Ο Daniel Monnier το 2019, μπροστά από έναν καθρέφτη από ασβεστόλιθο
Ο καλλιτέχνης Daniel Monnier, επί δύο δεκαετίες δεν ασχολήθηκε, αλλά τελικά επέστρεψε για να ολοκλήρωσε το όραμά του.
Η νύχτα πέφτει και ο 78χρονος γλύπτης Daniel Monnier, καθισμένος σε ένα μικρό πλαστικό σκαμνί, αφαιρεί υπομονετικά κομμάτια ασβεστόλιθου σε ένα μονοπάτι που μοιάζει με σήραγγα και εκτείνεται κατά μήκος του ποταμού Λοτ μεταξύ των πόλεων Saint-Cirq-Lapopie και Bouziès, στη νότια Γαλλία. Σκαλίζει τις άκρες αυτού που σύντομα θα είναι ένας "καθρέφτης" από ασβεστόλιθο, που θα αντικατοπτρίζει τον ποταμό και τον ουρανό -αν έχει υπολογίσει σωστά τις γωνίες και συνεργαστούν οι κρύσταλλοι ασβεστόλιθου του πετρώματος. Λίγα μέτρα μακριά, το πρώτο μισό του έργου του, ένα ανάγλυφο από κύματα, ψάρια και κύκλους, που καλύπτουν 60 πόδια από την επιφάνεια του βράχου, λάμπει στο φως της λάμπας. Δεν σκέφτηκε ποτέ να τελειώσει το έργο του. Στην τελική, έχουν περάσει πάνω από 30 χρόνια από τότε που το ξεκίνησε.
Το ότι ο Monnier μπόρεσε να γυρίσει στο έργο του οφείλεται κυρίως στην τύχη. Ένα χρόνο νωρίτερα, στις 25 Ιουνίου του 2018, θυμάται, ένας νεαρός που εργαζόταν ως χειριστής στις βάρκες αναψυχής στον ποταμό Λοτ (από τον Μεσαίωνα, ο ποταμός ήταν μια πολύ σημαντική πλωτή οδός σε διαδρομή 297 χιλιομέτρων. Από τη δεκαετία 1970 και σταδιακά με έργα να συνεχίζονται, χάρη σε μια πολιτική αναδιαμόρφωση, ο ποταμός είναι πλωτός και πάλι σε μεγάλα τμήματά του για σκάφη αναψυχής) έκανε ποδήλατο, όταν έπεσε πάνω στον Monnier που τραβούσε φωτογραφίες το αρχικό ανάγλυφο. "Έχουμε χάσει εντελώς τα ίχνη" του καλλιτέχνη, είπε ο άντρας στον Monnier, ο οποίος δεν είχε γυρίσει να δει το έργο εδώ και 25 χρόνια. Όταν ο νεαρός -ο Monnier δε θυμάται το όνομά του- έμαθε σε ποιον μιλούσε, συγκλονίστηκε. "Παραλίγο να πέσει στο ποτάμι", είπε ο γλύπτης.
Η περιοχή του έργου είναι πλέον μια δημοφιλής διαδρομή πεζοπορίας ανάμεσα σε δύο γαλλικές πόλεις
Ο Monnier δεν είχε συνειδητοποιήσει πόσο δημοφιλές ήταν το έργο του. Όταν άρχισε το έργο του ήταν ένα έρημο μονοπάτι, αλλά πλέον είχε γίνει ένα δημοφιλές τουριστικό μονοπάτι και η ιστορία γύρω από το ανυπόγραφο έργο είχε μεγαλώσει.
Λίγες μέρες πριν τα Χριστούγεννα του 1984, ο Monnier έκανε πεζοπορία από το σπίτι του στην Τουλούζη για να επισκεφτεί την οικογένειά του στο Sainte-Foy-la-Grande, ένα χωριό κοντά στο Μπορντό, ένα ταξίδι πάνω από 120 μίλια. Ήθελε να αποφύγει τους δρόμους και αποφάσισε να ακολουθήσει μια μικρή, ενδιαφέρουσα διακεκομμένη γραμμή στον τοπογραφικό του χάρτη. Κατά μήκος της διαδρομής, ίσως στο μισό του δρόμου προς τον προορισμό του, ανακάλυψε κάτι που στον ίδιο φάνηκε σαν μυστική σήραγγα. Κατά μήκος του ποταμού Λοτ, κρυμμένο στη βάση του βράχου, υπήρχε ένα μονοπάτι που συνέδεε δύο μικρά χωριά. Το μονοπάτι ήταν έρημο και υγρό. Από την οροφή του κρέμονταν φυτά, ενώ κατά μήκος των τοίχων έσταζε νερό. Εκείνη την εποχή ο Monnier ήταν γλύπτης για πάνω από 20 χρόνια. Έβγαλε ένα μολύβι και τράβηξε πάνω στον τοίχο δύο γραμμές, περίπου 60 πόδια απόσταση η μια από την άλλη. Η πέτρα ήταν αρκετά λεία για να ζωγραφίσει πάνω της.
Τα έργα του Monnier είναι ημι-αφηρημένο, εμπνευσμένα από τη φύση. Κατά τη διάρκεια της καριέρας του, έχει κάνει πάνω από 100 κομμάτια, μερικά από τα οποία εκτίθενται σε δημόσια κτίρια στη Γαλλία, καθώς και σε σπίτια στη Γαλλία, την Ελβετία, την Ισπανία, την Αυστρία και την Αγγλία. Μετά από μια σταδιοδρομία που πέρασε στο να ψάχνει και να μεταφέρει τόνους βράχων από λατομεία σε όλη τη Γαλλία, πάντα ήθελε να εργαστεί σε ένα ανάγλυφο, κάτι που θα ήταν μέρος ενός φυσικού τοπίου. Είχε βρει το τέλειο σημείο.
Ο Monnier, με την τότε σύζυγό του, Christine, έζησε και εργάστηκε στο ξεχασμένο μονοπάτι στα τέλη της δεκαετίας του '80
Το μονοπάτι είχε σκαφτεί στον βράχο μεταξύ του 1843 και του 1847. Είναι το μόνο γνωστό μονοπάτι σε ποταμό στη Γαλλία που κατασκευάστηκε με αυτόν τον τρόπο. Οι εργάτες σφυρηλάτησαν ράβδους στο βράχο και έπειτα γέμισαν τις τρύπες με εκρηκτικά -οι αυλακώσεις της διαδικασίας είναι ακόμη ορατές στην επιφάνεια του βράχου. Όταν τελείωσε, υπήρχαν περίπου 1.000 πόδια νέου, επίπεδου μονοπατιού, καλυμμένου από την προεξέχουσα επιφάνεια του βράχου, που ήταν κατά μήκος του ποταμού. Το μονοπάτι χρησιμοποιήθηκε από όσους ήθελαν να ρυμουλκήσουν με άλογα φορτηγίδες, τις αποκαλούμενες gabarres, φορτωμένες με κρασί και άλλα αγαθά, προς το Μπορντό. Όμως, το τρένο έφθασε στο Bouzies λίγες δεκαετίες μετά την ολοκλήρωσή του και το 1926 σταμάτησε η εμπορική ναυτιλία στον ποταμό, οπότε η διαδρομή έπεσε σε αχρησία. Το μονοπάτι ρυμούλκησης ήταν κατάφυτο και βασικά αγνοούνταν, μέχρι που το βρήκε ο Monnier 60 χρόνια αργότερα.
Χρειάστηκαν δύο χρόνια για να πάρει άδειες από τέσσερις διαφορετικές τοπικές αρχές για να ξεκινήσει το αυτοχρηματοδοτούμενο έργο, σε ένα μικρό τμήμα 43 τετ. ποδών, με την προϋπόθεση ότι δε θα ήταν σε κοινή θέα και δε θα χαλούσε το φυσικό τοπίο. Τελικά, το 1987, ο Monnier εγκαταστάθηκε στο μονοπάτι. Τα μόνα που είχε μαζί του ήταν ένας υπνόσακος, ένα δίχτυ για τα κουνούπια και τα εργαλεία του. Οι κάτοικοι του Bouziès ήταν καχύποπτοι μαζί του. Μία γυναίκα πήγε εκεί και του φώναζε ότι παραμόρφωνε το πρόσωπο του βράχου, ενώ τον επισκέφτηκε και η αστυνομία. "Έρχονταν με πολιτικά ρούχα και προσποιούνταν ότι ψαρεύουν", λέει. Αλλά ως επί το πλείστον, τον άφηναν στην ησυχία του, καθώς εργαζόταν τα καλοκαίρια του 1987 και του 1988.
Ο Monnier επί το έργο στα τέλη της δεκαετίας του '80
Στο τέλος του 1988, τον περίμενε μια έκπληξη από τον M. Leblond, τον τοπικό νομάρχη και λάτρη της τέχνης. Ο Leblond τον χρηματοδότησε, του επέτρεψε να επεκτείνει το έργο για να καλύψει τον τοίχο σε απόσταση 60 ποδών και του κανόνισε ένα σπίτι στο Bouziès, όπου θα μπορούσε να μείνει τους έξι μήνες που θα εργαζόταν το 1989.
Ο Monnier επεξεργαζόταν ένα από τα τελευταία κομμάτια στο ανάγλυφο, όταν παρατήρησε κίνηση πάνω σε ένα γυαλισμένο στρόβιλο που είχε σκαλίσει. "Ήταν τα σύννεφα που κινούνταν πάνω στον Λοτ, σαν καθρεπτισμός", λέει. Συνειδητοποίησε ότι οι κρύσταλλοι ασβεστίου του βράχου έκαναν το ανάγλυφο να ανακλά εικόνες. Ήθελε να προσθέσει ένα τελευταίο κομμάτι, μια γυαλισμένη επιφάνεια ασβεστόλιθου που θα αντανακλούσε το τοπίο.
Όμως, οι τοπικές αρχές αποφάσισαν ότι είχε κάνει πολλά και σταμάτησαν το έργο. Ο Monnier απογοητεύτηκε αλλά παραιτήθηκε. "Μάζεψα τα πάντα, πήρα τα εργαλεία μου και έφυγα", λέει, υποσχόμενος να επιστρέψει μια μέρα.
Το μονοπάτι διατρέχει κατά μήκος της βάσης του βράχου, ακριβώς πάνω από τον ποταμό Λοτ
Ενώ ο Monnier έλλειπε, η περιοχή γνώρισε τουριστική έκρηξη. Το 1990, ο ποταμός άνοιξε ξανά για αναψυχή και το 2012 το γραφικό χωριό Saint-Cirq-Lapopie ψηφίστηκε ως το "αγαπημένο χωριό των Γάλλων", σε μια εθνική τηλεοπτική εκπομπή. Ετησίως, εκατοντάδες χιλιάδες επισκέπτονται το χωριό, που έχει μόλις 204 μόνιμους κατοίκους. Το Bouziès, με πληθυσμό 80 κατοίκους, δέχεται σήμερα 80.000 με 100.000 επισκέπτες.
Σύμφωνα με έναν μετρητή στο μονοπάτι, μεταξύ Ιουνίου και Νοεμβρίου του 2018, 43.000 από αυτούς τους επισκέπτες περπάτησαν την διαδρομή (για να πάει κανείς από το ένα χωριό στο άλλο χρειάζεται περίπου μία ώρα με τα πόδια) και πέρασαν μπροστά από το ανάγλυφο του Monnier. Πολλοί περισσότεροι έχουν περάσει με κάποια βάρκα αναψυχής.
Λεπτομέρεια του έργου
Το όνομα του Monnier πάντα εμφανιζόταν στις "επίσημες" ιστορίες του ανάγλυφου και στην ιστοσελίδα της πόλης, όχι όμως για το έργο. Όπως έχουν πει πεζοπόροι και τουρίστες στον Monnier, το ανάγλυφο ήταν έργο του συνιδρυτή του Σουρεαλισμού, Αντρέ Μπρετόν, που είχε ένα σπίτι εκεί κοντά και σμίλευε το έργο στους καθημερινούς του περιπάτους. Άλλοι ήταν σίγουροι ότι ο μυστηριώδης καλλιτέχνης είχε πεθάνει, ή ότι σχετίζεται κατά κάποιο τρόπο με τις προϊστορικές ζωγραφιές στο κοντινό σπήλαιο Pech Merle. "Ήθελα πάντα την ανωνυμία", εξηγεί ο Monnier, που προτιμά να υπογράφει τα έργα του με ένα σύμβολο. "Ποτέ δεν ήθελα να βάλω το όνομά μου στα γλυπτά μου".
Τρεις ημέρες αφότου ο Monnier συνάντησε τον νεαρό, το Bouziès τον κάλεσε για να τελειώσει τον καθρέφτη. Πλέον, κανείς δεν ήθελε να τον πετάξει στο ποτάμι. Με χιλιάδες επισκέπτες, το στενό μονοπάτι δεν του επιτρέπει πλέον την πολυτέλεια να μείνει εκεί και δεν μπορεί να εργάζεται κατά τη διάρκεια της ημέρας. Έτσι, εργάζεται τη νύχτα, με τη βοήθεια ενός προβολέα και μιας γεννήτριας. "Η νύχτα περνάει ήσυχα, δεν υπάρχει πίεση", λέει. "Κοιτάζω την ώρα και ξαφνικά είναι 4 π.μ.". Το έργο όμως έχει και τις προκλήσεις του. Μια γωνία του καθρέφτη σχεδόν έπεσε πάνω στο Monnier ενώ δούλευε. Τα εκρηκτικά που χρησιμοποιήθηκαν για να καθαρίσουν το μονοπάτι έχουν αποδυναμώσει την πέτρα. Αποφάσισε να αφήσει εκείνη την γωνία όπως είναι, ως θύμηση του πώς δημιουργήθηκε το μονοπάτι. Επίσης, οι μακριές, λεπτές αυλακώσεις από τις εκρηκτικές εκσκαφές ενσωματώνονται στο ανάγλυφο.
Ο Monnier ολοκληρώνει το έργο του τη νύχτα
Κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, το Bouziès διοργάνωσε χορευτικές παραστάσεις στο μονοπάτι, με το ανάγλυφο ως σκηνικό και πρόσθεσε δύο ακόμη πρωτότυπα του Monnier στη συλλογή του χωριού. Ο καθρέφτης με τίτλο "Incidence" και, με τη σειρά του, ολόκληρο το έργο "Le Lot", θα ολοκληρωθεί στα τέλη του Σεπτεμβρίου του 2019.
από: atlas obscura
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου