Δευτέρα 13 Ιανουαρίου 2020

Ο Χουντίνι και το πνεύμα του αρραβωνιαστικού


Ο θρυλικός μάγος Χάρι Χουντίνι είχε μια παράλληλη σταδιοδρομία στο να διερευνά και να εκθέτει απατεώνες μέντιουμ. Στο τεύχος του Απρίλιο του 1924 του "Weird Tales", ο Χουντίνι είπε την ιστορία μιας από αυτές τις έρευνες, η οποία αποδείχθηκε κάτι πολύ παραπάνω από ό,τι έψαχνε.



Δείτε ακόμη:
Η γυναίκα που ξεμπρόστιασε τους Πνευματιστές βοηθώντας τον Χουντίνι

Το 1920, ο Χουντίνι έτυχε να μένει σε μια πόλη στην Μοντάνα. Στο ξενοδοχείο που έμενε, τον επισκέφτηκαν τρεις άντρες για να του πουν για ένα ντόπιο μέντιουμ του οποίου οι δυνάμεις έμοιαζαν πραγματικά απίστευτες. Οι άνδρες ήξεραν ότι ήταν απάτη, αλλά οι πιο φιλόπονες προσπάθειές τους να το αποδείξουν αποβεί άκαρπες. Μάλιστα, ένας από αυτούς παραδέχτηκε ότι ήταν σχεδόν πεπεισμένος ότι το μέντιουμ είχε αυθεντικές υπερφυσικές δυνάμεις. "Οι τρεις μας παρακολουθήσαμε μια συνεδρία χθες το βράδυ, στον τρίτο όροφο ενός κτιρίου γραφείων. Κλειδώσαμε την πόρτα, κλειδώσαμε το παράθυρο, εξετάσαμε προσεκτικά το δωμάτιο, εξετάσαμε το ντουλάπι του μέντιουμ και έπειτα, τα φώτα έσβησαν και άρχισαν να υλοποιούνται πνεύματα. Δεν υπήρχε καμία πιθανότητα να μπουν συνεργάτες του μέντιουμ στο δωμάτιο, ούτε υπάρχει καμία εξήγηση για τις υλοποιήσεις εκτός από εκείνη που δίνεται από το μέντιουμ".

Οι τρεις τους είχαν ακούσει για τις προηγούμενες επιτυχίες του Χουντίνι που εξέθετε απατεώνες συνομιλητές νεκρών. Προκειμένου να αποφευχθεί "ένα κύμα δεισιδαιμονίας και αγυρτείας", σύμφωνα με τα λόγια ενός από αυτούς, θα έλεγχε ο ίδιος μάγος το μέντιουμ και θα το εξέθετε ως απατεώνα;

Το επόμενο βράδυ, ο Χουντίνι -ο οποίος συστήθηκε στο μέντιουμ ως "κος Koehler"- και οι τρεις άντρες παραβρέθηκαν σε μια σεάνς. Το μέντιουμ ξεκίνησε με την παρατήρηση ότι "υπήρχαν ορισμένες ψυχικές επιρροές στο δωμάτιο που δούλευαν εναντίον οποιωνδήποτε πνευματικών εκδηλώσεων". Καθώς μιλούσε, κοίταζε με έμφαση έναν από τους παρευρισκόμενους, έναν παντοπώλη με "κρύα, σκεπτικιστικά, γκρίζα μάτια και μάλλον αποφασιστικό πηγούνι".

Ενώ ο άντρας μιλούσε, ο Χουντίνι εξέτασε το δωμάτιο. Υπήρχε μόνο ένα παράθυρο και η πόρτα ήταν κλειδωμένη που μπορούσε να ανοίξει από μέσα. Κάποια άλλη στιγμή, του είχε τύχει ένα μέντιουμ να έχει κρύψει έναν συνεργάτη στο δωμάτιο ο οποίος άνοιξε κρυφά την πόρτα και "παραδέχτηκε την υλοποίηση". Όμως, ο μπακαλιάρος είπε ότι κάτι τέτοιο ήταν αδύνατο. Υπήρχε ένα φως στο δίπλα δωμάτιο και αν κάποιος άνοιγε την πόρτα, κάτι τέτοιο θα γινόταν αντιληπτό απ' όλους. Ο Χουντίνι απάντησε ότι ήταν θα μπορούσε κάποιος απλά να σβήσει το φως. Ο παντοπώλης ανασήκωσε τους ώμους του.

Οι υποψίες του Χουντίνι έγινα μεγαλύτερες όταν το μέντιουμ έριξε μια διπλή κουρτίνα στο παράθυρο. Ήταν μια σκοτεινή νύχτα. Μια και μόνο κουρτίνα ήταν αρκετή για να κρατήσει έξω οποιοδήποτε φως. Υποψιάστηκε ότι το μέντιουμ προσπαθούσε να αποκρύψει την είσοδο κάποιου από το παράθυρο. Δεν υπήρχε κανένας τρόπος να φτάσει κάποιος στο παράθυρο από έξω καθώς ήταν στον δεύτερο όροφο και δεν υπήρχε σκάλα ασφαλείας, αλλά ήταν βέβαιος ότι οι κουρτίνες ήταν σημαντικές.

Η ομάδα ένωσε τα χέρια στο τραπέζι και τα φώτα έσβησαν. Έψαλαν έναν ύμνο, ενώ το μέντιουμ, που τώρα ήταν δεμένο σε μια μαύρη τσάντα, πέρασε σε έκταση. Σύντομα, ξεκίνησαν οι εκδηλώσεις. Ήταν η συνηθισμένη σειρά κόλπα του πνευματισμού: χτυπήματα στο τραπέζι, ήχοι μαντολίνων και των τρομπετών, αγγίγματα από φανταστικά χέρια. Ο Χουντίνι είχε βιώσει τέτοια πράγματα άπειρες φορές και βαριόταν λίγο. Τους είχε επισκεφτεί το πνεύμα ενός Ιρλανδού, του Mike, που μιλούσε την καθαρή ιρλανδική προφορά, έλεγε άσχημα αστεία και χτυπούσε τον παντοπώλη -ο οποίος προφανώς είχε κάνει σαφές στο παρελθόν ότι δεν του άρεσε ο κόσμο του πνευματισμού- στο κεφάλι με ένα μαντολίνο.

Ο Mike ζήτησε από όλους στο δωμάτιο να επικεντρωθεί σε κάποιο νεκρό αγαπημένο του πρόσωπο που ήθελε να δει. Το μικρό δωμάτιο είχε ζεσταθεί, αλλά ξαφνικά, ο Χουντίνι αισθάνθηκε φρέσκο αέρα, κάτι που σήμαινε ότι είχε ανοιχτεί το παράθυρο. Ο παντοπώλης καθόταν στα αριστερά του. Πολύ αργά και προσεκτικά, ο Χουντίνι απελευθέρωσε το χέρι του από τη γυναίκα που καθόταν στα δεξιά του και το αντικατέστησε με το χέρι του παντοπώλη. Πλέον, έβγαινε μια "φωσφορίζουσα λάμψη" από το ντουλάπι του μέντιουμ. Ήθελε πάρα πολύ να ρίξει μια ματιά στο παράθυρο, το οποίο ήταν σίγουρος ότι ήταν το κλειδί για όσα συνέβαιναν.

Όταν έφτασε στο παράθυρο, είδε ότι ήταν πράγματι ανοιχτό. Όταν κοίταξε έξω, είδε ότι στα αριστερά του παραθύρου κρεμόταν μια σκάλα, από την οροφή μέχρι πάνω από το κεφάλι του. Πλέον, ήξερε πώς είχαν έρθει τα "φαντάσματα" στο δωμάτιο.

Ξαφνικά, πίσω του, άκουσε ένα κορίτσι να φωνάζει το όνομα "Marion!" αρκετές φορές. Αγνόησε την αναταραχή και συνέχισε να εξετάζει την σκάλα. Είδε ότι δεν μπορούσε να βγάλει τη σκάλα από κάτω, καθώς ήταν γαντζωμένη στην οροφή. Βγήκε έξω και πήγε στο παράθυρο στον επόμενο όροφο. Στο δωμάτιο, η κοπέλα εξακολουθούσε να φωνάζει, "Marion! Marion! Ω, Θεέ μου, είναι ο Marion!".

Το παράθυρο στον επάνω όροφο ήταν ανοιχτό. Ο Χουντίνι κάθισε στο περβάζι και τράβηξε τη σκάλα μέσα στο δωμάτιο. Πλέον, οι βοηθοί του μέντιουμ είχαν χάσει τον τρόπο διαφυγής τους.

Όταν επέστρεψε στη σεάνς, βρήκε το απόλυτο χάος. Έμαθε ότι, κατά την απουσία του, ο παντοπώλης είχε βγάλει ένα φακό, που είχε κρύψει στην τσέπη του, και φώτισε με αυτόν την ανθρώπινη «φωσφορίζουσα λάμψη". Αμέσως κάποιος χτύπησε τον φακό από το χέρι του, αλλά ήταν πολύ αργά. Η "εκδήλωση" είχε αναγνωριστεί. Μία νεαρή γυναίκα αγκάλιασε το φάντασμα, φιλώντας το μανιωδώς και φωνάζοντας "Marion, Marion! Εσύ είσαι!". Το πανικοβλημένο μέντιουμ άρχισε να χτυπάει το κορίτσι με ένα κλομπ, ενώ το "φάντασμα" πάσχιζε να βγει από την αγκαλιά της κοπέλας, ικετεύοντας, "Frances, άφησέ με! Με πνίγεις, Frances".

Το σόου είχε λάβει τέλος.

Η "Frances" είχε παραβρεθεί στη συνεδρίαση σε μια ειλικρινή προσπάθεια να επικοινωνήσει με τον εκλιπόντα. Όταν ζητήθηκε από τους φιλοξενούμενους να επικεντρωθούν σε ένα αγαπημένο πρόσωπο που είχε πεθάνει, σκέφτηκε τον αρραβωνιαστικό της, ο οποίος είχε πεθάνει λιγότερο από ένα χρόνο πριν. Η λαμπερή φιγούρα βγήκε από το ντουλάπι. Όταν ο παντοπώλης φώτισε το "φάντασμα", η Frances το αναγνώρισε. Ήταν ο αρραβωνιαστικός της, ο άνθρωπος που ήταν νεκρός και είχε χαθεί -πιθανώς- για πάντα. Ήταν δύσκολο να πει κανείς τι σόκαρε περισσότερο την κοπέλα: το ότι είδε το φάντασμα του αγαπημένου της ή το ότι συνειδητοποίησε ότι ήταν ακόμα ζωντανός;

Τελικά, αποδείχθηκε ότι ο Marion ήταν κάτοικος του Σικάγου και είχε έναν δίδυμο αδελφό στο Ουαϊόμινγκ ο οποίος πέθαινε από φυματίωση. Η Frances ήξερε για τον αδερφό, αλλά δεν τον είχε συναντήσει ποτέ. Ο Marion, συνειδητοποιώντας ότι ο δίδυμός του δεν είχε πολύ χρόνο ακόμη, ασφάλισε τον εαυτό του στο όνομα του αδελφού του. Όταν η Frances πήγε στην Μοντάνα να δει τους συγγενείς της, ο Marion έφερε τον αδερφό του στο Σικάγο. Στη συνέχεια, έφυγε από τα καταλύματά του, έκοψε κάθε επαφή με όποιον τον γνώριζε και άλλαξε ταυτότητα με τον αδερφό του. Ο Marion -που παρουσιαζόταν ως ο αδελφός του- πήγε στο Ουαϊόμινγκ, ο αδελφός του εισήλθε σε νοσοκομείο του Σικάγο -υπό το όνομα του Marion- και σύντομα πέθανε. Στις τσέπες του νεκρού άντρα βρέθηκαν επιστολές της Frances και έτσι της έστειλαν ένα τηλεγράφημα για να της πουν τα δυσάρεστα νέα. Η σοκαρισμένη και συντετριμμένη κοπέλα γύρισε από τη Μοντάνα για να παρακολουθήσει την κηδεία του μνηστήρα της. Εν τω μεταξύ, ο Marion είχε ξεκινήσει μια νέα ζωή στο Ουαϊόμινγκ, με τη βοήθεια των χρημάτων της ασφάλειας ζωής που πήρε από το θάνατό του.

Δυστυχώς όμως γι' αυτόν, έχασε τα πάντα σε χαζές επενδύσεις και στον τζόγο και σύντομα έμεινε απένταρος. Τότε βρήκε δουλειά ως βοηθός ενός απατεώνα μέντιουμ. Το μόνο που έπρεπε να κάνει είναι να βάφει το πρόσωπό του με φωσφορίζουσα βαφή και να κάνει το φάντασμα. Μέχρι να πέσει στον φακό του παντοπώλη -και την Frances- η απάτη ήταν πολύ επιτυχημένη.

Μετά από αυτή την καταστροφική νύχτα, το μέντιουμ έφυγε γρήγορα από την πόλη, για να συνεχίσει σε άλλα μέρη. Η ασφαλιστική εταιρεία άσκησε δίωξη κατά του Marion για απάτη. Η Frances -αισθανόμενη πολύ τυχερή που γλύτωσε και δεν τον παντρεύτηκε πριν αυτός "πεθάνει"-, και αφού παρέμεινε για λίγο στο νοσοκομείο για να ανακάμψει από το σοκ, επέστρεψε στο Σικάγο.

Ο Χουντίνι αποκάλεσε την απροσδόκητη επανένωση του Marion και της Frances "μια σύμπτωση, τόσο αξιοθαύμαστη, που αν φτιαχνόταν μια ιστορία ή ένα μυθιστόρημα γύρω από το περιστατικό, θα θεωρούνταν τόσο εξαιρετικά απίθανο, που το νήμα θα ήταν εντελώς μη πειστικό".

από: Strange Company

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου