Οι τελευταίες έρευνες για το ναυάγιο του «Μέντορα» το 1802
Το ημερολόγιο δείχνει 15 Σεπτεμβρίου 1802. Το δικάταρτο ιστιοφόρο «Μέντωρ» αποπλέει από τον Πειραιά για την Αγγλία μέσω Μάλτας. Στα αμπάρια του βρίσκονται τα Γλυπτά του Παρθενώνα μαζί με άλλες αρχαιότητες που έχουν κλαπεί από άλλα μνημεία της Αθήνας. Στο κατάστρωμά του κυκλοφορούν 18 άτομα - 12 μέλη του πληρώματος, τρεις επιβάτες και ισάριθμοι υπηρέτες, ανάμεσά τους και ο λόρδος Ελγιν.
Δύο μέρες αργότερα έξω από το ακρωτήριο Ταίναρο ο «Μέντωρ» δεν θα αντέξει την κακοκαιρία. Θα επιχειρήσει να επιστρέψει στα Κύθηρα και να αγκυροβολήσει έξω από λιμάνι του Αβλέμονα. Οι δύο άγκυρές του όμως το ξεσέρνουν. Το μπρίκι τσακίζεται στα βράχια και βυθίζεται σε βάθος 22 μ. Οι επιβάτες ωστόσο προλαβαίνουν να πηδήξουν στα βράχια και να σωθούν.
Και ο «Μέντωρ» περνά στην Ιστορία και γίνεται ένα από τα πιο γνωστά και γεμάτα προκλήσεις για τους ερευνητές ναυάγια. Και μπορεί κατάλοιπα από τον γλυπτό διάκοσμο του Παρθενώνα να μην υπάρχουν στον βυθό - παρά τις φήμες - αλλά τα θαμμένα στον βυθό ίχνη του που έρχονται στο φως είναι αρκετά για να αποκαλυφθούν χαμένες λεπτομέρειες και μυστικά από το ταξίδι του ξενιτεμού των Γλυπτών του Παρθενώνα, όπως προέκυψε από την ομιλία του αρχαιολόγου της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων δρος Δημήτρη Κουρκουμέλη χθες στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, όπου συνόψισε τα αποτελέσματα των ερευνών της τελευταίας διετίας από την Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων με τη χρηματοδότηση του Ιδρύματος Σταύρου Νιάρχου και τη συμβολή του Ιδρύματος Kytherian Research Group Inc.
«Η περίοδος της βύθισης του πλοίου ήταν μία περίοδος ιδιαίτερα ταραγμένη στην Ανατολική Μεσόγειο και ίσως ακριβώς γι' αυτό τον λόγο ακόμα και τα εμπορικά πλοία ήταν οπλισμένα για να προφυλάξουν το φορτίο τους σε περίπτωση επίθεσης πειρατών», λέει στα «ΝΕΑ» ο Δημήτρης Κουρκουμέλης, εξηγώντας για ποιο λόγο το πλοίο διέθετε τρεις πιστόλες, οβίδες κανονιών, καθώς και έναν σημαντικό αριθμό από μολύβδινα βόλια πέντε διαφορετικών διαμετρημάτων.
Η πρόσφατη έρευνα στο ναυάγιο του «Μέντορα» δεν είναι η πρώτη. Δυο χρόνια χρειάστηκαν δύτες εκείνη την εποχή για να καταφέρουν να ανελκύσουν το σύνολο των κιβωτίων που περιείχαν γλυπτά από το διάκοσμο του Παρθενώνα και του ναού της Απτέρου Νίκης μαζί με άλλες αρχαιότητες, ενώ ακολούθησαν κι άλλες δεδομένης της φήμης ότι υπάρχουν στον βυθό ακόμη τμήματα των Γλυπτών.
«Οι πιθανότητες να βρεθούν "Μάρμαρα" είναι απειροελάχιστες ώς σχεδόν μηδενικές, αν και η έρευνα στο ναυάγιο του συγκεκριμένου πλοίου έχει συνδεθεί με ένα από τα πιο επίπονα επεισόδια της σύγχρονης πολιτιστικής ιστορίας της Ελλάδας», υποστηρίζει ο Δημήτρης Κουρκουμέλης, που επισημαίνει ωστόσο ότι 210 χρόνια μετά το ναυάγιο εντοπίστηκαν τουλάχιστον πέντε σχιστολιθικές πλάκες με απολιθώματα ιχθύων και αρχαία νομίσματα. Αντικείμενα χρονικά ετερόκλητα που δεν ήταν καταγεγραμμένα στην φορτωτική του πλοίου δεν γνωρίζουμε σε ποιον ανήκαν, αλλά είναι ενδεικτικά του ενδιαφέροντος που υπήρχε στην Ευρώπη για τις ελληνικές αρχαιότητες.
πηγή: tanea.gr
Το ημερολόγιο δείχνει 15 Σεπτεμβρίου 1802. Το δικάταρτο ιστιοφόρο «Μέντωρ» αποπλέει από τον Πειραιά για την Αγγλία μέσω Μάλτας. Στα αμπάρια του βρίσκονται τα Γλυπτά του Παρθενώνα μαζί με άλλες αρχαιότητες που έχουν κλαπεί από άλλα μνημεία της Αθήνας. Στο κατάστρωμά του κυκλοφορούν 18 άτομα - 12 μέλη του πληρώματος, τρεις επιβάτες και ισάριθμοι υπηρέτες, ανάμεσά τους και ο λόρδος Ελγιν.
Δύο μέρες αργότερα έξω από το ακρωτήριο Ταίναρο ο «Μέντωρ» δεν θα αντέξει την κακοκαιρία. Θα επιχειρήσει να επιστρέψει στα Κύθηρα και να αγκυροβολήσει έξω από λιμάνι του Αβλέμονα. Οι δύο άγκυρές του όμως το ξεσέρνουν. Το μπρίκι τσακίζεται στα βράχια και βυθίζεται σε βάθος 22 μ. Οι επιβάτες ωστόσο προλαβαίνουν να πηδήξουν στα βράχια και να σωθούν.
Και ο «Μέντωρ» περνά στην Ιστορία και γίνεται ένα από τα πιο γνωστά και γεμάτα προκλήσεις για τους ερευνητές ναυάγια. Και μπορεί κατάλοιπα από τον γλυπτό διάκοσμο του Παρθενώνα να μην υπάρχουν στον βυθό - παρά τις φήμες - αλλά τα θαμμένα στον βυθό ίχνη του που έρχονται στο φως είναι αρκετά για να αποκαλυφθούν χαμένες λεπτομέρειες και μυστικά από το ταξίδι του ξενιτεμού των Γλυπτών του Παρθενώνα, όπως προέκυψε από την ομιλία του αρχαιολόγου της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων δρος Δημήτρη Κουρκουμέλη χθες στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, όπου συνόψισε τα αποτελέσματα των ερευνών της τελευταίας διετίας από την Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων με τη χρηματοδότηση του Ιδρύματος Σταύρου Νιάρχου και τη συμβολή του Ιδρύματος Kytherian Research Group Inc.
«Η περίοδος της βύθισης του πλοίου ήταν μία περίοδος ιδιαίτερα ταραγμένη στην Ανατολική Μεσόγειο και ίσως ακριβώς γι' αυτό τον λόγο ακόμα και τα εμπορικά πλοία ήταν οπλισμένα για να προφυλάξουν το φορτίο τους σε περίπτωση επίθεσης πειρατών», λέει στα «ΝΕΑ» ο Δημήτρης Κουρκουμέλης, εξηγώντας για ποιο λόγο το πλοίο διέθετε τρεις πιστόλες, οβίδες κανονιών, καθώς και έναν σημαντικό αριθμό από μολύβδινα βόλια πέντε διαφορετικών διαμετρημάτων.
Η πρόσφατη έρευνα στο ναυάγιο του «Μέντορα» δεν είναι η πρώτη. Δυο χρόνια χρειάστηκαν δύτες εκείνη την εποχή για να καταφέρουν να ανελκύσουν το σύνολο των κιβωτίων που περιείχαν γλυπτά από το διάκοσμο του Παρθενώνα και του ναού της Απτέρου Νίκης μαζί με άλλες αρχαιότητες, ενώ ακολούθησαν κι άλλες δεδομένης της φήμης ότι υπάρχουν στον βυθό ακόμη τμήματα των Γλυπτών.
«Οι πιθανότητες να βρεθούν "Μάρμαρα" είναι απειροελάχιστες ώς σχεδόν μηδενικές, αν και η έρευνα στο ναυάγιο του συγκεκριμένου πλοίου έχει συνδεθεί με ένα από τα πιο επίπονα επεισόδια της σύγχρονης πολιτιστικής ιστορίας της Ελλάδας», υποστηρίζει ο Δημήτρης Κουρκουμέλης, που επισημαίνει ωστόσο ότι 210 χρόνια μετά το ναυάγιο εντοπίστηκαν τουλάχιστον πέντε σχιστολιθικές πλάκες με απολιθώματα ιχθύων και αρχαία νομίσματα. Αντικείμενα χρονικά ετερόκλητα που δεν ήταν καταγεγραμμένα στην φορτωτική του πλοίου δεν γνωρίζουμε σε ποιον ανήκαν, αλλά είναι ενδεικτικά του ενδιαφέροντος που υπήρχε στην Ευρώπη για τις ελληνικές αρχαιότητες.
πηγή: tanea.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου