Δευτέρα 9 Μαρτίου 2020

Ο δολοφονικός Mad Trapper και η επί ένα μήνα καταδίωξή του από την χωροφυλακή στην άγρια καναδική φύση


Το 1932, ένας απομονωμένος κυνηγός ονόματι Albert Johnson άνοιξε πυρ εναντίον της καναδικής χωροφυλακής και προσπάθησε να ξεφύγει στα παγωμένα βουνά των Βορειοδυτικών Περιφερειών. Μέχρι σήμερα, κανείς δεν ξέρει γιατί.



Στις 31 Δεκεμβρίου του 1931, οι Alfred King και Joe Bernard, αξιωματικοί της Βασιλικής Καναδικής Έφιππης Αστυνομίας (Royal Canadian Mounted Police) -αναφερόμενη και ως Βασιλική Χωροφυλακή του Καναδά-, επέστρεψαν στην καλύβα του Άλμπερτ Τζόνσον (Albert Johnson), βαθιά μέσα στα δάση των Βορειοδυτικών Περιφερειών του Καναδά. Λίγες μέρες νωρίτερα, είχαν προσπαθήσει να έρθουν ξανά σε επαφή με τον απομονωμένο κυνηγό αλλά χωρίς τύχη. Έτσι, για ακόμη μια φορά, έκαναν ένα ταξίδι 80 μιλίων από την κοντινότερη πόλη. Όμως, αυτή την φορά είχαν μαζί τους ένταλμα έρευνας.

Αρχικά, είχαν σκοπό να ανακρίνουν τον Τζόνσον -και ενδεχομένως να τον επιπλήξουν επειδή παγίδευε ζώα σε απαγορευμένη περιοχή. Χωρίς σωστή σήμανση, ίσως συνέβαινε κάποιο ατύχημα σε κάποιον νεοφερμένο στην περιοχή. Η ιστορία θα τελείωνε αν ο Τζόνσον απλά άνοιγε την πόρτα του και απαντούσε στις ερωτήσεις τους. Αντ' αυτού, οι ανεξήγητες ενέργειές του τού έδωσαν την "αθανασία" ως τον μυστηριώδη "Τρελό Κυνηγό" (Mad Trapper) του ποταμού Rat.

Ποιος ήταν ο Άλμπερτ Τζόνσον;


Κανείς δεν ήξερε πολλά για τον Τζόνσον. Μέχρι και σήμερα, κανείς δεν ξέρει αν ήταν καν το πραγματικό όνομά του.

Ήταν ήσυχος και, στις σπάνιες περιπτώσεις που μιλούσε, τον περιέγραφαν ότι είχε μια ελαφριά σκανδιναβική προφορά -κάτι που τον χαρακτήρισε ως μετανάστη πιθανώς από τη Σουηδία ή τη Δανία. Ή, ίσως ήταν παιδί μεταναστών που δεν είχαν μάθει ποτέ αγγλικά. Ήταν 1,78, με μπλε μάτια και καστανά μαλλιά, και μάλλον ήταν περίπου 35 ετών. Το πρόσωπό του ήταν ανεμοδαρμένο.

Σχεδόν όλοι όσοι ήξεραν τον Τζόνσον τους μήνες που είχε ζήσει κοντά στον ποταμό Rat πριν από τη συνάντησή του με τους Χωροφύλακες δεν ήξερε πολλά γι' αυτόν. Ήταν νέος στην περιοχή, όπως και πολλοί άλλοι άλλωστε. Κατά τη διάρκεια της Παγκόσμιας Οικονομικής Ύφεσης του 1929 (The Great Depression), το εμπόριο γούνας είχε αποδειχθεί ένα από τα λίγα κερδοφόρα επαγγέλματα. Νεοφερμένοι από τη Νότια Ντακότα και τη Νεμπράσκα είχαν έρθει να ψάξουν την τύχη τους -ή τουλάχιστον να μπορούν να αγοράζουν τρόφιμα- με αρκτικές αλεπούδες, βιζόν και άλλες γούνες. Όμως, ήταν αδαείς -τόσο στα τοπικά έθιμα όσο και στους κινδύνους του χειμώνα-, ένα χαρακτηριστικό που μπορούσε να τους προκαλέσει πρόβλημα.

Η αρχή

Η κατεστραμμένη καλύβα του Τζόνσον

Όταν οι Χωροφύλακες χτύπησαν την πόρτα του Τζόνσον, σκόπευαν να ακολουθήσουν τις αναφορές ότι κυνηγούσε λαθραία κατά μήκος των γραμμών κυνηγιού των Πρώτων Εθνών (Πρώτα Έθνη είναι οι κυριότεροι αυτόχθονες πληθυσμοί στον Καναδά νότια του Αρκτικού Κύκλου).

Όμως, αυτή την φορά, αφού είπαν ποιοι ήταν και δεν έλαβαν κάποια απάντηση, προσπάθησαν να ανοίξουν την πόρτα και να μπουν στην καλύβα. Ο Τζόνσον απάντησε ανοίγοντας πυρ. Ο πυροβολισμός πέτυχε τον King μέσα από την πόρτα και τον έριξε στο χιόνι. Ο Bernard και οι άλλοι χωροφύλακες έτρεξαν στον King, τον πήραν και άρχισαν το απελπισμένο ταξίδι πίσω στον πολιτισμό ώστε να τον πάνε σε γιατρό.

Ο King επέζησε. Ο Bernard και μια πολύ μεγαλύτερη ομάδα -από εννέα χωροφύλακες και 42 σκυλιά- επέστρεψαν στο δάσος για να δώσουν ένα μάθημα στον Τζόνσον. Με την άφιξή τους στις αρχές Ιανουαρίου, η χωροφυλακή δεν ήθελε πλέον να ρισκάρει με τον "Τρελό Κυνηγό". Περικύκλωσαν την καλύβα, άναψαν μερικούς δυναμίτες και τους έριξαν στη στέγη της. Η έκρηξη ακούστηκε σε όλη την περιοχή. Το χιόνι έπεσα από τα δέντρα και η καλύβα κατέρρευσε. Οι χωροφύλακες ετοιμάστηκαν να πλησιάσουν και να ψάξουν τα ερείπια. Και τότε, ο Τζόνσον βγήκε μέσα από τα ερείπια και άνοιξε πυρ.

Το πως ο Τζόνσον ήξερε από τακτικές πολιορκίας είναι άγνωστο, αλλά αργότερα είδαν ότι είχε σκάψει μια βαθιά τάφρο στο πάτωμα της καλύβας του, χρησιμοποιώντας την ως προσωρινό καταφύγιο.

Ξέσπασε μια ανταλλαγή πυρών διάρκειας 15 ωρών, που κράτησε μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες, παρά τις υπό το μηδέν θερμοκρασίες. Αν και αυτή την φορά δεν τραυματίστηκε κανείς, οι χωροφύλακες αποφάσισαν να υποχωρήσουν στην πλησιέστερη πόλη και να ενισχυθούν. Στις 14 Ιανουαρίου του 1932, και ενώ αυτοί έλειπαν, μια μεγάλη χιονοθύελλα έπληξε την περιοχή, επιβραδύνοντας την πρόοδό τους, αλλά και οποιουδήποτε θα ήθελε να το σκάσει, όπως σκέφτηκαν.

Ο Τζόνσον, ένας ξένος σε αυτά τα μέρη, δεν είχε κανένα μόνιμο καταφύγιο για να προστατευτεί και τον περίμενε σχεδόν σίγουρα η θανατική ποινή. Ωστόσο, οι χωροφύλακες ανακάλυψαν ότι όχι μόνο είχε επιβιώσει, αλλά το είχε σκάσει, προχωρώντας πιο βαθιά στην παγωμένη έρημο, χρησιμοποιώντας τον παγωμένο ποταμό Rat ως οδό διαφυγής.

Μια αδιανόητη καταδίωξη

Χωροφύλακες που καταδίωξαν τον Τζόνσον, 1932.

Χρησιμοποιώντας έλκηθρα σκυλιών, οι χωροφύλακες άρχισαν να τον καταδιώκουν. Το χιόνι ήταν βαθύ και το κρύο τσουχτερό ακόμα και κατά τη διάρκεια της ημέρας. Εν τω μεταξύ, οι εφημερίδες και τα ραδιοφωνικά προγράμματα σε ολόκληρο τον Καναδά ενημέρωναν το κοινό για την ιστορία. Όπως πίστευαν -λογικά-, κανείς δε θα μπορούσε να επιβιώσει σε αυτές τις συνθήκες, ειδικά κάποιος με περιορισμένες προμήθειες και χωρίς μόνιμο καταφύγιο. Αν έσπαζε ο πάγος μιας παγωμένης λίμνης ή του ποταμού, θα έβρισκε τον θάνατο μέσα σε λίγα μόλις λεπτά. Όμως, καθώς η καταδίωξη συνεχίστηκε για εβδομάδες και οι αρχές δεν πλησίαζαν στη σύλληψη του Τζόνσον, τόσο μεγάλωνε ο θρύλος του "Τρελού Κυνηγού".

Στις 30 Ιανουαρίου, οι χωροφύλακες εντόπισαν τον Τζόνσον. Ήταν μέσα σε κάτι χαμόκλαδα δίπλα σε έναν γκρεμό. Ακούγοντας τους διώκτες του να ανεβαίνουν στο φαράγγι πίσω του, άνοιξε πυρ. Η ανταλλαγή πυρών κράτησε κάμποση ώρα, πριν ο Τζόνσον πέσει πίσω από ένα πεσμένο δέντρο, σαν να πυροβολήθηκε. Τα πυρά σταμάτησαν. Οι χωροφύλακες φώναξαν στον Τζόνσον να παραδοθεί. Όμως, δεν έλαβαν καμία απάντηση. Περίμεναν. Πέρασαν δύο ώρες μέσα σε παγερό κρύο. Αν ο Τζόνσον ήταν ακόμα ζωντανός, σύμφωνα με τον χωροφύλακα Edgar Millen, έπρεπε να ενεργήσουν γρήγορα, πριν να μπορέσει να ξεφύγει μέσα στη θύελλα. Παρόλο που όλοι ήταν νευρικοί, ένα από τα μέλη της ομάδας συμφώνησε να πάει μαζί με τον Millen. Δεν είχαν προχωρήσει πολύ και δίπλα τους, στο χιόνι, έσκασε η πρώτη βολή. Τυφλοί από το χιόνι, άνοιξαν και οι δύο πυρ εναντίον εκεί που πίστευαν ότι κρυβόταν ο Τζόνσον.

Ο Τζόνσον πυροβόλησε δύο φορές, τόσο γρήγορα, που ακούστηκε σαν δύο ταυτόχρονες βολές. Ο Millen έπεσε με το πρόσωπο στο χιόνι. Ο Riddell και οι άλλοι χωροφύλακες σταμάτησαν την επίθεση και -με τη βοήθεια των σκύλων- έτρεξαν να πάρουν τον Millen από τη γραμμή πυρός του Τζόνσον. Όταν σταμάτησαν να δουν τις πληγές του, ήταν πολύ αργά. Παρά την κακή ορατότητα, ο Millen είχε χτυπηθεί κατευθείαν στην καρδιά, πεθαίνοντας σχεδόν αμέσως. Οι χωροφύλακες ορκίστηκαν ότι άκουσαν τον Τζόνσον να καυχιέται.

Γεύση από αίμα

Χωροφύλακες επιβιβάζονται σε αεροπλάνο για την καταδίωξη του Τζόνσον, 1932

Μέχρι τη στιγμή που οι χωροφύλακες ανασυντάχθηκαν, πήραν προμήθειες και έστειλαν το σώμα του Millen πίσω, για ακόμη μια φορά, ο Τζόνσον είχε εξαφανιστεί. Μια επιθεώρηση του κρησφύγετού του στο φαράγγι αποκάλυψε δύο πράγματα. Προφανώς δεν ήταν τραυματισμένος, έχοντας χρησιμοποιήσει μια προσωρινή τρύπα αλεπούς που δημιουργήθηκε από αρκετά πεσμένα κλαδιά, και δεύτερον, είχε ανεβεί τον λείο βράχο πίσω του με ελάχιστο εξοπλισμό, δίνοντάς του ακόμη ένα ξεκίνημα και υποδεικνύοντας ότι σκόπευε να περπατήσει τα βουνά.

Όταν οι χωροφύλακες τον ακολούθησαν, αυτή τη φορά κάλεσαν ενισχύσεις από αέρος. Με τη χρήση ενός νέου μονόπλανου, η χωροφυλακή είχε τελικά το πλεονέκτημα που χρειαζόταν. Ενώ πριν οι χωροφύλακες έπρεπε να προμηθεύονται τόσο για τους ίδιους όσο και για τα σκυλιά τους -ένα ταξίδι που μπορούσε να διαρκέσει μέρες κάθε φορά- το μονόπλανο, όχι μόνο μπορούσε να μειώσει πολύ αυτόν τον χρόνο, αλλά μπορούσε να επιτηρεί τις κινήσεις του Τζόνσον από αέρος. Αναμφισβήτητα, τα πράγματα πήγαιναν καλά για την χωροφυλακή, αλλά για τον Τζόνσον όχι.

Όλες αυτές τις εβδομάδες που τον κυνηγούσαν, η θερμοκρασία δεν ανέβηκε ποτέ πάνω από το μηδέν. Δεν μπορούσε να κυνηγήσει κάποιο θήραμα με το όπλο του, επειδή υπήρχε ο φόβος ότι θα τον άκουγαν οι αρχές. Και, ανάμεσα στον εξαντλητικό ρυθμό και τις σκληρές συνθήκες, υπέφερε από κρυοπαγήματα και λιμοκτονία.

Η τελική μάχη

Τα υπάρχοντα του Τζόνσον, τα οποία φυλάσσονταν στο Μουσείο της RCMP

Μετά από μια εναέρια παρατήρηση του Τζόνσον να βγαίνει από την άλλη πλευρά των βουνών, μια ομάδα χωροφυλάκων έφτασε εκεί με το μονόπλανο στις αρχές του Φεβρουαρίου του 1932. Μια άλλη ομάδα ακολουθούσε τον Τζόνσον, ελπίζοντας να αποκόψει κάθε πιθανότητα υποχώρησης. Κρυμμένοι από το χιόνι και την ομίχλη, οι δύο ομάδες κινούνταν τάχιστα η μια προς την άλλη, πριν τελικά βρουν τα ίχνη του "Κυνηγού".

Στις 17 Φεβρουαρίου, η ομάδα αναζήτησης έμεινε έκπληκτη -όσο και ο φυγάς- όταν τον συνάντησαν στον παγωμένο ποταμό Eagle. Οι αξιωματικοί απλώθηκαν, περικύκλωσαν τον Τζόνσον και άνοιξαν πυρ. Ο Τζόνσον, από την πλευρά του, βούτηξε σε μια χιονοστιβάδα, προσπαθώντας να την χρησιμοποιήσει ως καταφύγιο. Πυροβόλησε ακόμη έναν χωροφύλακα -τραυματίζοντάς τον σοβαρά αλλά δεν τον σκότωσε-, αλλά μεταξύ της πείνας, του κρυοπαγήματος, της εξάντλησης και των πολυάριθμων διωκτών του, ο "Τρελός Κυνηγός" τα βρήκε πολύ δύσκολα.

Ο επικεφαλής αξιωματικός φώναξε στον Τζόνσον να σταματήσει όταν τον πυροβόλησαν τρεις φορές, αλλά εκείνος αρνήθηκε και συνέχισε να ρίχνει. Μόνο μετά από κάμποση ώρα που είχε σταματήσει να πυροβολεί τον πλησίασαν οι χωροφύλακες και είδαν ότι ήταν νεκρός -τον είχαν πετύχει στη σπονδυλική στήλη κατά τη διάρκεια της ανταλλαγής πυρών.

Για άλλες υποθέσεις, αυτό ήταν ίσως το τέλος. Όχι όμως για τον Άλμπερτ Τζόνσον, ακόμη και μετά το θάνατό του. Μια προσεκτική έρευνα στο σώμα του δεν έδειξε καμία μορφή ταυτοποίησης, φωτογραφίες ή προσωπικές ενδείξεις. Επιπλέον, ούτε στην καλύβα του βρέθηκε τίποτα. Αντ' αυτού, εκτός από τα τουφέκια και τα χιονοπέδιλά του, οι χωροφύλακες βρήκαν πάνω από 2.000 δολάρια -καναδικά και αμερικάνικα- λίγα μαργαριτάρια, πολλά χάπια για τα νεφρά και ένα μπουκάλι γεμάτο χρυσά δόντια τα οποία δεν ήταν δικά του.

Περισσότερα ερωτήματα παρά απαντήσεις

Σκίτσο που έγινε από τις φωτογραφίες του Τζόνσον από τους Alaska State Troopers, 1930 περίπου

Μια εξέταση του σώματος του Τζόνσον έδωσε ελάχιστα στοιχεία. Ήταν πιθανότατα στην τρίτη δεκαετία της ζωής του, αλλά ο σκληρός τρόπος ζωής του τον είχε γεράσει εμφανισιακά. Δεν είχε τατουάζ ή σημάδια ταυτοποίησης. Ήταν απίθανο να είχε υποβληθεί σε κάποια σημαντική χειρουργική επέμβαση. Τα δακτυλικά του αποτυπώματα δεν ταίριαζαν με τα αρχεία της αστυνομίας. Οι αρχές μπορεί να είχαν σταματήσει τον "Τρελό Κυνηγό", αλλά δεν είχαν ιδέα ποιος ήταν ή τι έκανε στην ερημιά.

Πριν από την ταφή του, η αστυνομία τράβηξε αρκετές φωτογραφίες του πτώματός του. Στις φωτογραφίες, το πρόσωπό του είναι παγωμένο με μια παραμορφωμένη έκφραση πόνου και οργής. Οι χωροφύλακες διέδωσαν αυτές τις φωτογραφίες σε όλη τη χώρα, ελπίζοντας ότι κάποιος θα τον αναγνώριζε. Τελικά, μερικά χρόνια αργότερα, αυτό συνέβη.

Το 1937, κυνηγοί από την πόλη Dease Lake έγραψαν στην Χωροφυλακή, αναφέροντας ότι η φωτογραφία του Τζόνσον που είχε δημοσιευθεί σε ένα περιοδικό έμοιαζε με έναν άνθρωπο που γνώριζαν ως Άρθουρ Νέλσον (Arthur Nelson) την δεκαετία του 1920.

Ένα όνομα για να ξεχωρίζεις από κάποιον άλλο

Μια πινακίδα για την θρυλική ιστορία του Τζόνσον στο Aklavik του Καναδά

Μια δεκαετία νωρίτερα, ο Νέλσον είχε εργαστεί ως κυνηγός κοντά στη λίμνη Dease. Ένας ήσυχος άνθρωπος, με μια ελαφριά σκανδιναβική προφορά -πίστευαν ότι είχε έρθει από τη Δανία-, αλλά που ποτέ δεν το επιβεβαίωσε. Αγαπούσε τους τοπικούς θρύλους για τα χαμένα ορυχεία και φάνηκε να ενδιαφέρεται να τα βρει. Δε μιλούσε πολύ και ποτέ δεν επέτρεπε σε κάποιον άλλο να τον ακολουθήσει. Όταν ρωτούσαν όσους τον είχαν συναντήσει αν είχε φανεί ποτέ βίαιος, οι μάρτυρες θυμούνταν μόνο ένα περιστατικό. Μια νύχτα, όταν μια άλλη ομάδα κάθισε δίπλα του στην φωτιά, ο Νέλσον είχε ακουμπήσει το καινούργιο του όπλο σε ένα δέντρο. Ένας από τους άλλους κυνηγούς σηκώθηκε και το πήρε, επαινώντας τον για την κατασκευή του. Όταν γύρισε προς τον Νέλσον, τον είδε να στέκεται ακριβώς πίσω του. Δεν το είχαν σκεφτεί πολύ εκείνη την εποχή, αλλά, αν ο Νέλσον ήταν πραγματικά ο "Τρελός Κυνηγός", θα τον είχε σκοτώσει; Κάποιος άλλος θυμήθηκε ότι ο Νέλσον είχε αγοράσει έξι κουτιά χάπια για τα νεφρά από ένα τοπικό κατάστημα πριν φύγει από την περιοχή, τον ίδιο τύπο χαπιών που βρέθηκε αργότερα στον Τζόνσον.

Φαίνεται ότι και ο Άρθουρ Νέλσον είχε εμφανιστεί και εξαφανιστεί από το πουθενά. Όπως και για τον Τζόνσον, δεν είχαν περισσότερες πληροφορίες για τον Νέλσον, με αποτέλεσμα οι χωροφύλακες να υποθέσουν ότι και αυτό το όνομα ήταν ακόμη ένα ψευδώνυμο. Αυτά είναι όλα όσα είναι επισήμως γνωστά για την ταυτότητα του "Τρελού Κυνηγού". Ως λύση έχουν προτείνει πολλούς, αλλά τα πρόσφατα τεστ DNA έχουν αποκλείσει πολλούς προτεινόμενους υπόπτους. Σύμφωνα με την ίδια έρευνα, αποκαλύφθηκε αργότερα ότι ο ο Τζόνσον πιθανότατα ήταν σκανδιναβικής καταγωγής. Ωστόσο, το σμάλτο των δοντιών του έδειξε μια διατροφή από πολύ καλαμπόκι, υποδηλώνοντας ότι είχε περάσει χρόνο στις Μεσοδυτικές ΗΠΑ.

Όμως, ακόμα κι αν δεν ανακαλυφτεί ποτέ ποιος ήταν πραγματικά ο "Τρελός Κυνηγός", τουλάχιστον μπορούν να γίνουν εικασίες για το τι ήταν και πού είχε μάθει να μάχεται και να επιβιώνει;

Ερωτήματα και δημοφιλείς θεωρίες

Αφίσα της ταινίας του 1981 "Death Hunt" (Κυνήγι μέχρι θανάτου) με τον Τσαρλς Μπρόνσον. Η ταινία αναστρέφει τα γεγονότα, καθιστώντας τον Τζόνσον συμπαθητικό χαρακτήρα, που αγαπάει την ελευθερία και κάνει τον Χωροφύλακα Edgar Millen -τον οποίο υποδύεται ο Λι Μάρβιν- από νεαρό και δημοφιλή σε έναν απένταρο, αλκοολικό μεσήλικα, και ο οποίος, αντί να πυροβοληθεί από τον Τζόνσον, ηγείται στο κυνήγι για να τον συλλάβουν - πηγή

Μία από τις πιο αλλόκοτες θεωρίες είναι ότι ο Άλμπερτ Τζόνσον ήταν εκτελεστής. Με βάση την ικανότητά του με τα όπλα και τα πόσα πολλά είχε, οι υποστηρικτές αυτής της θεωρίας δείχνουν ότι ο Τζόνσον είχε ταξιδέψει στα Βορειοδυτικά εδάφη για να κρυφτεί μετά από μια επιτυχημένη δουλειά. Αν και δεν υπάρχει τίποτα άλλο που να δείχνει ότι ο Τζόνσον ήταν δολοφόνος, τα χρήματα που είχε ίσως εξηγούν το επάγγελμά του. Η γούνα ήταν ένα πολύ επικερδές εμπόριο. Κάποιοι κυνηγοί μπορούσαν να φτάσουν μέχρι και 5.000 δολάρια κατά τη διάρκεια του χειμώνα.

Λίγο λιγότερο περίεργο είναι η θεωρεία ότι ο Τζόνσον ήταν ένας κατά συρροή δολοφόνος ή, τουλάχιστον, ένας ιδιότροπος φονιάς. Εκτός από τα χρυσά δόντια και τα όσα βρέθηκαν πάνω του, οι οπαδοί αυτής της θεωρίας δείχνουν έναν παράξενο αριθμό θανάτων στις περιοχές που έζησαν οι Άρθουρ Νέλσον και Άλμπερτ Τζόνσον. Ορισμένοι απομακρυσμένοι κυνηγοί και ανθρακωρύχοι βρέθηκαν νεκροί, και μερικοί από αυτούς χωρίς κεφάλι.

Αν και αυτή η θεωρία πάσχει από έλλειψη άμεσων αποδείξεων, θα εξηγούσε τα μυστηριώδη χρυσά δόντια που βρέθηκαν στο σώμα του Τζόνσον -και τα οποία ίσως απαντήσουν μια άλλη ερώτηση.

Αν ο άνθρωπος που ήταν γνωστός ως "Τρελός Κυνηγός" ήταν ένας ερημίτης που προσπαθούσε να ξεφύγει από την ανθρώπινη κοινωνία, γιατί ζούσε πάντα -τόσο ως Τζόνσον, όσο και ως Νέλσον- ακριβώς στα περίχωρα κατοικημένων περιοχών; Στις Βορειοδυτικές Περιοχές, θα ήταν εύκολο γι' αυτόν να εξαφανιστεί εντελώς στην ερημιά. Αντίθετα, αν ο Τζόνσον κυνηγούσε άλλους κυνηγούς, ανθρακωρύχους και ξένους, σκοτώνοντάς τους για την επικράτειά τους και τα υπάρχοντά τους, η επιλογή της θέσης του έχει πολύ μεγαλύτερη σημασία.

Και πάλι όμως, κανείς δεν μπορούσε να θυμηθεί αν ο Τζόνσον πουλούσε τα υπάρχοντα άλλων ή είχε επιτυχία στην εξόρυξη. Εκτός και αν, τα κατάφερε και δεν είπε τίποτα σε κανέναν.

Μια άλλη εύλογη εξήγηση είναι ότι ο Τζόνσον είχε ανακαλύψει το χρυσό που έψαχνε, βρίσκοντας ένα από τα χαμένα ορυχεία του τοπικού θρύλου. Σε αυτή τη θεωρία, οτιδήποτε έκανε ο Τζόνσον -από την παρενόχληση ντόπιων μέχρι να σκοτώσει τους χωροφύλακες-, μάλλον το έκανε επειδή σκόπευε να τρομάξει τους ανθρώπους για να μην πλησιάσουν την περιοχή του και να κρύψει την πολύτιμη ανακάλυψή του από οποιονδήποτε μπορεί να ήθελε μερίδιο -ειδικότερα από την κυβέρνηση. Ενώ είναι ενδιαφέρουσα θεωρεία, το πρόβλημα που παρουσιάζεται είναι ότι, αν ο Τζόνσον είχε ανακαλύψει μια μεγάλη ποσότητα χρυσού, γιατί να μην έχει κάποια ποσότητα πάνω του ή στην καλύβα του -εκτός και αν είχε κρύψει τα ευρήματά του κάπου αλλού.

Όπως και να έχει, μέχρι κάποιος να εντοπίσει τον χρυσό, αυτή η εξήγηση δε στέκει.

Αναφορικά με τις επανειλημμένες αναφορές για την προφορά του Τζόνσον και τους ισχυρισμούς ότι ήταν από τη Σουηδία ή τη Δανία, κάποιοι πιστεύουν ότι ήταν παράνομος Σκανδιναβός μετανάστης που τα έβαλε με τις αρχές για να αποφύγει μια πιθανή απέλαση.

Μια άλλη θεωρία αναφέρει ότι ήταν λιποτάκτης και δεν κατατάχτηκε στον στρατό στη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου και ο οποίος, αν επέστρεφε στην πατρίδα του, θα αντιμετώπιζε δίωξη και σκληρή τιμωρία. Δεδομένης της εκτιμώμενης ηλικίας του Τζόνσον το 1932, στις αρχές του 20ου αιώνα, κατά τη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, θα ήταν στα τέλη της εφηβείας του. Αν ήταν από τις ΗΠΑ -όπως δείχνουν τα στοιχεία από τα δόντια του- θα έπρεπε να καταταχτεί, οπότε θα τον έστελναν στην Ευρώπη. Αν είχε υπηρετήσει στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, αυτό μπορεί να εξηγούσε την ικανότητά του στα όπλα και στις τεχνικές επιβίωσης. Ίσως, λένε οι υποστηρικτές, αυτό να εξηγήσει και το τι έκανε στην ερημιά. Παρόλο που εκατομμύρια στρατιώτες επέστρεψαν από τον πόλεμο με αυτό που σήμερα αναγνωρίζουμε ως Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες (Posttraumatic stress disorder, PTSD), μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο θεωρήθηκε νέα και άγνωστη ψυχολογική αρρώστια. Είναι αντιληπτό ότι ο Τζόνσον, που μόλις είχε γυρίσει από τα πεδία των μαχών, δεν μπορούσε να προσαρμοστεί στην κανονική ζωή και έτσι πήγε να ζήσει στο δάσος. Μια ημέρα, που μια ομάδα ένοπλων του χτύπησε την πόρτα, αφυπνίστηκε και η εγρήγορσή του και άρχισε να πυροβολεί.

Δεν υπάρχουν ακόμα ικανοποιητικές απαντήσεις


Ωστόσο, όσο πιθανή είναι οποιαδήποτε από αυτές τις θεωρίες, είναι επίσης πιθανό ότι ο Τζόνσον ήταν ακριβώς αυτό που έδειχνε: ένας ήσυχος, ερημίτης κυνηγός γούνας με ελάχιστη αγάπη για τους άλλους που απλά ήθελε να μείνει μόνος.

Ακόμη και η "μυστηριώδης" τάφρος που είχε σκάψει στο πάτωμα της καλύβας του -αγαπημένο αποδεικτικό στοιχείο για όσους προτιμούν τη θεωρία του βετεράνου του Α' Παγκοσμίου Πολέμου- μπορεί να ερμηνευτεί με μια απλούστερη εξήγηση. Μπορεί να ήταν κελάρι ή ένα πρωτόγονο ψυγείο, κοινά χαρακτηριστικά σε απομακρυσμένες καλύβες.

Το μόνο πράγμα που δεν εξηγεί, εκτός από τα δόντια, είναι ο λόγος που ο Τζόνσον πυροβόλησε τους χωροφύλακες. Όμως, αν ήταν δολοφόνος, είναι πιθανό να έπασχε από σοβαρή ψυχική ασθένεια.

Τις δεκαετίες μετά το θάνατό του, τα μυστήρια που άφησε πίσω του ο Άλμπερτ Τζόνσον, συνεπήραν τους λάτρεις του εγκλήματος. Χωρίς προφανείς απαντήσεις στον ορίζοντα, είναι μυστήρια θα συνεχίσουν να υπάρχουν για πολλά χρόνια.

Ό, τι και αν έκρυβε ο Τζόνσον -και απ' ότι φαίνεται από την βίαιη αντίδρασή του στην άφιξη των χωροφυλάκων, κάτι έκρυβε- ήταν ένα μυστικό για το οποίο άξιζε να πεθάνει. Και, κατά πάσα πιθανότητα, πήρε το μυστικό στον τάφο του.

από: ati

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου