Ο όρος "jack-o'-lantern" αναφερόταν αρχικά σε ανθρώπους και όχι σε κολοκύθες. Το 1663, ο όρος σήμαινε κάποιον με φανάρι, ή νυχτοφύλακα. Μια δεκαετία περίπου μετά, άρχισε να χρησιμοποιείται για να αναφερθεί στα μυστηριώδη φώτα που μερικές φορές φαίνονται τη νύχτα πάνω από έλη και βάλτους.
Αυτά τα φώτα -αποκαλούνται jack-o'-lantern, hinkypunk, hobby lantern, corpse candles (κεριά πτωμάτων), fairy lights (φώτα νεράιδων), will-o'-the-wisps και fool's fire (φωτιά του τρελού)- δημιουργούνται όταν αναβλύζουν αέρια από την αποσύνθεση της φυτικής ύλης όταν αυτή έρχεται σε επαφή με ηλεκτρισμό ή θερμότητα ή καθώς οξειδώνεται. Για αιώνες, προτού γίνει γνωστή αυτή η επιστημονική εξήγηση, οι άνθρωποι έλεγαν ιστορίες για να εξηγήσουν αυτά τα μυστήρια φώτα. Στην Ιρλανδία, που χρονολογείται ήδη από τα 1500, οι ιστορίες αυτές συχνά περιστρέφονταν γύρω από έναν τύπο, τον Τζακ.
Ο μύθος
Όπως λέει η ιστορία, ο Stingy Jack -συχνά αναφέρεται ότι ήταν σιδεράς- κάλεσε τον διάβολο να πιούν ένα ποτό. Ο Stingy Jack δεν ήθελε να πληρώσει για τα ποτά και έπεισε τον διάβολο να αλλάξει μορφή και να γίνει ασημένιο νόμισμα. Ο διάβολος το έκανε, αλλά ο Jack δεν πλήρωσε και κράτησε τον διάβολο στην τσέπη του, μαζί με ένα ασημένιο σταυρό, ώστε ο διάβολος να μην μπορεί να αλλάξει στην αρχική του μορφή. Ο Jack τελικά άφησε τον διάβολο ελεύθερο, αλλά τον έβαλε να του υποσχεθεί ότι δε τον εκδικούνταν και δε θα διεκδικούσε την ψυχή του όταν εκείνος θα πέθανε.
Αργότερα, ο Jack εκνεύρισε ξανά τον διάβολο, πείθοντάς τον να ανέβει σε ένα δέντρο για να πάρει ένα φρούτο. Ο Jack σκάλισε έναν σταυρό στον κορμό ώστε ο διάβολος να μην μπορεί να κατέβει. Ο Jack τον άφησε πάλι ελεύθερο, με την προϋπόθεση ότι ο διάβολος και πάλι δε θα τον εκδικούνταν και δε θα διεκδικούσε την ψυχή του.
Όταν τελικά πέθανε ο Stingy Jack, ο Θεός δεν τον δέχτηκε στον παράδεισο. Έτσι, ο διάβολος, κρατώντας τον λόγο του, δε δέχτηκε την ψυχή του Jack στις πύλες της κολάσεως. Αντ' αυτού, του έδωσε ένα κάρβουνο να καίει για να του φωτίζει το δρόμο του και τον έστειλε να "βρει την κόλασή του". Ο Jack έβαλε το κάρβουνο σε ένα λαξευμένο γογγύλι και από τότε τριγυρνάει στη. Στην Ιρλανδία, τα φώτα των φαντασμάτων που φαίνονται στους βάλτους λέγεται ότι είναι το φανάρι του Jack, που κινείται καθώς η ανήσυχη ψυχή του περιπλανάται στην ύπαιθρο. Αυτός και τα φώτα ονομάστηκαν "Jack of the Lantern" ή "Jack O'Lantern".
Παλιά ιστορία, νέες παραδόσεις
Ο θρύλος μεταφέρθηκε από τους Ιρλανδούς και στον Νέο Κόσμο και συγκρούστηκε με μια παράδοση του Παλιού Κόσμου και μια καλλιέργεια του Νέου. Στα Βρετανικά Νησιά υπήρχε η παράδοση να κάνουν φανάρια από λαχανικά. Για να γιορτάσουν τη συγκομιδή του φθινοπώρου, σκάλιζαν γογγύλια, τεύτλα και πατάτες και τα γέμιζαν με κάρβουνο ή κεριά. Σαν αστείο, τα παιδιά μερικές φορές περιπλανιόνταν στους δρόμους με αυτά τα φανάρια ώστε να εξαπατήσουν τους φίλους τους και να νομίζουν ότι είναι ο Stingy Jack ή κάποια άλλη χαμένη ψυχή. Στην Αμερική, οι κολοκύθες ήταν αρκετά διαδεδομένες και είναι καλές για σκάλισμα, οπότε έγιναν το κύριο λαχανικό της παράδοσης και της φάρσας. Με την πάροδο του χρόνου, τα παιδιά εξευγένισαν τη φάρσα και άρχισαν να σκαλίζουν ακατέργαστα πρόσωπα στις κολοκύθες ώστε τα φανάρια να μοιάζουν με κεφάλια. Μέχρι τα μέσα του 1800, το ψευδώνυμο του Stingy Jack αναφερόταν πλέον στα φανάρια κολοκύθας, που θύμιζαν το δικό. Έτσι πήρε το όνομά της η κολοκύθα Jack-O’-Lantern.
Προς τα τέλη του 19ου αιώνα, οι κολοκύθες είχαν γίνει πλέον τυπική εποχιακή διακόσμηση. Μάλιστα, πάρα πολλές τέτοιες διακοσμητικές κολοκύθες υπήρξαν σε ένα πάρτι της υψηλής κοινωνίας στο Halloween του 1892, το οποίο διοργάνωσε ο δήμαρχος της Ατλάντα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου