Αν κάποιος θέλει να ξεκινήσει ένα μυθιστόρημα, έχει πάρα πολλές επιλογές για την πρώτη γραμμή, την εναρκτήρια. Όμως, αν θέλει να ξεκινήσει άσχημα, υπάρχει μόνο μία επιλογή. "Ήταν μια σκοτεινή και θυελλώδης νύχτα".
Η φράση έχει ριζώσει τόσο πολύ στη λογοτεχνική κουλτούρα των αγγλόφωνων που σπάνια ψάχνει κανείς την προέλευσή της. Ίσως, όταν την χρησιμοποίησε πρώτη φορά ο Άγγλος μυθιστοριογράφος, ποιητής, θεατρικός συγγραφέας και πολιτικός Έντουαρντ Μπούλβερ-Λύττον (Edward Bulwer-Lytton), δεν είχε ιδέα πόσο κακόφημη θα γινόταν. Ο Μπούλβερ-Λύττον ήταν από τους πιο πολυδιαβασμένους συγγραφείς -όσο και ο φίλος του Κάρολος Ντίκενς-, αλλά σήμερα τον θυμούνται σχεδόν αποκλειστικά για μια κακή πρόταση. Και αυτό είναι κάπως ειρωνικό για έναν παραγωγικό συγγραφέα, που επηρέασε μερικά από τα πιο δημοφιλή μυθιστορήματα στην αγγλική λογοτεχνία, βοήθησε την επιστημονική φαντασία, έθεσε τις βάσεις για τη σύγχρονη αστυνομική φαντασία και πυροδότησε κατά λάθος ένα κίνημα για μια σημαντική κοινωνική μεταρρύθμιση.
"Μια δυνατή κραυγή"
Η σελίδα τίτλου της πρώτης έκδοσης του Paul Clifford - πηγή
Το "Ήταν μια σκοτεινή και θυελλώδης νύχτα" είναι η πρώτη πρόταση του μυθιστορήματος του Μπούλβερ-Λύττον, "Paul Clifford" (1830). Το μυθιστόρημα έχει να κάνει με έναν ληστή του δρόμου ο οποίος μεταμφιέζεται σε τζέντλεμαν, ενώ, εν αγνοία του, στην πραγματικότητα είναι ο γιος ενός διάσημου δικαστή. Σύμφωνα με τον πρόλογό του σε μια έκδοση του 1840, ο συγγραφέας έγραψε το μυθιστόρημα για να επισημάνει -εν μέρει- τις αδικίες στο ποινικό σύστημα της Αγγλίας. Το βιβλίο είναι σε μεγάλο βαθμό αφιερωμένο στην ανάδειξη των κοινωνικών συνθηκών που οδηγούν τον ήρωά του σε μια ζωή εγκλήματος, συμπεριλαμβανομένης της φυλάκισής του όταν κατηγορήθηκε ψευδώς ότι άδειαζε τσέπες. Το 1848, ο ίδιος αποκάλεσε το μυθιστόρημα "μια δυνατή κραυγή για να διορθώσει την περίσταση" και "να λυτρώσει το θύμα". Σύμφωνα με την Εγκυκλοπαίδεια της Ρομαντικής Λογοτεχνίας, το μυθιστόρημα ήταν "ένα από τα πιο σημαντικά της δεκαετίας του 1830".
Όμως, δεδομένου ότι σήμερα το βιβλίο μνημονεύεται μόνο γι' αυτές τις πρώτες επτά λέξεις του, όλο αυτό το πλαίσιο χάνεται. Είναι αξιοσημείωτο ότι, αυτές οι επτά λέξεις αποτελούν περίπου μόλις το 1/6 της φιλόδοξης, εναρκτήριας πρότασης του "Paul Clifford":
"Ήταν μια σκοτεινή και θυελλώδης νύχτα, κι η βροχή έπεφτε σαν χείμαρρος, εκτός από κάποια διαλείμματα, όταν διακοπτόταν από μια βίαιη ριπή ανέμου που ξεχυνόταν στους δρόμους (αφού το Λονδίνο είναι το σκηνικό της ιστορίας μας), κροτάλιζε πάνω στις στέγες των σπιτιών, και με μανία τάραζε τις θολές φλόγες από τις λάμπες των δρόμων, που πάλευαν ενάντια στο σκοτάδι…" - (πηγή)
Αν και ο Μπούλβερ-Λύττον πιστώνεται -ή κατηγορείται- για τη δημοτικότητα της φράσης, αυτή ήταν ήδη κλισέ όταν την χρησιμοποίησε. Εκδοχές της πρότασης είχαν εμφανιστεί στην αγγλική λογοτεχνία για τουλάχιστον διακόσια χρόνια πριν από τη δημοσίευση του "Paul Clifford". Το ποίημα του Έντουαρντ Χέρμπερτ "Στην ερωμένη του για την αληθινή της εικόνα", που δημοσιεύτηκε πρώτη φορά το 1665 -αλλά πιθανότατα γράφτηκε γύρω στο 1631-, περιέχει την πρόταση "Η ζωή μας δεν είναι παρά μια σκοτεινή και θυελλώδη νύχτα". Και ακολούθησαν και άλλα έργα πριν από αυτό του Μπούλβερ-Λύττον.
Οι συγγραφείς της βικτωριανής εποχής, όπως ο Μπούλβερ-Λύττον, ασχολήθηκαν με τον βροχερό καιρό της Αγγλίας, επομένως δεν είναι περίεργο που χρησιμοποίησε την ήδη γνωστή πρόταση. Βέβαια, τα επίπεδα βροχοπτώσεων της εποχής δεν ήταν υψηλότερα από το μέσο όρο... αλλά οι συγγραφείς αντιλαμβάνονταν τον κόσμο τους ως υγρό.
Η περίπλοκη κληρονομιά του Μπούλβερ-Λύττον
Ωστόσο, το βιβλίο δεν άρεσε σε όλους και πολλοί εκφράστηκαν αρνητικά -"ένας ιστός χονδροειδών προσωπικοτήτων" με "κατακριτέο" ήθος, για παράδειγμα-, ενώ, ακόμη και κατά τη διάρκεια της ζωής του, η πεζογραφία του Μπούλβερ-Λύττον δε θεωρούνταν καλή. "Τα απλά αγγλικά του είναι κατάφωρα ελαττωματικά -θολά, μπλεγμένα και μη γραμματικά", έγραψε ο Έντγκαρ Άλαν Πόε σε μια κριτική για το μυθιστόρημα "Night and Morning" (1841).
Ανεξάρτητα από τις ελλείψεις του ως συγγραφέας, ο Μπούλβερ-Λύττον ήταν αναμφισβήτητα δημοφιλής στην εποχή του και έχαιρε μεγάλης εκτίμησης από πολλούς από τους σύγχρονούς του. Όταν πέθανε το 1873 από επιπλοκές που σχετίζονταν με μόλυνση του αυτιού, είχε γράψει σχεδόν 30 μυθιστορήματα, πολλά θεατρικά, μερικούς ποιητικούς τόμους και ιστορίες μη μυθοπλασίας της Αγγλίας και της Αθήνας. Θαυμαστές του ήταν ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Οδυσσεύς Γκραντ, η Μαίρη Σέλλεϋ, ο Τζορτζ Μπέρναρντ Σω και ο Άλιστερ Κρόουλι. Το μυθιστόρημά του "Ernest Maltravers" (1837) ήταν το πρώτο σημαντικό έργο ευρωπαϊκής μυθοπλασίας που μεταφράστηκε στα ιαπωνικά. Επίσης, ο Μπούλβερ-Λύττον άφησε ένα διαρκές σημάδι στη σύγχρονη μόδα. καθώς, το μυθιστόρημα υψηλής κοινωνίας "Pelham" (1828) πιστώνεται ότι καθιέρωσε το μαύρο ως την καλύτερη επιλογή για ανδρικά βραδινά ρούχα. Τέλος, ήταν στενός φίλος του Καρόλου Ντίκενς, ο οποίος ονόμασε το 10ο παιδί του Edward Bulwer Lytton Dickens και ο οποίος εμπιστεύτηκε τα δημιουργικά και εμπορικά ένστικτα του φίλου του, καθώς ο Μπούλβερ-Λύττον του παρότρυνε να ξαναγράψει το τέλος του Μεγάλες Προσδοκίες. Το μυθιστόρημα "A Strange Story" (1862) του ίδιου πιστεύεται ότι επηρέασε τον Δράκουλα και το μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας "The Coming Race" (1871) ενέπνευσε το πρώτο συνέδριο επιστημονικής φαντασίας στον κόσμο.
Όμως, σύμφωνα με τη Rosina Bulwer-Lytton, τη σύζυγό του, ο συγγραφέας την είχε κακοποιήσει, την είχε κλωτσήσει ενώ ήταν έγκυος, την δάγκωσε, της επιτέθηκε με μαχαίρι και την έστειλε σε ψυχιατρείο όταν του αντιτάχθηκε σε μια από τις πολιτικές εκστρατείες του, καθώς, όταν δεν έγραφε, βρισκόταν στο Κοινοβούλιο και διατέλεσε για ένα χρόνο Υπουργός Εξωτερικών για τις Αποικίες -μια θέση που περιελάμβανε την επίβλεψη της ίδρυσης της Βρετανικής Κολομβίας.
Rosina Bulwer Lytton - πηγή
Η Ροζίνα έδωσε μάχη για να αφεθεί ελεύθερη μετά από τρεις εβδομάδες και φρόντισε η υπόθεση να δημοσιοποιηθεί ιδιαίτερα. Η δημόσια κατακραυγή για τη μεταχείρισή της βοήθησε να δοθεί ένας αγώνας για τη μεταρρύθμιση των φρικτών νόμων που επέτρεπαν σε συζύγους με διασυνδέσεις να περιορίζουν συγγενείς που δεν τους βόλευαν -ιδιαίτερα τις συζύγους τους- για πράγματα όπως το να έχουν άποψη ή να θέλουν τον έλεγχο των οικονομικών τους. Χρόνια αργότερα, η εγγονή της Ροζίνα, η λαίδη Constance Bulwer-Lytton, θα γινόταν μια από τις πιο δυναμικές σουφραζέτες.
Τις δεκαετίες που ακολούθησαν τη δημοσίευση του "Paul Clifford", το έντονο στυλ γραφής του Μπούλβερ-Λύττον έπεσε σε δυσμένεια. Μετατράπηκε γρήγορα από ένας από τους πιο δημοφιλείς και διασημότερους συγγραφείς της Αγγλίας, σε μια υποσημείωση στην ιστορία της βικτωριανής λογοτεχνίας. Εκτός από την "σκοτεινή και θυελλώδης νύχτα", ο ίδιος έχει εφεύρει τις φράσεις "ο μεγάλος άπλυτος", "η επιδίωξη του παντοδύναμου δολαρίου", "η πένα είναι ισχυρότερη από το σπαθί" και "ο κάτοικος στο κατώφλι".
Τις δεκαετίες που ακολούθησαν τη δημοσίευση του "Paul Clifford", το έντονο στυλ γραφής του Μπούλβερ-Λύττον έπεσε σε δυσμένεια. Μετατράπηκε γρήγορα από ένας από τους πιο δημοφιλείς και διασημότερους συγγραφείς της Αγγλίας, σε μια υποσημείωση στην ιστορία της βικτωριανής λογοτεχνίας. Εκτός από την "σκοτεινή και θυελλώδης νύχτα", ο ίδιος έχει εφεύρει τις φράσεις "ο μεγάλος άπλυτος", "η επιδίωξη του παντοδύναμου δολαρίου", "η πένα είναι ισχυρότερη από το σπαθί" και "ο κάτοικος στο κατώφλι".
Θα μπορούσε να είναι και χειρότερα
Καρικατούρα του Ape που δημοσιεύτηκε στο Vanity Fair το 1870 - πηγή
Μέχρι τα μέσα του 20ού αιώνα, ο Μπούλβερ-Λύττον είχε ξεχαστεί ως επί το πλείστον αλλά η ιστορία του έζησε, η φράση ήταν διάσημη και πλέον είναι "το αρχετυπικό παράδειγμα ενός πλούσιου, μελοδραματικού στυλ γραφής μυθοπλασίας".
Όσο για το αν είναι πραγματικά τόσο κακή, αυτό είναι θέμα άποψης.
Όσο για το αν είναι πραγματικά τόσο κακή, αυτό είναι θέμα άποψης.
Το 1982, η φράση ενέπνευσε το Bulwer Lytton Fiction Contest, μια ετήσια αναζήτηση για "την φρικτή αρχική πρόταση για το χειρότερο μυθιστόρημα που δεν γράφτηκε ποτέ". Το 2013, το περιοδικό American Book Review επέλεξε ολόκληρη την πρόταση των 58 λέξεων ως τη Νο22 στην έρευνά τους για τις 100 καλύτερες πρώτες γραμμές. Το 2013, ο στατιστικολόγος Mikhail Simkin δημιούργησε ένα κουίζ που ζητά από τους χρήστες να αποφασίσουν αν μια πρόταση γράφτηκε από τον Μπούλβερ-Λύττον ή τον Ντίκενς. Ο Simkin ισχυρίζεται ότι ο μέσος άνθρωπος που κάνει το κουίζ πετυχαίνει περίπου 48%.
από: mental floss
από: mental floss
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου