε αίτηση στο αστυνομικό τμήμα του Σικάγο, όπου έγινε γρήγορα δεκτός ως μυστικός ανακριτής για το τμήμα εσωτερικών υποθέσεων. Βρήκε την δουλειά ενδιαφέρουσα, αλλά σύντομα κουράστηκε από αυτήν. Τελικά, το 1975, υπέβαλε αίτηση στο FBI και έλαβε ένα τηλεφώνημα.
Όταν ολοκληρώθηκαν οι εβδομάδες της εκπαίδευσης στο Κουάντικο της Βιρτζίνια, ο Ρόμπερτ Χάνσεν ορκίστηκε ειδικός πράκτορας και πίστη στις ΗΠΑ.
Το 1979, ο Χάνσεν με τη σύζυγό του και τα τρία τους παιδιά μετακόμισαν στη Νέα Υόρκη. Η πολιτική του FBI απαιτούσε μετακομίσεις ρουτίνας ώστε να μην εφησυχάζονται οι πράκτορες, αλλά δεν πρόσφερε επιπλέον αμοιβή για το υψηλό κόστος ζωής σε μια μεγάλη πόλη. Έτσι, οι λογαριασμοί των πιστωτικών καρτών του, οι πληρωμές των δανείων και τα χρέη του συσσωρεύτηκαν, και τελικά αναγκάστηκε να φύγει η οικογένειά του -η οποία μεγάλωνε- από το Μανχάταν.
Παρά τη χαμηλή αμοιβή, τις πολλές ώρες και τις μετακινήσεις, το FBI του έδωσε περισσότερες ευθύνες. Όταν μεταφέρθηκε στις αντι-πληροφορίες, ο Χάνσεν απέκτησε πρόσβαση σε πιο ευαίσθητα, διαβαθμισμένα έγγραφα σχετικά με την κατασκοπεία στις ΗΠΑ. Ήξερε όλες τις λεπτομέρειες σχετικά με τις επιχειρήσεις παρακολούθησης που στόχευαν Σοβιετικούς πολίτες και αξιωματούχους στη χώρα, ποιοι παρακολουθούνταν και ποιον να πλησιάσει. Τότε άρχισε να σκέφτεται ένα σχέδιο.
Πουλώντας πληροφορίες στους Σοβιετικούς
Εξαιτίας του Χάνσεν και του πράκτορα της CIA, Aldrich Ames (στην φωτογραφία), έφτασαν αμέτρητα μυστικά των ΗΠΑ στη Μόσχα
Απελπισμένος να βρει μια λύση για τα οικονομικά του, ο Χάνσεν έστειλε μια ανώνυμη επιστολή σε έναν Σοβιετικό αξιωματούχο στα Ηνωμένα Έθνη. Ανέφερε το όνομα του στρατηγού Ντμίτρι Πολιάκοφ, ενός υψηλόβαθμου κατασκόπου της στρατιωτικής υπηρεσίας πληροφοριών της ΕΣΣΔ, της GRU, με αντάλλαγμα 20.000 δολάρια. Αν συμφωνούσε ο στρατηγός, έγραφε ο Χάνσεν, θα μπορούσαν να κανονίσουν την ανταλλαγή μέσω μιας προσωπικής διαφήμισης στο The Village Voice. Λίγες εβδομάδες αργότερα, η διαφήμιση απαντήθηκε. Πλέον, η Σοβιετική Ένωση απασχολούσε επίσημα τον Χάνσεν.
Εν τω μεταξύ, προήχθη και μετατέθηκε στην Ουάσινγκτον, το νευραλγικό κέντρο του FBI, για να εργαστεί στο γραφείο προϋπολογισμού. Πλέον, είχε πρόσβαση σε ακόμη περισσότερες απόρρητες πληροφορίες για σχεδόν κάθε ενεργή επιχείρηση, συμπεριλαμβανομένων ονομάτων, χρηματοδοτήσεων, τοποθεσιών και ημερομηνιών, καθώς και τις δραστηριότητες πρακτόρων, κατασκόπων και πληροφοριοδοτών.
Αφού αγόρασε ένα σπίτι αξίας 150.000 δολαρίων στην Vienna της Βιρτζίνια, ο Χάνσεν επέστρεψε στην κατασκοπεία για να καλύψει τις ανάγκες του. Έτσι, την 1η Οκτωβρίου του 1985, έγραψε ακόμη μια επιστολή.
Αυτή τη φορά, ο σύνδεσμός του ήταν ο Βίκτωρ Τσερκασίν, ένας ανώτερος αξιωματικός της αντικατασκοπείας της KGB που, λίγους μήνες νωρίτερα, είχε ήδη προσλάβει έναν πράκτορα της CIA, τον Aldrich Ames. Στην επιστολή, ο Χάνσεν πρόσφερε τα ονόματα τριών Σοβιετικών κατασκόπων που ήταν στη μισθοδοσία του FBI, μαζί με αποδεικτικά στοιχεία και απαίτησε 100.000 δολάρια ως αντάλλαγμα. Δεν ήξερε όμως ότι ο πράκτορας της CIA είχε ήδη δώσει αυτά τα ονόματα στους Σοβιετικούς. Η προθυμία του όμως επιβεβαίωσε απλά την αξιοπιστία του. Όταν αυτοί οι κατάσκοποι που έδωσε ο Χάνσεν επέστρεψαν στη Μόσχα, εκτελέστηκαν αμέσως.
Από την κατασκοπεία υπέρ των Σοβιετικών, εβγαλε πάνω από 1 δολάρια
'Όταν πουλούσε πληροφορίες, οι επαφές του Χάνσεν στην KGB άφηναν σακούλες με χρήματα στην κάτω πλευρά μιας πεζογέφυρας, όπως αυτήν
στην φωτογραφία, για να τα πάρει εκείνος
Στις 2 Νοεμβρίου, μετά από μια μακρά συζήτηση στη Μόσχα σχετικά με το αν μπορούσαν να εμπιστεύονται τον νέο κατάσκοπό τους, ο Χάνσεν έλαβε εντολή να κοιτάξει κάτω από μια γέφυρα στο πάρκο Nottoway στη Vienna της Βιρτζίνια. Εκεί, βρήκε μια τσάντα με τα χρήματά του. Ήταν η αρχή μιας μακράς καριέρας ως πράκτορας των Σοβιετικών. Τα επόμενα χρόνια, ο Χάνσεν πούλησε πολλά μυστικά στον Τσερκασίν για αρκετές δεκάδες χιλιάδες δολάρια. Όλο αυτό το διάστημα, το FBI του ανέθεσε να στρατολογήσει πιθανούς κατάσκοπους υπέρ του, αλλά και να ξεσκεπάσει κατασκόπους. Μάλιστα, του ανατέθηκε να εντοπίσει τον υπεύθυνο μια «τρύπας» στις αντι-πληροφορίες των ΗΠΑ, μια τρύπα που είχε ανοίξει αυτός και ο Aldrich Ames. Έτσι, άρπαξε την ευκαιρία για να αποσπάσει την προσοχή από τον ίδιο και να αποπροσανατολίσει τις ομάδες κυνηγών κατασκόπων.
Μέσω του Χάνσεν, η KGB έμαθε για μια μυστική σήραγγα που είχε σκάψει κάτω από τη σοβιετική πρεσβεία στην Ουάσιγκτον. Ο ίδιος τους προειδοποιούσε όταν οι ΗΠΑ είχαν υποψίες για τους κατάσκοπούς και απέκτησε εκτεταμένους καταλόγους διπλών πρακτόρων που εργάζονταν για τις ΗΠΑ. Ενθάρρυνε τους συνδέσμους του στην KGB να προσλάβουν τον παιδικό του φίλο, έναν αντισυνταγματάρχη στις στρατιωτικές πληροφορίες. Υπέγραφε όλες τις γραπτές του επιστολές στον Τσερκασίν ως «Ramon Garcia», ελπίζοντας ότι τα γράμματα «-cia» θα μπέρδευαν το FBI. Έβγαλε πάνω από ένα εκατομμύριο δολάρια, έφτιαξε μια πλατωνική σχέση με μια στριπτιζέζ, έκανε ταξίδια στη Χαβάη μαζί της και της έκανε συνεχώς δώρα.
Όμως, αυτός ο τρόπος ζωής σταμάτησε τον Δεκέμβριο του 1991, όταν κατέρρευσε η Σοβιετική Ένωση.
Συλλαμβάνοντας τον κατάσκοπο
Ο Robert Hanssen συνελήφθη κοντά στο σπίτι ου στις 18 Φεβρουαρίου του 2001 στην Vienna της Βιρτζίνια
Το 1994, συνελήφθη ο Aldrich Ames και το FBI και η CIA συνεργάστηκαν για να εντοπίσουν τον τελικό κατάσκοπο. Καθώς τα σοβιετικά γραφεία πληροφοριών παρέπαιαν μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, οι ομοσπονδιακοί αναζήτησαν δυσαρεστημένους πρώην πράκτορες της KGB που ήταν πρόθυμοι να πουλήσουν πληροφορίες. Βρήκαν τις πληροφορίες τους στον Aleksandr Shcherbakov, έναν πρώην πράκτορα της KGB -ο οποίος πλέον είχε περάσει στον ιδιωτικό τομέα- και ήθελε να μοιραστεί όσα ήξερε -για 7 εκατομμύρια δολάρια. Ο Shcherbakov παρείχε ένα αρχείο που περιείχε καταδικαστικά στοιχεία που ενέπλεκαν τον Χάνσεν ως κατάσκοπο.
Το 2000, ο Χάνσεν προήχθη -και πάλι- σε έναν από τους κορυφαίους ειδικούς του FBI. Η προαγωγή είχε προνόμια, όπως ενός ιδιωτικό γραφείο και έναν προσωπικό βοηθό. Αυτό που δεν ήξερε όμως ήταν ότι η προαγωγή, στη πραγματικότητα ήταν μια δικαιολογία για να τον κρατήσουν στην Ουάσιγκτον, όπου θα μπορούσαν να τον παρακολουθούν. Ο βοηθός του, ο Eric O'Neill, ήταν εκεί για να συλλέξει αποδεικτικά στοιχεία και να αποδείξει αναμφισβήτητα ότι ο Χάνσεν ήταν ένοχος γι’ αυτό που κατηγορήθηκε. Ο O'Neill παρατήρησε ότι ο Χάνσεν χρησιμοποιούσε έναν υπολογιστή Palm III για να αποθηκεύει πληροφορίες και, στις 15 Φεβρουαρίου του 2001, πήρε τον υπολογιστή και τον παρέδωσε σε μια ομάδα ειδικών, οι οποίοι κατέβασαν, αποκωδικοποίησαν τα περιεχόμενα και βρήκαν αποδεικτικά στοιχεία εναντίον του Χάνσεν.
Εν τω μεταξύ, αυξάνονταν οι υποψίες του Χάνσεν ότι το FBI τον παρακολουθούσε. Στην τελευταία του επιστολή προς τις ρωσικές επαφές του, έγραψε, «Κάτι ξύπνησε την κοιμισμένη τίγρη». Ακόμα κι έτσι όμως, δε σταμάτησε. Στις 18 Φεβρουαρίου του 2001, πήγε έναν φίλο του στο αεροδρόμιο και στην επιστροφή του στο σπίτι, πέρασε από το πάρκο όπου μάζευε τα χρήματα του που του άφηναν οι Σοβιετικοί. Καθώς πήγαινε στο αυτοκίνητό του, με τα χρήματα στο χέρι, εμφανίστηκαν δύο βανάκια, απ’ όπου βγήκαν ένοπλοι πράκτορες οι οποίοι όρμησαν να τον συλλάβουν.
"Γιατί αργήσατε τόσο πολύ;", ήταν το μόνο που είπε.
Κατηγορούμενος με 14 κατηγορίες κατασκοπείας και μία για συνωμοσία για κατασκοπεία, ο Ρόμπερτ Χάνσεν αντιμετώπισε τη θανατική ποινή, και αυτό γιατί οι ενέργειές του οδήγησαν στην εκτέλεση των Σοβιετικών πληροφοριοδοτών που ενεργούσαν υπέρ των ΗΠΑ.
Τελικά, καταδικάστηκε με 15 φορές ισόβια, τις οποίες, επί του παρόντος, εκτίει στο ομοσπονδιακό σωφρονιστικό ίδρυμα στην Florence του Κολοράντο. Ο φυλακισμένος #48551-083 -όπως είναι γνωστός σήμερα- κρατείται σε απομόνωση για 23 ώρες την ημέρα και δεν υπάρχει καμία περίπτωση να αποφυλακιστεί με αναστολή.
Η ιστορία του Χάνσεν έχει αναπαραχθεί σε ταινίες, σειρές και ντοκιμαντέρ. Σε μια από αυτές αναφέρεται στο κεφάλαιο 5 του βιβλίου του Νταν Μπράουν «Ο Κώδικας ντα Βίντσι», ως το πιο γνωστό μέλος του Όπους Ντέι για τα μη μέλη, λόγω της σεξουαλικής απόκλισης και της καταδίκης κατασκοπείας του, η φήμη του οποίου πληγώθηκε άσχημα. Επίσης, ο ρόλος του Eric O'Neill στη σύλληψη του Χάνσεν δραματοποιήθηκε στην ταινία του 2007 Breach, στην οποία, ο κρις Κούπερ υποδύθηκε τον Χάνσεν και ο Ράιαν Φίλιπ τον O'Neill.
από: ati
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου