Όλοι θυμόμαστε την απίστευτη ιστορία των Χιλιανών ανθρακωρύχων που επέζησαν παρά τον επί 69 μέρες εγκλωβισμό τους στα ορυχεία. Δείτε μερικά από τα πιο "σκληρά καρύδια" που δεν το έβαλαν κάτω και κατάφεραν να επιζήσουν κάτω από πολύ αντίξοες συνθήκες.
Ο Ernest Shackleton
Το 1914, η ομάδα του Shackleton ξεκίνησε για την πρώτη Εξερεύνηση της Ανταρκτικής μέσω του Νότιου Πόλου. Το πλοίο τους όμως, το Endurance (φωτογραφία), παγιδεύτηκε σε στρώμα πάγου στη θάλασσα Weddell εγκλωβίζοντας 28 άντρες.
Άντεξαν για 9 ολόκληρους μήνες, αλλά τελικά το πλοίο συνθλίφτηκε από τον πάγο. Έτσι πήραν τις σωστικές λέμβους και στρατοπέδευσαν στον πάγο για άλλους 6 μήνες τρώγοντας κρέας φώκιας και τελικά τα σκυλιά που είχαν μαζί τους για την εξερεύνηση, μέχρι που ο πάγος χωρίστηκε. Αναγκάστηκαν να πάνε στο κοντινό Elephant Island, σε νερό με θερμοκρασία -29oC. Από εκεί, ο Shackleton και 5 άντρες χρειάστηκαν προμήθειες 4 εβδομάδων και μια βάρκα μήκους 7 μέτρων για ένα ταξίδι 1.287 χλμ μέχρι το South Georgia Island, όπου ήλπιζαν πως θα βρουν βοήθεια. Μετά από ένα ταξίδι 16 ημερών και με μέσο πλοήγησης το στίγμα από αναμέτρηση (η διαδικασία υπολογισμού της παρούσας θέσης προβάλλοντας σε χάρτη, την πορεία και την ταχύτητα από ένα γνωστό σημείο που πέρασε κάποιος), οι άντρες έφτασαν στο South Georgia, αλλά σε ένα ακατοίκητο μέρος. Ο Shackleton και 2 άντρες διέσχισαν το -τότε- αχαρτογράφητο νησί σε 36 ώρες. Μετά από πολλές προσπάθειες για 3 μήνες ο Shackleton επέστρεψε στο Elephant Island για να σώσει και το υπόλοιπο πλήρωμα. Όλοι τους επιβίωσαν. Το επόμενο πέρασμα της Ανταρκτικής έγινε μετά από 40 χρόνια.
Aron Ralston
Το 2003, ο Ralston κατέβαινε το Blue John Canyon, ένα απομακρυσμένο τεχνητό φαράγγι στη νότια Γιούτα, όταν μετατοπίστηκε ένας ορειβατικός κρίκος, συνθλίβοντας το δεξί του χέρι και εγκλωβίζοντας τον. Ο Ralston έμεινε εκεί που ήταν με το χέρι του σφηνωμένο στα βράχια για 127 ώρες, χωρίς τροφή και νερό και τελικά πίνοντας τα ίδια του τα ούρα. Έκοψε το χέρι του με ένα στομωμένο πολυεργαλείο, κατέβηκε με το ένα χέρι και περπάτησε μέχρι να βρει από το φαράγγι.
Ο Joe Simpson
Το 1985, ο Joe Simpson και ο Simon Yates ανέβαιναν στην -τότε- ανεξερεύνητη δυτική πλαγιά του Siula Grande στις Περουβιανές Άλπεις και έχοντας ακόμα 914 μέτρα μέχρι να βρεθούν σε ασφαλές μέρος, ο Simpson γλίστρησε και έσπασε το πόδι του. Ο Yates έδεσε τα σχοινιά τους και άρχισε ν τον κατεβάζει. Όλα πήγαιναν καλά μέχρι που κατέβασε τον Simpson από ένα γκρεμό. Ο Simpson κρεμόταν ελεύθερος από την άκρη και προσπαθούσε να επικοινωνήσει με τον Yates, ο οποίος δεν μπορούσε να τον ακούσει εν μέσω σφοδρής καταιγίδας. Καθηλωμένος εκεί και ενώ ολίσθαινε, ο Yates τελικά έκοψε το σχοινί, ρίχνοντας τον Simpson από ύψος 46 μέτρων σε μια ρωγμή από κάτω του. Αμέσως σκέφτηκε πως ο φίλος του σκοτώθηκε έφτιαξε ένα μέρος μέσα στο χιόνι για να περάσει το βράδυ και το επόμενο πρωί επέστρεψε στη βάση τους. Ο Simpson, όμως δεν είχε πεθάνει.
Ανήμπορος να ανέβει από την ρωγμή, ο Simpson σύρθηκε ακόμα πιο βαθιά στον παγετώνα, όπου μπόρεσε και ξέφυγε μέσα από ένα άνοιγμα. Επί τρεις μέρες σερνόταν και γλιστρούσε για 8 χλμ μέχρι να γυρίσει στην βάση.
Ο Beck Weathers
Ο Weathers ήθελε να ανέβει το Έβερεστ το 1996. Δεν μπορούσε να δει και να σταματήσει στο South Col, περιμένοντας να οδηγήσει τον Rob Hall κάτω από το βουνό. Αλλά ο Hall ανέβηκε ακόμα πιο πολύ και δεν γύρισε ποτέ.
Με γυμνά χέρια και πόδια -έπαθε πολλαπλά κρυοπαγήματα- έπεσε σε μια χιονοθύελλα, αλλά κατάφερε να γυρίσει στο Camp IV, όπου τον βρήκε ο Anatoli Boukreev και ειδοποίησε τους υπόλοιπους κατασκηνωτές και έβαλαν τον Weathers σε μια σκηνή. Βλέποντας σε τέτοια κατάσταση οι άλλοι αναρριχτές πίστευαν πως θα πεθάνει και προσπάθησαν να τον ανακουφίσουν μέχρι το μοιραίο. Πέρασε τη νύχτα στη σκηνή, ανήμπορος να φάει και να πιει κάτι ή να τακτοποιήσει τον υπνόσακο που του έδωσαν για να ζεσταθεί. Την επόμενη μέρα ήταν ακόμα ζωντανός και περπάτησε μέχρι το Camp II. Τελικά τον παρέλαβε ένα ελικόπτερο, η μοναδική διάσωση σε τόσο μεγάλο υψόμετρο. Τελικά του έκοψαν το δεξί χέρι, όλα τα δάχτυλα του αριστερού χεριού, τμήματα και από τα δυο πόδια και τη μύτη.
Οι Χιλιανοί ανθρακωρύχοι "Los 33"
Το 2010, ένα ορυχείο χρυσού και χαλκού κοντά στο Copiapo της Χιλής, κατέρρευσε εγκλωβίζοντας 33 εργάτες σε βάθος ενός χλμ.
Οι 33 περίμεναν. Χρησιμοποίησαν τις προμήθειες τους -που έφταναν για 2 έως 3 μέρες, σε δυο εβδομάδες. 17 μέρες μετά τον εγκλωβισμό τους, ένα τρυπάνι άρχισε να ανοίγει τρύπες για να τον απεγκλωβισμό τους, οι χειριστές στην επιφάνεια βρήκαν ένα σημείωμα. "Estamos bien en el refugio, los 33" (Είμαστε καλά στο καταφύγιο, οι 33). Οι "33" οργανώθηκαν -με δημοκρατικές διαδικασίες- και εργάστηκαν όλοι μαζί για την επιβίωση τους. Μετά από 68 μέρες υπογείως, κατέβηκε μια κάψουλα για τους μεταφέρει στην επιφάνεια. Μέσα σε 24 ώρες όλοι τους είχαν απεγκλωβιστεί.
Οι τρεις Μεξικανοί ψαράδες
Τον Οκτώβριο του 2005, ο Lucio Rendón, ο Salvador Ordóñez, ο Jesús Vidaña και ακόμη δυο άντρες ξεκίνησαν από το San Blas, ένα μικρό, μεξικάνικο ψαροχώρι με μια 9μετρη βάρκα και έναν ασύρματο για κυνήγι καρχαριών. Ξέμειναν από καύσιμα και έμειναν μεσοπέλαγα. Για 9 μήνες!
Έπιναν νερό της βροχής, έπιαναν ψάρια με καλώδια, έτρωγαν ωμούς γλάρους, έπαιζαν κιθάρα "στον αέρα", τραγουδούσαν και έριξαν στη θάλασσα τους άλλους δυο που αρνούμενοι να φάνε ωμά ψάρια πέθαναν. Σώθηκαν τον Αύγουστο του 2006 από μια ταϊβανέζικη ψαρόβαρκα που είδε την βάρκα τους στο ραντάρ της και ξεκίνησε να τους βρει.
Ο Nando Parrado και ο Roberto Canessa
Τον Οκτώβριο του 1972, η Πτήση 571 των Ουρουγουανικών Αερογραμμών συνετρίβη στις Άνδεις, σκοτώνοντας πάνω από το 1/4 των επιβατών. 29 άνθρωποι επέζησαν, αλλά 8 απ' αυτούς παρασύρθηκαν από χιονοστιβάδα. Οι επιζώντες ξέμεινα με λίγα τρόφιμα και χωρίς θέρμανση, σε ύψος 3.600 μέτρων. Με πολύ τρόμο, αναγκάστηκαν να φάνε την σάρκα των νεκρών. Επέζησαν για δυο μήνες. Οι Nando Parrado και Roberto Canessa (στην φωτογραφία με τον Χιλιανό αγωγιάτη Sergio Catalán) περπάτησαν για 10 μέρες στις Άνδεις με λίγη "τροφή" και υπνόσακους που έφτιαξαν μόνοι τους για να βρουν βοήθεια και να σώσουν και τους υπόλοιπους.
Η Sophie το Cattle Dog
Η Jan and ο Dave Griffith ήταν στο οικογενειακό γιοτ τους ανοικτά του Queensland στην Αυστραλία, όταν έπεσαν σε καταιγίδα. Η Sophie Tucker, το σκυλί τους, έπεσε στη θάλασσα και οι Griffith δεν μπόρεσαν να την βρουν. Το σκυλί κολύμπησε 9 χλμ μέσα από νερά γεμάτα καρχαρίες μέχρι το νησάκι St. Bees, ένα απομακρυσμένο ηφαιστειογενές νησί περιτριγυρισμένο από κοραλλιογενείς υφάλους. Η Sophie έζησε στο νησί για 4 μήνες, προφανώς τρώγοντας μικρές κατσίκες μέχρι που την βρήκαν δασοφύλακες, την έπιασαν και την επέστρεψαν στους Griffith.
Η Juliane Koepcke
Η πτήση 508 της LANSA απογειώθηκε από τη Λίμα του Περού την παραμονή των Χριστουγέννων του 1971 και έπεσε σε καταιγίδα πάνω από τον Περουβιανό Αμαζόνιο. Ένας κεραυνός χτύπησε τη μια δεξαμενή καυσίμων του αεροπλάνου, σκίζοντας το δεξί φτερό του. Καθώς το αεροπλάνο άρχισε να πέφτει, η μητέρα της 17χρονης Juliane Koepcke της λέει, "Αυτό ήταν"! Η σειρά των καθισμάτων που καθόταν η Koepckeβρέθηκε έξω από το αεροπλάνο στα 10.000 πόδια. Η Koepcke στα μισά του κενού ξαναβρήκε τις αισθήσεις της και έπεσε με το κεφάλι σε κάτι δέντρα. Ξύπνησε στο έδαφος ενός δάσους μόνο με μια διάσειση, μια σπασμένη κλείδα, μια βαθιά πληγή στο πόδι της και ένα μικρό κόψιμο στο χέρι της. Είχε χάσει τα γυαλιά της και ένα σανδάλι και φορούσε ένα ελαφρύ φόρεμα με χαλασμένο φερμουάρ. Άρχισε να περπατάει, ψάχνοντας για κανένα ρυάκι και ακολουθώντας τη ροή του, τελικά βρήκε τα συντρίμμια του αεροπλάνου και μερικά από τα θύματα. Οι υπόλοιποι 91 επιβάτες είχαν πεθάνει. Μετά από 10 μέρες περπατήματος μέσα στο δάσος, βρήκε ένα μικρό καταφύγιο με μια βάρκα και περίμενε εκεί, καθαρίζοντας τις κακοφορμισμένες πληγές της με βενζίνη. Μετά από μερικές ώρες, την βρήκαν ξυλοκόποι και μετά από 7 ώρες την μετέφεραν στον σταθμό τους με κανόε.
Η Tami Oldham Ashcraft
Η Tami Oldham Ashcraft και ο φίλος της βρισκόταν στην 19η ημέρα ενός 30μερου ταξιδιού καθώς διέσχιζαν τον Νότιο Ειρηνικό το 1983, για να παραδώσουν ένα ιστιοφόρο από την Ταϊτή στο Σαν Ντιέγκο, όταν έπεσαν σε έναν τυφώνα κατηγορίας 4. Το πλεούμενο ταρακουνιόταν για τα καλά. Το κύριο κατάρτι έσπασε, η Ashcraft έπεσε αναίσθητη κάτω από το κατάστρωμα και όταν βρήκε τις αισθήσεις της, ο φίλος της είχε χαθεί. Τα ηλεκτρικά του σκάφους δεν δούλευαν και είχε πλημμυρίσει. Η Ashcraft ήταν αδύναμη επειδή είχε χάσει πολύ αίμα, κάθισε για 2 μέρες. Μετά πήρε έναν εξάντα, κατάλαβε που βρισκόταν, έστησε ένα αυτοσχέδιο πανί και προσπάθησε να βρει τα ρεύματα γι να την βγάλουν στη Χαβάη. Μετά από 42 μέρες πλοήγησης μπήκε στο λιμάνι Hilo.
Ο Julian Ritter, ο Laurie Kokx και ο Winfried Heiringhoff
Ο ζωγράφος Julian Ritter απέπλευσε με το 9μετρο σκάφος του από τη Santa Barbara στις 2 Φεβρουαρίου του 1968, εκπληρώνοντας το όνειρο της ζωής του, να ταξιδέψει στη θάλασσα και να αντλήσει έμπνευση απ' αυτό. Μαζί του είχε διάφορα πληρώματα και όταν έφυγε από το Μπόρα Μπόρα του Νοτίου Ειρηνικού στις 17 Ιουνίου του 1970, το πλήρωμα ήταν ο Ritter, ο Laurie Kokx και ο Winfried Heiringhoff. Σχεδίαζαν να φτάσουν στην Χαβάη στις 30 μέρες. Ξαφνικά τα πράγματα στράβωσαν. Η μηχανή, η μίζα, η αντλία λαδιού, η γεννήτρια, η μπαταρία και ο ασύρματος χάλασαν. Έγινε έκρηξη και παραλίγο ο Ritter να σκοτωθεί. Η ραφή στα πανιά άρχισε να χαλαρώνει και το σκάφος άρχισε μπάζει νερά. Κάθε μέρα αντλούσαν 330-1100 λίτρα νερού και ξέμειναν από τρόφιμα μετά από 40 μέρες. Έτριβαν την άλγη από την καρίνα και έφτιαξαν σαπούνι, έπιασαν μερικά ψάρια και καλαμάρια για τροφή. Μετά από 87 μέρες, ένα πολεμικό πλοίο των ΗΠΑ εντόπισε το σκάφος και έσωσε τον Ritter, τον Kokx και τον Heiringhoff, οι οποίοι ήταν σαν "ζωντανοί σκελετοί, μόνο 4 μέρες μακριά από το θάνατο".
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου