Διαφήμιση σε εφημερίδα - πηγή
Στις 4 Μαρτίου του 1922, οι θεατές μπήκαν στη Μαρμάρινη Αίθουσα του Ζωολογικού Κήπου του Βερολίνου για να δουν το "Nosferatu: A Symphony of Horror" (Νοσφεράτου, μια συμφωνία τρόμου).
Η ταινία ξεκινάει με έναν νεαρό υπάλληλο που ταξιδεύει για να δει έναν πλούσιο κόμη στο κάστρο του στα βουνά. Κατά την άφιξη, τον υποδέχεται ένας ψηλός άνδρας με μαύρα. Αργότερα, κατά τη διάρκεια της παραμονής του υπαλλήλου, ανακαλύπτει ότι ο οικοδεσπότης του περνούσε τις μέρες του κοιμισμένος σε ένα φέρετρο κάτω από το κτίριο.
Για πολλούς θεατές, η πρεμιέρα της βουβής ταινίας σηματοδότησε την πρώτη φορά που είδαν ένα βαμπίρ στην οθόνη. Οι πιο αξέχαστες εικόνες, όπως η σκιά του Κόμη Ορλόκ που γλιστράει σε έναν τοίχο ή η αντίδρασή του στο φως του ήλιου, είναι πλέον κλασικές του είδους. Όμως, η καινοτομία του Νοεσφεράτου δεν αλλάζει το γεγονός ότι η ταινία κατέκλεξε τον Δράκουλα του Μπραμ Στόκερ -μια λεπτομέρεια που παραλίγο να θάψει την ταινία προτού είχε καν την ευκαιρία να κερδίσει τη φήμη της ως κινηματογραφικό αριστούργημα.
Ο Γερμανός παραγωγός ταινιών Άλμπιν Γκράου ισχυρίστηκε ότι είχε την ιδέα του Νοσφεράτου ενώ βρισκόταν στη Σερβία κατά τη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Εκεί, συνάντησε ντόπιους που μοιράστηκαν μαζί του θρύλους δαιμόνων που ρουφούν το αίμα και τρομοκρατούν την ύπαιθρο. Γοητεύτηκε ιδιαίτερα από την ιστορία ενός αγρότη που ισχυρίστηκε ότι ο πατέρας του ήταν μέλος των νεκρών. Μην μπορώντας να ξεχάσει αυτά που είχε ακούσει, αποφάσισε να κάνει τους βρικόλακες τη βάση του επόμενου έργου του.
Παρόλο που η έμπνευση του Γκράου για το θέμα προήλθε από προσωπική εμπειρία, ήταν έτοιμος να αντλήσει το πραγματικό περιεχόμενο της ταινίας από την πιο δημοφιλή ιστορία με βρικόλακα της εποχής, το μυθιστόρημα του Μπραμ Στόκερ του 1897 "Δράκουλας". Το 1921, σε συνεργάστηκε με τον συνάδελφό του παραγωγό Ενρίκο Ντίκμαν, ίδρυσε την Prana Film και προσέλαβε τον Χένρικ Γκάλεεν για να γράψει το σενάριο και τον Φρίντριχ Βίλχελμ Μούρναου για τη σκηνοθεσία. Το μόνο εμπόδιο που στεκόταν στο δρόμο της παραγωγής ήταν το γεγονός ότι δεν είχαν άδεια να την κάνουν.
Ο Ιρλανδός συγγραφέας του Δράκουλα είχε πεθάνει πριν από σχεδόν μια δεκαετία και το υλικό του ήταν ήδη ελεύθερο για το κοινό στις ΗΠΑ λόγω σφάλματος πνευματικών δικαιωμάτων -αν και αυτό ανακαλύφτηκε αργότερα. Όμως στη Γερμανία, όπου το βιβλίο έγινε κοινό 50 χρόνια αργότερα μετά το θάνατο του συγγραφέα, η χήρα του συγγραφέα, Florence Balcombe Stoker, είχε τα δικαιώματα του έργου. Οι κινηματογραφιστές είτε δεν μπόρεσαν είτε δεν ήθελαν να την πείσουν να υπογράψει το έργο, οπότε για να γυρίσουν την ταινία θα έπρεπε είτε να φύγουν από τη χώρα είτε να περιμένουν μέχρι τη δεκαετία του 1960.
Έτσι, κατέληξαν σε μια τρίτη επιλογή: να προχωρήσουν την ταινία και να ελπίζουν ότι δε θα ασχολούνταν κανείς. Η ομάδα τροποποίησε μερικά από τα πιο αναγνωρίσιμα στοιχεία του Δράκουλα. Το κύριο σκηνικό μεταφέρθηκε από το Λονδίνο σε μια φανταστική πόλη της Γερμανίας, ο πρωταγωνιστής Jonathan Harker έγινε Thomas Hutter και ο Κόμης Δράκουλας άλλαξε σε Κόμη Ορλόκ. Ως επί το πλείστον όμως, οι κύριοι χαρακτήρες και τα σημεία πλοκής παρέμειναν τα ίδια.
Και οι δύο ιστορίες ξεκινούν με έναν άνδρα που αποποιείται ενός σπιτιού στη γενέτειρά του, το αφήνει σε έναν άνδρα που αργότερα αποκαλύφθηκε ότι ήταν βρικόλακας, και τελειώνουν με το βαμπίρ να κυνηγά τη γυναίκα του πρωταγωνιστή. Ακόμη και η λέξη "nosferatu", ένας όρος της Ανατολικής Ευρώπης για τους νεκρούς, αφαιρέθηκε από τις σελίδες του μυθιστορήματος του Στόκερ.
Όταν έκανε πρεμιέρα το Νοσφεράτου, φαινόταν ότι η Prana Film την είχε γλυτώσει με την πνευματική κλοπή. Η ταινία έτυχε θερμής υποδοχής από τους Γερμανούς κριτικούς, οι οποίοι επαίνεσαν τα εντυπωσιακά οπτικά της και την ατμόσφαιρά της. Δεν απέδωσε όμως τόσο καλά στο box office όπως αναμενόταν.
Για πολλούς θεατές, η πρεμιέρα της βουβής ταινίας σηματοδότησε την πρώτη φορά που είδαν ένα βαμπίρ στην οθόνη. Οι πιο αξέχαστες εικόνες, όπως η σκιά του Κόμη Ορλόκ που γλιστράει σε έναν τοίχο ή η αντίδρασή του στο φως του ήλιου, είναι πλέον κλασικές του είδους. Όμως, η καινοτομία του Νοεσφεράτου δεν αλλάζει το γεγονός ότι η ταινία κατέκλεξε τον Δράκουλα του Μπραμ Στόκερ -μια λεπτομέρεια που παραλίγο να θάψει την ταινία προτού είχε καν την ευκαιρία να κερδίσει τη φήμη της ως κινηματογραφικό αριστούργημα.
Ο Γερμανός παραγωγός ταινιών Άλμπιν Γκράου ισχυρίστηκε ότι είχε την ιδέα του Νοσφεράτου ενώ βρισκόταν στη Σερβία κατά τη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Εκεί, συνάντησε ντόπιους που μοιράστηκαν μαζί του θρύλους δαιμόνων που ρουφούν το αίμα και τρομοκρατούν την ύπαιθρο. Γοητεύτηκε ιδιαίτερα από την ιστορία ενός αγρότη που ισχυρίστηκε ότι ο πατέρας του ήταν μέλος των νεκρών. Μην μπορώντας να ξεχάσει αυτά που είχε ακούσει, αποφάσισε να κάνει τους βρικόλακες τη βάση του επόμενου έργου του.
Παρόλο που η έμπνευση του Γκράου για το θέμα προήλθε από προσωπική εμπειρία, ήταν έτοιμος να αντλήσει το πραγματικό περιεχόμενο της ταινίας από την πιο δημοφιλή ιστορία με βρικόλακα της εποχής, το μυθιστόρημα του Μπραμ Στόκερ του 1897 "Δράκουλας". Το 1921, σε συνεργάστηκε με τον συνάδελφό του παραγωγό Ενρίκο Ντίκμαν, ίδρυσε την Prana Film και προσέλαβε τον Χένρικ Γκάλεεν για να γράψει το σενάριο και τον Φρίντριχ Βίλχελμ Μούρναου για τη σκηνοθεσία. Το μόνο εμπόδιο που στεκόταν στο δρόμο της παραγωγής ήταν το γεγονός ότι δεν είχαν άδεια να την κάνουν.
Ο Ιρλανδός συγγραφέας του Δράκουλα είχε πεθάνει πριν από σχεδόν μια δεκαετία και το υλικό του ήταν ήδη ελεύθερο για το κοινό στις ΗΠΑ λόγω σφάλματος πνευματικών δικαιωμάτων -αν και αυτό ανακαλύφτηκε αργότερα. Όμως στη Γερμανία, όπου το βιβλίο έγινε κοινό 50 χρόνια αργότερα μετά το θάνατο του συγγραφέα, η χήρα του συγγραφέα, Florence Balcombe Stoker, είχε τα δικαιώματα του έργου. Οι κινηματογραφιστές είτε δεν μπόρεσαν είτε δεν ήθελαν να την πείσουν να υπογράψει το έργο, οπότε για να γυρίσουν την ταινία θα έπρεπε είτε να φύγουν από τη χώρα είτε να περιμένουν μέχρι τη δεκαετία του 1960.
Έτσι, κατέληξαν σε μια τρίτη επιλογή: να προχωρήσουν την ταινία και να ελπίζουν ότι δε θα ασχολούνταν κανείς. Η ομάδα τροποποίησε μερικά από τα πιο αναγνωρίσιμα στοιχεία του Δράκουλα. Το κύριο σκηνικό μεταφέρθηκε από το Λονδίνο σε μια φανταστική πόλη της Γερμανίας, ο πρωταγωνιστής Jonathan Harker έγινε Thomas Hutter και ο Κόμης Δράκουλας άλλαξε σε Κόμη Ορλόκ. Ως επί το πλείστον όμως, οι κύριοι χαρακτήρες και τα σημεία πλοκής παρέμειναν τα ίδια.
Και οι δύο ιστορίες ξεκινούν με έναν άνδρα που αποποιείται ενός σπιτιού στη γενέτειρά του, το αφήνει σε έναν άνδρα που αργότερα αποκαλύφθηκε ότι ήταν βρικόλακας, και τελειώνουν με το βαμπίρ να κυνηγά τη γυναίκα του πρωταγωνιστή. Ακόμη και η λέξη "nosferatu", ένας όρος της Ανατολικής Ευρώπης για τους νεκρούς, αφαιρέθηκε από τις σελίδες του μυθιστορήματος του Στόκερ.
Όταν έκανε πρεμιέρα το Νοσφεράτου, φαινόταν ότι η Prana Film την είχε γλυτώσει με την πνευματική κλοπή. Η ταινία έτυχε θερμής υποδοχής από τους Γερμανούς κριτικούς, οι οποίοι επαίνεσαν τα εντυπωσιακά οπτικά της και την ατμόσφαιρά της. Δεν απέδωσε όμως τόσο καλά στο box office όπως αναμενόταν.
Μετά από μια φιλόδοξη διαφημιστική καμπάνια που κόστισε περισσότερο από την ίδια την παραγωγή, οι πωλήσεις εισιτηρίων της ταινίας ήταν απογοητευτικές, αφήνοντας την Prana Film χρεοκοπημένη. Και σαν να μην έφτανε αυτό, η 63χρονη κάτοικος Λονδίνου Florence Stoker έμαθε για την ταινία χωρίς άδεια μέσω ανώνυμης πηγής. Έλαβε έναν φάκελο που περιείχε ένα φυλλάδιο από το ντεμπούτο της στον Ζωολογικό Κήπο του Βερολίνου. "Ελεύθερη προσαρμογή από τον Δράκουλα του Μπραμ Στόκερ", έγραφε το φυλλάδιο.
Αν είχε γίνει νόμιμη προσαρμογή του βιβλίου του συζύγου της, η Florence θα το γνώριζε. Στα χρόνια μετά το θάνατο του Μπραμ, ενεργώντας εκ μέρους του, δεν είχε εγκρίνει καμία ταινία μεγάλου μήκους. Τα δικαιώματα από το μυθιστόρημα εξακολουθούσαν να αποτελούν σημαντικό μέρος του εισοδήματός της και δεν επρόκειτο να αφήσει κανέναν να βγάλει δεκάρα από αυτό χωρίς τη συγκατάθεσή της.
Με την υποστήριξη της British Incorporated Society of Authors, η Florence πήρε δικηγόρο και μήνυσε την Prana Film για παραβίαση πνευματικών δικαιωμάτων. Ο κατηγορούμενος, ο οποίος απέδιδε ονομαστικά τον Μπραμ Στόκερ τόσο στο διαφημιστικό υλικό όσο και στους τίτλους έναρξης της ίδιας της ταινίας, ήταν ένας εύκολος στόχος. Όμως η Prana είχε κηρύξει πτώχευση πριν φτάσει στο δικαστήριο, οπότε παρόλο που η Florence είχε δίκιο, δεν υπήρχαν χρήματα για να εισπράξει.
Αν είχε γίνει νόμιμη προσαρμογή του βιβλίου του συζύγου της, η Florence θα το γνώριζε. Στα χρόνια μετά το θάνατο του Μπραμ, ενεργώντας εκ μέρους του, δεν είχε εγκρίνει καμία ταινία μεγάλου μήκους. Τα δικαιώματα από το μυθιστόρημα εξακολουθούσαν να αποτελούν σημαντικό μέρος του εισοδήματός της και δεν επρόκειτο να αφήσει κανέναν να βγάλει δεκάρα από αυτό χωρίς τη συγκατάθεσή της.
Με την υποστήριξη της British Incorporated Society of Authors, η Florence πήρε δικηγόρο και μήνυσε την Prana Film για παραβίαση πνευματικών δικαιωμάτων. Ο κατηγορούμενος, ο οποίος απέδιδε ονομαστικά τον Μπραμ Στόκερ τόσο στο διαφημιστικό υλικό όσο και στους τίτλους έναρξης της ίδιας της ταινίας, ήταν ένας εύκολος στόχος. Όμως η Prana είχε κηρύξει πτώχευση πριν φτάσει στο δικαστήριο, οπότε παρόλο που η Florence είχε δίκιο, δεν υπήρχαν χρήματα για να εισπράξει.
Συνειδητοποιώντας ότι δεν θα κέρδιζε τίποτα, έστρεψε τις προσπάθειές της στο να διασφαλίσει ότι ο Νοσφεράτου δε θα προβαλλόταν ποτέ ξανά. Ο δικαστής αποφάσισε υπέρ της και ανέπτυξε γρήγορα κυβερνητικούς πράκτορες σε όλη τη Γερμανία για να κατασχέσουν όλα τα αντίγραφα της ταινίας και να τα κάψουν. Η ταινία εξαφανίστηκε από την πατρίδα της και το έργο του Murnau έμελλε να ενταχθεί στη λίστα με τις άλλες χαμένες ταινίες της εποχής του βωβού κινηματογράφου.
Όμως δεν άργησε να ξαναεμφανιστεί. Η καταστροφή που είχε διατάξει το δικαστήριο αποδείχθηκε ότι δεν είχε ολοκληρωθεί και ένα φιλμ που σώθηκε κατέληξε στις ΗΠΑ. Στο εξωτερικό, απαλλαγμένοι από τα νομικά θέματα στην Γερμανία, έγιναν αντίγραφα της ταινίας, και ο Νοσφεράτου βρήκε θαυμαστές ανάμεσα στους Αμερικανούς λάτρεις των ταινιών τρόμου.
Όπως ήταν φυσικό, η Florence ήταν έξαλλη. Στην Ευρώπη, συνέχισαν να μαζεύει τυχόν αντίγραφα που είχαν απομείνει και να τα καίνε. Διαφωνούσε ενάντια σε κάθε νέα προβολή που μάθαινε, αλλά δεν κατάφερε να σταματήσει την αυξανόμενη λατρεία για την ταινία. Τελικά δοκίμασε μια διαφορετική τακτική: Αν τα δικαστήρια δεν ήταν σε θέση να εξαφανίσουν τον Νοσφεράτου, σκέφτηκε ότι θα μπορούσε να τα καταφέρει μια δεύτερη ταινία με βαμπίρ.
Το 1931, η Universal Pictures κυκλοφόρησε τη δική της ταινία για τον Δράκουλα, την πρώτη προσαρμογή που έλαβε την ευλογία της χήρας Στόκερ. Παρά τη εμφάνιση του βαμπίρ με τον Μπέλα Λουγκόζι, που ερχόταν σε αντίθεση με το τέρας του Max Schreck, η ταινία κέρδισε ένα αρκετά εντυπωσιακό ποσό και αυτό ενθάρρυνε το στούντιο να γυρίσει περισσότερες ταινίες με τέρατα. Δεν τα κατάφερε όμως να εξαφανίσει οριστικά το Νοσφεράτου.
Όμως δεν άργησε να ξαναεμφανιστεί. Η καταστροφή που είχε διατάξει το δικαστήριο αποδείχθηκε ότι δεν είχε ολοκληρωθεί και ένα φιλμ που σώθηκε κατέληξε στις ΗΠΑ. Στο εξωτερικό, απαλλαγμένοι από τα νομικά θέματα στην Γερμανία, έγιναν αντίγραφα της ταινίας, και ο Νοσφεράτου βρήκε θαυμαστές ανάμεσα στους Αμερικανούς λάτρεις των ταινιών τρόμου.
Όπως ήταν φυσικό, η Florence ήταν έξαλλη. Στην Ευρώπη, συνέχισαν να μαζεύει τυχόν αντίγραφα που είχαν απομείνει και να τα καίνε. Διαφωνούσε ενάντια σε κάθε νέα προβολή που μάθαινε, αλλά δεν κατάφερε να σταματήσει την αυξανόμενη λατρεία για την ταινία. Τελικά δοκίμασε μια διαφορετική τακτική: Αν τα δικαστήρια δεν ήταν σε θέση να εξαφανίσουν τον Νοσφεράτου, σκέφτηκε ότι θα μπορούσε να τα καταφέρει μια δεύτερη ταινία με βαμπίρ.
Το 1931, η Universal Pictures κυκλοφόρησε τη δική της ταινία για τον Δράκουλα, την πρώτη προσαρμογή που έλαβε την ευλογία της χήρας Στόκερ. Παρά τη εμφάνιση του βαμπίρ με τον Μπέλα Λουγκόζι, που ερχόταν σε αντίθεση με το τέρας του Max Schreck, η ταινία κέρδισε ένα αρκετά εντυπωσιακό ποσό και αυτό ενθάρρυνε το στούντιο να γυρίσει περισσότερες ταινίες με τέρατα. Δεν τα κατάφερε όμως να εξαφανίσει οριστικά το Νοσφεράτου.
Ο Δράκουλας εμφανίστηκε στους κινηματογράφους ξανά και ξανά, από ένα παιδικό καρτούν μέχρι ένα διαστημικό βαμπίρ του 30ου αιώνα. Είναι ο λογοτεχνικός χαρακτήρας με τις περισσότερες ερμηνείες στην μεγάλη οθόνη, με περισσότερες από 270 κινηματογραφικές εμφανίσεις. Το Νοσφεράτου όμως άντεξε χάρη στους πρώτους θαυμαστές που την έσωσαν, καθιστώντας την, όχι μόνο την πρώτη αληθινή ταινία του Δράκουλα, αλλά και την πρώτη καλτ κλασική ταινία. Μέχρι το θάνατό της το 1937, η Florence έκανε ό,τι μπορούσε για να μειώσει τις πιθανότητες επιβίωσής της, αλλά μάταια.
από: mental floss
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου