Τετάρτη 13 Μαρτίου 2019

Οι φόνοι της Clementine Barnabet, που ισχυρίστηκε ότι σκότωσε 35 ανθρώπους


Νωρίς το απόγευμα, στα τέλη του Ιανουαρίου του 1911, ένας αστυνομικός στο West Crowley της Λουιζιάνα έλαβε μια επείγουσα τηλεφωνική κλήση. Οι γείτονες φοβόντουσαν ότι κάτι τρομερό συνέβη στην 605 Western Avenue. Πράγματι, όταν η αστυνομία έφτασε επί τόπου, βρήκαν τους τρεις ένοικους του σπιτιού -έναν άντρα, μια γυναίκα και ένα μικρό αγόρι- ξαπλωμένους στο κρεβάτι με τα κρανία τους ανοικτά. Το κρεβάτι ήταν γεμάτο με αίματα και στο πάτωμα υπήρχαν ματωμένες πατημασιές. Οι πόρτες ήταν κλειδωμένες, κάτι που έδειχνε ότι ο δολοφόνος είχε μπει από κάποιο παράθυρο και δολοφόνησε την οικογένεια ενώ εκείνοι κοιμόντουσαν. Σε μια γωνία, υπήρχε ένας κουβάς με αίμα, ενώ στο κεφάλι του κρεβατιού, ακριβώς πάνω από τα κορμιά, υπήρχε ένα αιματοβαμμένο τσεκούρι.



Η τοπική εφημερίδα την ονόμασε "την πιο κτηνώδη δολοφονία στην ιστορία αυτού του τμήματος". Όμως, επρόκειτο απλά για μια από τις ανάλογες σφαγές με τσεκούρι που θα τρομοκρατούσαν μέρη της Λουιζιάνα και του Τέξας στις αρχές της δεκαετίας του 1910. Τα εγκλήματα συνδέθηκαν με τις φήμες για μια τρελή ιέρεια του Βουντού και με μια λατρεία που ονομάστηκε "Church of Sacrifice" (Εκκλησία της Θυσίας), η οποία λέγεται ότι έσφαζε τα θύματά της ως μέρος των περίεργων τελετουργιών της. Όμως, αν και οι υποψίες, αρχικά επικεντρώθηκαν σε αρκετούς άντρες, θα αποδεικνυόταν ότι δολοφόνος ήταν μια Αφρο-αμερικανή ονόματι Clementine Barnabet, η οποία ίσως δεν είχε καμία σύνδεση με το Βουντού. Τελικά, ομολόγησε ότι είχε σκοτώσει 35 ανθρώπους -αν και παραμένει άγνωστος ο ακριβής αριθμός.

"Χτυπήματα κατακούτελα με ένα τσεκούρι"


Στις αρχές της δεύτερης δεκαετίας του 20ου αιώνα, οι δολοφονίες πυροδότησαν ένα μονοπάτι τρόμου σε πόλεις που ήταν κατά μήκος της σιδηροδρομικής γραμμής του νότιου Ειρηνικού. Αν και οι πηγές διαφωνούν για την πρώτη δολοφονία που συνδέεται με την υπόθεση, ίσως να ήταν μια γυναίκα, ονόματι Edna Opelousas, και τα τρία της παιδιά που σκοτώθηκαν στην πόλη Rayne της Λουιζιάνα το Νοέμβριο του 1909. Η επόμενη δολοφονία συνέβη στα τέλη Ιανουαρίου 1911, όταν ο Walter Byers, η σύζυγός του και ο γιος τους πέσαν θύματα στην πόλη Crowley της Λουιζιάνα. Η αστυνομία ήταν κάπως συνηθισμένη με τα εγκλήματα που συνέβαιναν σ' αυτό το μεγάλο, φτωχό τμήμα της πόλης, αλλά η βαρβαρότητα των δολοφονιών -"χτυπήματα κατακούτελα με ένα τσεκούρι", όπως το θέτει μια πηγή- τους ξάφνιασε όλους. Λίγο περισσότερο μετά από τέσσερις εβδομάδες, στις 25 Φεβρουαρίου, ο δολοφόνος χτύπησε ξανά, σκοτώνοντας τέσσερα μέλη της οικογένειας Andrus στην πόλη Lafayette της Λουιζιάνα. Μέχρι τότε, η αστυνομία άρχισε να υποψιάζεται ότι τα εγκλήματά έμοιαζαν τόσο πολύ, που μπορεί να ήταν "το έργο του ίδιου τρομερού τέρατος". Ένα μήνα αργότερα, στο Σαν Αντόνιο του Τέξας, ο Alfred και η Elizabeth Casaway δολοφονήθηκαν με παρόμοιο τρόπο, μαζί με τα τρία παιδιά τους.

Μετά από λίγες λανθασμένες ενδείξεις, η αστυνομία επικεντρώθηκε στον Raymond Barnabet, έναν ντόπιο μικροεγκληματία από την πόλη Lafayette που ζούσε στο "πίσω μέρος της πόλης". Ο Raymond συνελήφθη με βάση τις υποψίες της ερωμένης του -μετά από έναν καυγά, εκείνη παραπονέθηκε σε έναν φίλο της και πρότεινε την πιθανή σύνδεση του Raymond με τις δολοφονίες. Κατά τη διάρκεια της δίκης του τον Οκτώβριο του 1911, τα παιδιά του Raymond -Zepherin και Clementine- κατέθεσαν εναντίον του πατέρα τους και η έφηβη Clementine περιέγραψε μια γραφική ιστορία στην οποία, ο πατέρα της επέστρεψε στο σπίτι ένα βράδυ με αίματα στα ρούχα του καθώς απειλούσε την οικογένεια. Η Zepherin επιβεβαίωσε την ιστορία, προσθέτοντας ότι ο πατέρας τους καυχείθηκε ότι θα "σκοτώσει ολόκληρη την οικογένεια του Andrus". Και τα δύο παιδιά δήλωσαν ότι φοβόντουσαν για τη ζωή τους αν ο πατέρας τους έμενα ελεύθερος.

Όμως, ενώ ο Raymond ήταν στη φυλακή, έγινε ακόμη μια δολοφονία. Στις 26 Νοεμβρίου του 1911, ο Norbert Randall, η σύζυγός του, τρία παιδιά τους και ο ανιψιός τους δολοφονήθηκαν στην πόλη Lafayette με τον ίδιο τρόπο, αλλά με μια τρομακτική προσθήκη: ενώ η υπόλοιπη οικογένεια δέχτηκε επίθεση με τσεκούρι, ο Norbert πυροβολήθηκε στο κεφάλι.

Ήταν σαφές ότι ο δολοφόνος ήταν ακόμα ελεύθερος. Ο σερίφης της Lafayette, Louis LaCoste, ο οποίος υποπτευόταν ήδη τα παιδιά του Raymond, τα συνέλαβε και τα δύο. Οι υποψίες του προήλθαν εν μέρει από το γεγονός ότι είχαν κακή φήμη στην πόλη. Κατά τη διάρκεια της δίκης του Raymond, οι γείτονές τους, η οικογένεια Stevens, τα χαρακτήρισαν ως "βρώμικα, ύποπτα, έκφυλα". Επίσης, υπήρχε ακόμη μια λεπτομέρεια που ανησυχούσε τον LaCoste: Όταν η αστυνομία πήγε στο σπίτι των Barnabet για να συλλάβει τον Raymond, βρέθηκε αίμα από τις δολοφονίες των Andrus στα ρούχα της Clementine. Κατά τη διάρκεια της δίκης δήλωσε ότι ο πατέρας της είχε σκουπίσει τα αίματα πάνω της, αλλά ο σερίφης δεν ήταν τόσο σίγουρος.

Πράγματι, όταν η αστυνομία συνέλαβε την Clementine και έψαξαν το σπίτι, βρήκαν περισσότερα καταδικαστικά στοιχεία. Όπως ανέφερε μια εφημερίδα στις 28 Νοεμβρίου του 1911, υπήρχαν "γυναικεία ρούχα στο δωμάτιό της, γεμάτα με αίμα και καλυμμένα από ανθρώπινο εγκέφαλο". Όχι μόνο αυτό, αλλά και το μάνταλο στην πόρτα τους ήταν καλυμμένο με αίμα. Η Zepherin παρείχε άλλοθι για τη νύχτα των δολοφονιών, αλλά η Clementine δεν είχε και έτσι μεταφέρθηκε στη φυλακή.

Ακόμα και τότε όμως, οι δολοφονίες δεν σταμάτησαν.

Οι Human Five


Τον Ιανουάριο του 1912, τρεις ακόμη οικογένειες δολοφονήθηκαν. Στην τρίτη περίπτωση -όταν ο Felix Broussard, η σύζυγός του και τα τρία παιδιά τους σκοτώθηκαν στην πόλη Lake Charles της Λουιζιάνα- ο δολοφόνος (ή οι δολοφόνοι) τέντωσαν τα χέρια των θυμάτων με κομμάτια ξύλου και άφησε ένα χειρόγραφο μήνυμα στον τοίχο. Κάποιοι λένε ότι το μήνυμα γράφτηκε με αίμα. Άλλοι, με μολύβι. Όπως και να έχει, το μήνυμα ήταν τρομακτικό: "Όταν εκείνος ψάξει για αίμα, δε θα ξεχάσει την κραυγή των ταπεινών" (μια εκδοχή των Ψαλμών 9:12 στην King James Bible, την Μετάφραση Νέου Κόσμου, μια σύγχρονη μετάφραση της Αγίας Γραφής που εκδίδεται από τους Χριστιανούς Μάρτυρες του Ιεχωβά. Το πλήρες όνομα της μετάφρασης αυτής είναι Η Αγία Γραφή—Μετάφραση Νέου Κόσμου). Το μήνυμα υπογραφόταν από τους "Human Five" (Άνθρωποι Πέντε). Ο αριθμός στην υπογραφή οδήγησε την αστυνομία να πιστέψει ότι επρόκειτο για ομάδα δολοφόνων, ενώ ο Τύπος έδωσε στην ομάδα το παρατσούκλι Human Five Gang.

Οι εφημερίδες συνέδεσαν τις δολοφονίες με κάποιο τελετουργικό Βουντού. Μια από αυτές -η El Paso Gazette- δημοσίευσε μια ιστορία σχετικά με τις δολοφονίες του Broussard με τίτλο "Οι τρόμοι του Βουντού ξεσπούν ξανά". Η ιστορία πρότεινε ότι τα εγκλήματα συνδέονται με ανθρώπινη θυσία ως μέρος ενός τελετουργικού βουντού και υπογράμμισε την ιδέα του αριθμού πέντε που έχει τελετουργική σημασία. "Πριν από δύο μήνες, έξι μέλη της οικογένειας Wexford έπεσαν στα χέρια των φανατικών, αλλά ένα βρέφος που γεννήθηκε την ημέρα πριν από την τραγωδία και κατά πάσα πιθανότητα δεν είχε ληφθεί υπόψη όταν τα σχέδια για την ανθρώπινη θυσία είχαν τελειώσει", έγραψε ο ρεπόρτερ. "Τώρα έρχεται η τραγωδία των Broussard με πέντε θύματα, ολοκληρώνοντας έτσι μια σειρά θυσιών, πέντε ξεχωριστών οικογενειών, κάθε μία από τις οποίες προφανώς προορίζονταν να εμπλέκονται πέντε θύματα". Βέβαια, αυτοί οι αριθμοί δεν ήταν απολύτως ακριβείς -τα θύματα κυμαίνονταν από τέσσερα έως έξι.

Η El Paso Gazette ήταν μια από τις πολλές εφημερίδες που ασχολήθηκε με την άγγελο του βουντού. Αρκετές τοπικές εφημερίδες δημοσίευσαν άρθρα εκφράζοντας την πιθανότητα οι δολοφονίες να συνδέονται με το βουντού. Περίπου την ίδια εποχή, υπήρχαν φήμες ότι η Clementine ήταν η ηγέτιδα κάποιας λατρείας που ονομαζόταν "Εκκλησία της Θυσίας" (Church of Sacrifice), η οποία υποτίθεται ότι καθοδηγούταν από κάποιον αιδεσιμότατο King Harris, έναν Πεντηκοστιανό ιεροκήρυκα με μικρό εκκλησίασμα που συνδεόταν με την Christ's Sanctified Holy Church. Η αστυνομία πήρε τον Harris για ανάκριση λόγω φημών για ανέλεγκτη θρησκευτική ανάμειξη, αλλά ο αιδεσιμότατος δεν είχε ακούσει ποτέ για την Church of Sacrifice και ήταν εμφανώς ταραγμένος σκεφτόμενος ότι τα κηρύγματά του θα μπορούσαν ενδεχομένως να έχουν εμπνεύσει μια σειρά αιματηρών δολοφονιών.

Τελικά, οι ερευνητές θα έπαιρναν μερικές απαντήσεις.

Στις 5 Απριλίου του 1912, η Clementine ομολόγησε 17 φόνους. Ισχυρίστηκε ότι είχε αγοράσει ένα φυλαχτό βουντού για να την προστατεύει, ενώ διέπραττε τα εγκλήματά της, και είπε ότι αυτή και οι συνεργάτες της έριχναν κλήρο για να δουν ποιος θα κάνει τις δολοφονίες. Είπε επίσης ότι ντυνόταν σαν άντρας ώστε να περνάει απαρατήρητη τη νύχτα. Η εφημερίδα Daily Picayune σημείωσε ότι "δήλωσε ότι σκότωσε τα παιδιά επειδή δεν ήθελε να μείνουν άστεγα και ορφανά". Ωστόσο, τα κίνητρά της για τα εγκλήματα, δεν έγιναν ποτέ σαφή. Την ίδια ημέρα, μια άλλη εφημερίδα έδωσε στη δημοσιότητα την πλήρη εξομολόγηση της, αλλά πρόσθεσε στο τέλος, "κάποιοι πιστεύουν και κάποιοι όχι την ομολογία της λόγω του τρόπου που ορκίστηκε στη δίκη του πατέρα της και των παραπλανητικών πληροφοριών που έδωσε σχετικά με τους συνεργούς της".

Πράγματι, η ιστορία της ήταν περίεργη.

Προηγουμένως είχε καταθέσει στο δικαστήριο ότι ο πατέρας της ήταν ο επικίνδυνος άνθρωπος πίσω από τις δολοφονίες, αλλά εκείνοι συνέχισαν να συμβαίνουν. Κατονόμασε τους συνεργούς της, αλλά όταν τους έψαξαν, δεν τους βρήκαν. Έγιναν αρκετές συλλήψεις, αλλά οι έρευνες για τους υπόλοιπους της "Human Five" έπεσε σε αδιέξοδο.

Ο εισαγγελέας της περιφέρειας θεώρησε ότι μερικές από τις δολοφονίες ήταν αντιγραφή, αλλά πίστευε ότι η Clementine ήταν τόσο "ηθικά διεστραμμένη" που ήταν ένοχη για όλα όσα ομολόγησε -η ίδια είχε παραδεχτεί ότι "χάιδευε" τα πτώματα αφού τα σκότωνε...

Τα αρχεία του δικαστηρίου της δίκης Barnabet δημοσιοποιήθηκαν από το The Federal Writers Project το 1942. Κατά πάσα πιθανότητα, δεν υπήρξε ποτέ "Εκκλησία της Θυσίας", όπως έλεγαν οι εφημερίδες. Ο αιδεσιμότατος Harris είχε κηρύξει στη Lafayette τη νύχτα των δολοφονιών των Randall, αλλά, κατά τα άλλα, δεν είχε καμία εμπλοκή. Είναι πιθανό οι λέξεις "Sanctify" και "Sanctified" να συγχέονται με τη λέξη "sacrifice" (θυσία) όταν ξεκίνησαν οι φήμες για λατρεία βουντού. Έτσι διαδόθηκε η παραπληροφόρηση.

Αλλά η ζημιά με το βουντού είχε ήδη γίνει. Ο πληθυσμός της πόλης Lafayette ήταν πρόθυμος να ρίξει τις ευθύνες σε ιέρειες του βουντού. Το ότι η Clementine κατονόμασε τον ιερέα του Βουντού Joseph Thibodeaux ως τον άνθρωπο που της έδωσε το φυλαχτό δεν βοήθησε. Η ίδια είπε ότι εκείνος της έδωσε τις ιδέες για τα εγκλήματα, αλλά ο Thibodeaux ορκίστηκε ότι αυτό δεν είχε συμβεί ποτέ, και ότι απείχε πολύ από το να είναι ιερέας του βουντού. Απλώς ασχολούνταν με την παραδοσιακή ιατρική.

Παρά τις υποψίες των ερευνητών σχετικά με την ομολογία της Clementine, οι ιστορίες συνέχισαν να κυκλοφορούν. Ο Bruner υπέβαλε επίσημα κατηγορίες εναντίον της στις 14 Απριλίου 1912. Ενώ βρισκόταν στη φυλακή, ομολόγησε συνολικά 35 δολοφονίες, αλλά συνέχισε να λέει την ιστορία της με διαφορετικές λεπτομέρειες που δυσκόλευαν να βρεθεί η αλήθεια.

Οι δικηγόροι της ισχυρίστηκαν ότι ήταν παράφρων, αλλά η δίκη έγινε και καταδικάστηκε σε θάνατο στη φυλακή της Λουιζιάνας, σε ηλικία 19. Στις 31 Ιουλίου του 1913, προσπάθησε να δραπετεύσει, αλλά την έπιασαν την ίδια μέρα. Παρά την απόπειρα απόδραση, θεωρήθηκε πρότυπο φυλακισμένου. Ωστόσο, δεν εξέτισε πολύ από την ποινή της. Σύμφωνα με μια σύντομη έκθεση σχετικά με τη φυλακή, η Clementine μπήκε σε μια "διαδικασία" που λέγεται ότι την "αποκατέστησε" και που της επέτρεψε να αφεθεί ελεύθερη για καλή διαγωγή μετά από 10 χρόνια φυλάκισης. Από τότε, δεν άκουσε κανείς ποτέ ξανά τίποτα γι' αυτήν.

Πραγματικότητα ή ηθικός πανικός;


Πόση από την ιστορία της Clementine είναι πραγματική και πόση είναι κατασκευή του Τύπου; Τα στοιχεία που βρέθηκαν στο δωμάτιό της και το θέμα των ρούχων της, δείχνουν ότι διέπραξε μερικές από αυτές τις δολοφονίες, αλλά ίσως όχι όλες. Ίσως, κάποιος στο σπίτι της έκανε πολλές από αυτές τις δολοφονίες, αλλά οι ομολογίες της είναι τόσο αντιφατικές.

Ίσως αν η φυλή ή η τάξη της Clementine ήταν διαφορετική, θα ήμασταν πιο κοντά στο να ξέρουμε την αλήθεια.

Παραδόξως, υπήρχαν περισσότερες δολοφονίες με τσεκούρι που τρομοκρατούσαν την Λουιζιάνα την ίδια εποχή. Σε κοντινή απόσταση, οι δολοφονίες του περίφημου Axeman της Νέας Ορλεάνης βασάνιζαν τους ντόπιους στα τέλη της δεκαετίας του 1910. Οι δολοφονίες δεν διαλευκάνθηκαν ποτέ. Αρκετές δεκαετίες νωρίτερα, τον 18ο αιώνα, ένας δολοφόνος, αποκαλούμενος μερικές φορές "Servant Girl Annihilator", διέπραξε αρκετές δολοφονίες που δεν έχουν λυθεί ποτέ.

Οι ειδικοί δεν είναι σίγουροι αν μπορούν να συνδεθούν όλες αυτές οι δολοφονίες.

Όμως ένα είναι σίγουρο. Πάνω από έναν αιώνα αργότερα, η ιστορία της Clementine Barnabet -η αλήθεια και οι μύθοι- συνεχίζει να στοιχειώνει τον κόσμο.

από: mental floss

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου