Τρίτη 5 Ιουνίου 2018

Οι ληστές που μπούκαραν στο FBI


Μετά από αυτό, ίσως οι υπεύθυνοι του FBI ξεκίνησαν να κλειδώνουν τα ντουλάπια αρχειοθέτησης...



Δείτε ακόμη:
Πολύ πριν το FBI, υπήρχε το Pinkerton Detective Agency
Όταν το εργαστήριο του FBI ξεκίνησε έρευνα για τους στίχους του "Louie Louie"
Το FBI έχει σχεδόν όλα τα όπλα που έχουν κατασκευαστεί
Η τεράστια λίστα με τις αργκό εκφράσεις του διαδικτύου του FBI

Το μόνο που εμπόδιζε τον Keith Forsyth από το να έχει πρόσβαση σε χιλιάδες απόρρητα έγγραφα που ανήκαν στο FBI ήταν μια πόρτα.

Στις αρχές του 1971, είχε ανατεθεί στον αντιπολεμικό ακτιβιστή Forsyth να διαρρήξει την κλειδαριά του γραφείου του FBI στην πόλη Media Πενσυλβάνια. Σε εκείνο το γραφείο πίστευαν ότι υπήρχαν αποδείξεις ότι η υπηρεσία ασχολούνταν με παράνομες παρακολουθήσεις ιδιωτών, διεισδύσεις σε ομάδες πολιτικών δικαιωμάτων και ότι διέδιδε ένα μήνυμα παράνοιας. Οι σύμμαχοι του Forsyth, κάποια ανεπίσημη οργάνωση με τίτλο Citizens Commission to Investigate the FBI (Επιτροπή των Πολιτών για τη Διερεύνηση του FBI), σχεδίαζε να προσφέρει τις απαραίτητες αποδείξεις διαδίδοντάς τες σε όλη τη χώρα.

Ο Forsyth ήταν ένας οδηγός ταξί, που αν και συμμετείχε σε πορείες κατά του πολέμου του Βιετνάμ, ο ακτιβισμός του περιοριζόταν μόνο στην επίδειξη. Δεν ήταν κάποιος έμπειρος κλειδαράς. Έκανε μερικά μαθήματα δια αλληλογραφίας για το πως να ανοίγει κλειδαριές, εξασκήθηκε και περίμενε μέχρι που ο κόσμος ήταν απασχολημένος βλέποντας τον Μοχάμεντ Άλι να παλεύει με τον Τζο Φρέιζερ για να μπει στα γραφεία του FBI. Αυτό που βρήκε αυτός και η Επιτροπή θα οδηγούσε σε ευρείες αλλαγές στη συμπεριφορά του FBI.

Αλλά πρώτα, ο Forsyth έπρεπε να σπάσει την κλειδαριά, μια που το FBI είχε αλλάξει μόλις πριν αυτός το επιχειρήσει.

Η ιδέα να κλαπούν τα μυστικά του Τζέι Έντγκαρ Χούβερ προήλθε από τον William Davidon, έναν διάσημο ακτιβιστή και καθηγητή φυσικής στο Haverford College στο Haverford της Πενσυλβανίας. Ο Davidon είχε συμμετάσχει και αυτός σε πορείες, αλλά καταλάβαινε ότι δε υπήρχε κάποια σημαντική αλλαγή εκτός και αν το ευρύ κοινό μπορούσε να δει από μόνο του αυτό που υποψιάζονταν ο ίδιος και οι άλλοι διαδηλωτές: ότι το FBI πραγματοποιούσε ανεξέλεγκτη επιτήρηση και σαμποτάριζε οποιασδήποτε ομάδα θεωρούσε ανατρεπτική.

Το φθινόπωρο του 1970, οκτώ άνδρες και γυναίκες είχαν πιαστεί προσπαθώντας να μπουν σε ένα γραφείο του FBI στο Ρότσεστερ. Και οι οκτώ συνελήφθησαν και καταδικάστηκαν, αυτό όμως δεν απέτρεψε τον Davidon από το να ακολουθήσει ένα παρόμοιο σχέδιο. Αυτός όμως σκέφτηκε η ομάδα του να μπει σε ένα γραφείο μιας μικρής πόλης. Έτσι αποφασίστηκε ο στόχος να είναι ένα γραφείο στην πόλη Media, όπου υπήρχε λιγότερη φύλαξη.

Ο Davidon στρατολόγησε τον John και την Bonnie Raines, ένα ζευγάρι. Έφερε επίσης τον Forsyth, ο οποίος είχε κάποια γνώση στη μηχανική και θα έκανε για μια γρήγορη μελέτη για την παραβίαση της πόρτας. Στην ομάδα συμμετείχαν τέσσερις συνωμότες. Όλοι τους πέρασαν κάποιους μήνες μαθαίνοντας το πρόγραμμα των διαφόρων γραφείων στο κτήριο που ήταν και το γραφείο του FBI.

Για να καλύψει την ταυτότητά της, η Bonnie Raines έκρυψε τα μακριά μαλλιά της κάτω από ένα καπελάκι και παρουσιάστηκε ως φοιτήτρια που θέλει να μάθει περισσότερα για τις ευκαιρίες που έχουν οι γυναίκες στο FBI. Ενώ βρισκόταν εκεί, παρατήρησε ότι τα γραφεία αρχειοθέτησης ήταν ξεκλείδωτα και ότι το γραφείο είχε μόνο δύο πόρτες εισόδου.

Στις 8 Μαρτίου του 1971, ο Forsyth πέρασε αθόρυβα τις αίθουσες του κτιρίου. Όταν έσκυψε για να εξετάσει την κλειδαριά, διαπίστωσε ότι την είχαν αλλάξει από την τελευταία φορά που την είχε δει. Πήγε στη δεύτερη πόρτα εισόδου και χρησιμοποίησε έναν λοστό για να την ανοίξει. Επειδή η πόρτα δεν χρησιμοποιούνταν, είχε τοποθετηθεί ένα ερμάρι αρχειοθέτησης από πίσω της. Όταν ο Forsyth άρχισε να σπρώχνει την πόρτα, το ερμάρι άρχισε να αναποδογυρίζει. Συνειδητοποιώντας ότι αν πέσει θα ξεσήκωνε το κτίριο, έτρεξε στο αυτοκίνητό του και άρπαξε έναν γρύλο που χρησιμοποίησε ως ράβδος περιστροφής. Για τα επόμενα 20 και πλέον λεπτά, έσπρωχνε αργά το ερμάρι κατά μήκος του δαπέδου μέχρι να μπορέσει τελικά να μπει.

Τα μέλη της Επιτροπής μπήκε στα γραφεία, γεμίζοντας όσους περισσότερους χαρτοφύλακες μπορούσαν με έγγραφα και προσέχοντας να μην αφήσουν κανένα δαχτυλικό αποτύπωμα. Έπειτα, πήγαν σε μια αγροικία, μια ώρα μακριά, όπου πέρασαν μέρες ψάχνοντας ενδελεχώς τα αρχεία και σταματώντας περιστασιακά για να κρατήσουν κάποιο ενοχοποιητικό κομμάτι.

Η Betty Medsger ήταν μια από τους πολλούς δημοσιογράφους που έλαβαν ένα σχετικά ανώνυμο πακέτο στις 23 Μαρτίου. Η Medsger ήταν δημοσιογράφος για την The Washington Post και παρατήρησε ότι η διεύθυνση επιστροφής ήταν η πόλη Media. Στο εσωτερικό υπήρχαν 14 σελίδες φωτοτυπημένων εγγράφων που περιέγραφαν την παραβίαση. Κάπου διάβασε ότι κοινός στόχος του FBI ήταν να "ενισχύσει την παράνοια" και να κάνει τους διαφωνούντες να πιστέψουν ότι "υπάρχει κάποιος πράκτορας του FBI πίσω από κάθε γραμματοκιβώτιο".

Η δήλωση αποστολής ήταν σχετικά ήπια εν συγκρίσει με τις ενέργειές του Γραφείου. Όπως θα μάθαιναν αργότερα η Medsger και άλλοι δημοσιογράφοι από τους Los Angeles Times και The New York Times, το FBI κρατούσε καρτέλες για "militant negroes", υποχρεώνοντας κάθε πράκτορα να έχει τουλάχιστον έναν πληροφοριοδότη που θα του δίνει πληροφορίες σχετικά με ομάδες πολιτικών δικαιωμάτων. Όποιος είχε γράψει και υπογράψει κάποια επιστολή σε οποιαδήποτε εφημερίδα διαμαρτυρόμενος για τον πόλεμο, συνδεόταν με την έρευνα. Ακόμη και μια ομάδα προσκόπων στο Αϊντάχο ήταν υπό επιτήρηση, επειδή ο επικεφαλής σχεδίαζε πιθανότατα να πάρει τα παιδιά στην ΕΣΣΔ.

Ο Γενικός Εισαγγελέας, John Mitchell, ζήτησε από την Post να μην δημοσιεύσει πληροφορίες από τα έγγραφα, επιμένοντας ότι είχαν κλαπεί και ότι ήταν θέμα εθνικής ασφάλειας. Μετά από ώρες συζητήσεων, η εφημερίδα παρουσίασε την ιστορία την επόμενη μέρα. Άλλωστε, καιρό πριν, τα εθνικά μέσα ενημέρωσης έδειχναν αναμφισβήτητες αποδείξεις ότι το FBI είχε υπερβεί τα όριά του.

Η Επιτροπή των Πολιτών είχε βρει μόνο την κορυφή του παγόβουνου. Το 1973, κινήθηκε η περιέργεια του δημοσιογράφου του NBC News, Καρλ Στερν, από ένα μικρό κομμάτι που αναφέρεται σε ένα project με τίτλο COINTELPRO. Αυτό ήταν το όνομα που είχε δώσει ο Χούβερ στις μυστικές επιχειρήσεις της εγχώριας κατασκοπίας του οργανισμού. Μετά από μια νομική πάλη, το FBI έδωσε στη δημοσιότητα 50.000 σελίδες αρχείων που ήταν ακόμη πιο ενοχοποιητικά. Ανάμεσά τους ήταν και μια ανώνυμη επιστολή που έστειλε στον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ το 1964, που τον συμβούλευε να σταματήσει τον ακτιβισμό του αλλιώς θα αποκαλύπτονταν μια υποτιθέμενη απιστία του.

Η επιστολή που εστάλη στον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ - πηγή

"King, there is only one thing left for you to do. You know what it is" (Δεν σου μένει παρά μόνο ένα πράγμα να κάνεις. Ξέρεις τι.), έγραφε το μήνυμα και υπαινίσσονταν ότι έπρεπε να αυτοκτονήσει.

Το 1976, το Κογκρέσο πραγματοποίησε ακροάσεις για να συζητήσει τη διαρροή. Ήταν η πρώτη φορά που διερευνήθηκαν ποτέ οι εσωτερικές λειτουργίες ενός κυβερνητικού οργανισμού πληροφοριών. Εκφράζοντας την αγανάκτησή του για τη συμπεριφορά του Χούβερ οι ακροάσεις τελικά κατέληξαν το 1978 σε ένα νόμο (Foreign Intelligence Surveillance Act, FISA) που απαιτούσε ένταλμα για την παρακολούθηση ενός πολίτη.

Παρά το γεγονός ότι ο Χούβερ έβαλε πάνω από 200 πράκτορες στην υπόθεση, μόνο ένα μέλος της ομάδας του Davidon θεωρήθηκε ύποπτος. Όταν παραγράφηκε το έγκλημα το 1976, η ομάδα ορκίστηκε ακόμα να κρατήσει τη μυστική την επιχείρηση, φοβούμενη κάποια τιμωρία. Μόνο όταν η Medsger συναντήθηκε με τους Raines το 1989, το ζευγάρι ομολόγησε την εμπλοκή του και μόλις το 2014 δημοσιοποιήθηκαν και οι υπόλοιποι, εν μέρει για να υποστηρίξουν τις ενέργειες της διαρροής εγγράφων από τον Έντουαρντ Σνόουντεν.

Χωρίς να γίνουν συλλήψεις, το FBI έκλεισε επίσημα την υπόθεση στις 11 Μαρτίου του 1976. Οι έρευνες για το ποιος μπήκε στο γραφείο συγκέντρωσαν πάνω από 33.000 σελίδες αναφορών.

από: mental floss

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου