Το CS Mackay-Bennett γύρω στο 1900 - πηγή
Στις 14 Απριλίου του 1912, στις 11:40 μ.μ., το RMS Titanic χτύπησε ένα παγόβουνο περίπου 375 μίλια έξω από τις ακτές της Νέας Γης στον Καναδά. Το υποτιθέμενο αβύθιστο πλοίο βρισκόταν ήδη στην τέταρτη μέρα του ταξιδιού του από το Σαουθάμπτον της Αγγλίας προς την Νέα Υόρκη, όταν σήμανε συναγερμός και οι επιβάτες έπρεπε να εγκαταλείψουν το πλοίο. Πολύ σύντομα, οι πάνω από 2200 ψυχές που βρισκόντουσαν στον Τιτανικό συνειδητοποίησαν ότι οι πιθανότητες επιβίωσης ήταν εναντίον τους: Οι σωσίβιες λέμβοι του πλοίου, που τις καθέλκυσαν στον παγωμένο Ατλαντικό, είχαν χώρο μόνο για τους μισούς επιβάτες και το πλήρωμα.
Δείτε ακόμη:
Η παράξενη ιστορία δυο ορφανών του Τιτανικού
15 Απριλίου 1912: Τα παγόβουνα που βύθισαν τον Τιτανικό
10 άνθρωποι που δεν επιβιβάστηκαν στον Τιτανικό
Η τελευταία γνωστή φωτογραφία του Τιτανικού εν πλω
Φωτογραφίες και ένα σημείωμα περιγράφουν μια βλοσυρή ανακάλυψη στην τελευταία λέμβο του Τιτανικού
Η είδηση της βύθισης του Τιτανικού σε μια φωτογραφία την επόμενη ημέρα
Το πρώτο πλοίο που έφτασε επιτόπου ήτα το RMS Carpathia, στις 3:30 π.μ.. Μετά από μισή ώρα έρευνας στο σκοτάδι, ένα μέλος του πληρώματος είδε μια φωτοβολίδα από μια από τις λέμβους και άρχισε η επιχείρηση διάσωσης. Μέχρι τις 8:30 π.μ., όλοι οι επιζώντες -705 γυναίκες, άντρες και παιδιά- μεταφέρθηκαν από τις λέμβους στο Καρπάθια το οποίο ξεκίνησε για τη Νέα Υόρκη.
Πλέον, έπρεπε να ανασυρθούν οι νεκροί.
Το Χάλιφαξ, η πρωτεύουσα της Νέας Σκωτίας, ήταν το πλησιέστερο μεγάλο λιμάνι στον τόπο της καταστροφής. Ένα καλωδιακό πλοίο με βάση το Χάλιφαξ, το CS Mackay-Bennett, εξοπλίστηκε γρήγορα ως "πλοίο νεκροτομείο" και στάλθηκε εκεί που είχε βυθιστεί ο Τιτανικός δύο μέρες νωρίτερα, πάνω από 800 στατικά μίλια (1.287 χλμ) μακριά. Το Mackay-Bennett μετέφερε όσο υγρό ταρίχευσης που υπήρχε στο Χάλιφαξ, περίπου 100 ξύλινα φέρετρα, 100 τόνους πάγου και 12 τόνους σιδερένιες ράβδους ώστε να βαρύνουν τα σώματα και να θάφτηκαν στη θάλασσα. Όμως, όλα αυτά δεν ήταν αρκετά ώστε να αντιμετωπιστεί ο τεράστιος αριθμός των θυμάτων του Τιτανικού.
Το Mackay-Bennett έφτασε το απόγευμα της 19ης Απριλίου. Το επόμενο πρωί, το πλήρωμα ήταν έτοιμο να ξεκινήσει να ανασύρει τα σώματα. Ο καπετάνιος Frederick Harold Larnder βρήκε πολλά περισσότερα θύματα στα παγωμένα νερά απ' ό, τι περίμενε. "Τους είδαμε διάσπαρτες στην επιφάνεια, έμοιαζαν με κοπάδι γλάρων", ανέφερε αργότερα στους The Washington Times. Βάρκες των πέντε ή έξι ναυτών, και με χώρο για οκτώ σώματα, κατέβηκαν στο νερό για να ξεκινήσουν την ανάσυρση.
Το θλιβερό έργο της ανάκτησης των νεκρών από τη θάλασσα διήρκεσε για μέρες. Στην φωτογραφία, μια λέμβος του Mackay-Bennett - πηγή
Την πρώτη ημέρα, ανακτήθηκαν 51 θύματα. Οι περισσότεροι φορούσαν σωσίβια και επέπλεαν όρθιοι. Τα κεφάλια και οι ώμοι τους είχαν μώλωπες από την χαοτική βύθιση του πλοίου.
Η αποστολή διάσωσης αναγκάστηκε να σταματήσει τη νύχτα, ενώ στη θάλασσα υπήρχαν παντού σώματα. Την επόμενη ημέρα, στις 21 Απριλίου, ανασύρθηκαν λιγότερα. Όμως, στις 22 Απριλίου, 119 ανασύρθηκαν στο πλοίο. Ο καπετάνιος είπε ότι "Όλα τα σώματα επέπλεαν χωριστά. Κανένας δεν κρατιόταν από κάποιον άλλο".
Ο επικεφαλής της ταρίχευσης, ο John R. Snow, Jr., του μεγαλύτερου γραφείου κηδειών της Νέας Σκωτίας, φρόντισε να μεταφερθούν τα σώματα πίσω στο Χάλιφαξ. Σε κάθε ένα σώμα που έβγαινε από το νερό έδιναν έναν αριθμό και τοποθετούσα τα προσωπικά του αντικείμενα σε μια μικρή τσάντα με τον ίδιο αριθμό. Όταν ο Snow ξέμεινε από υγρό ταρίχευσης και φέρετρα, άρχισε να τυλίγει τα σώματα με καμβά και να τα τοποθετεί στον πάγο. Όμως, ο διαθέσιμος χώρος γέμισε γρήγορα. Ο Larnder πήρε τη δύσκολη απόφαση να αρχίσουν να θάβουν μερικά από τα θύματα στη θάλασσα -οι κανονισμοί προέβλεπαν ότι μόνο τα ταριχευμένα σώματα μπορούσαν να επιστρέψουν στην ξηρά. Τα περισσότερα από τα σώματα που θάφτηκαν στη θάλασσα θα μπορούσαν να αναγνωριστούν, από τα ρούχα τους, ως πλήρωμα του Τιτανικού ή ως επιβάτες της τρίτης κατηγορίας.
"Ο νεκροθάφτης δεν πίστευε ότι αυτά τα σώματα θα άντεχαν πάνω από τρεις ημέρες στη θάλασσα, και καθώς αναμενόταν ότι θα μείνουμε στη θάλασσα πάνω από δύο εβδομάδες, έπρεπε να τα θάψουμε", δήλωσε ο Larnder στους The Washington Times. Τα σώματα που επιλέχτηκαν τυλίχτηκαν σε καμβά, τους έδεσαν σιδερένιες ράβδους για να τα βαρύνουν και κάθε φορά έριχναν τρία από αυτά στη θάλασσα, καθώς ένας Αγγλικανός ιερέας τα διάβαζε.
Στις 23 Απριλίου, ένα άλλο ατμόπλοιο, το Minia, έφτασε επιτόπου και έδωσε περισσότερο υγρό για ταρίχευση, ώστε να διατηρήσουν περισσότερα σώματα και να ταφούν στην στεριά. Μετά από επτά μέρες έρευνας, το Mackay-Bennett ανέκτησε 306 θύματα του Τιτανικού, ενώ 116 θάφτηκαν στη θάλασσα -μόνο 56 από αυτά ταυτοποιήθηκαν. Τα υπόλοιπα 190 μεταφέρθηκαν στο Χάλιφαξ.
Φέρετρα για τα θύματα του Τιτανικού στο Χάλιφαξ
Το πλοίο έφτασε στις 30 Απριλίου, ενώ οι καμπάνες της εκκλησίας χτυπούσαν ανά μικρά διαστήματα. Περίεργοι ντόπιοι και απελπισμένοι συγγενείς έσπευσαν στις αποβάθρες. Οι νεκροθάφτες παρατάχθηκαν στην προβλήτα, ενώ τα μαύρα κάρα τους ήταν έτοιμα να μεταφέρουν τα σώματα στο προσωρινό νεκροτομείο που είχε στηθεί στο Mayflower Curling Rink του Χάλιφαξ. Ενώ τα σώματα ετοιμαζόντουσαν για ταφή, εργάτες μετέφεραν έναν διάδρομο μέχρι το κατάστρωμα του Mackay-Bennett και άρχισαν να εκφορτώνουν το δυσάρεστο φορτίο του καθώς, εθελοντές του Ερυθρού Σταυρού ψέκαζαν με απολυμαντικά.
Η ανάκτηση των θυμάτων του Τιτανικού ανατέθηκε και σε ακόμη τρία πλοία: το Minia, το CGS Montmagny και το SS Algerine. Το Minia βρήκε 17, δύο από τα οποία ήταν μέλη του πληρώματος που θάφτηκαν στη θάλασσα. Το Montmagny βρήκε τέσσερα σώματα το Μάιο και έθαψε το ένα από αυτά στη θάλασσα. Το τελευταίο θύμα, που ταυτοποιήθηκε ως τον επιστάτη του σαλούν James McGrady, βρέθηκε από το Algerine στα τέλη Μαΐου. Στο Χάλιφαξ, όλοι πήγαν στο προσωρινό νεκροτομείο, μαζί με τα θύματα του Mackay-Bennett. Τελικά, 59 σώματα πάρθηκαν για να ταφούν αλλού και 150 μοιράστηκαν σε τρία νεκροταφεία στο Χάλιφαξ -121 στο αδογμάτιστο Fairview Lawn Cemetery, 19 στο Mount Olivet Catholic Cemetery και 10 στο Baron de Hirsch Jewish Cemetery. 43 παραμένουν άγνωστα. Οι απλές γρανιτένιες ταφόπλακές τους φέρουν έναν αριθμό και την ημερομηνία της καταστροφής, 15 Απριλίου 1912.
Ένα ημερολόγιο, που τηρούσε ο 24χρονος Clifford Crease του πληρώματος του Mackay-Bennett, διατηρείται στα Αρχεία της Νέας Σκωτίας. Το αρχείο είναι ως επί το πλείστον πραγματικό και καταγράφει τον καιρό και τον αριθμό των σωμάτων που έβρισκαν κάθε μέρα. Στις 21 Απριλίου, σημείωσε, "Σώματα σε καλή κατάσταση, αλλά με πρησμένα από το νερό". Η εγγονή του, Rabia Wilcox, δήλωσε το 2012 για το σοκ του Crease όταν βρήκε το σώμα ενός παιδιού. "Δεν συνήλθε ποτέ πλήρως. Είπε στον πατέρα μας ότι ήταν το χειρότερο πράγμα που του συνέβη ποτέ". Συγκλονισμένοι από την τραγωδία, το πλήρωμα του Mackay-Bennett έβαλε μια ορειχάλκινη πλάκα, με τις λέξεις "το μωρό μας", πάνω στο φέρετρο του άγνωστου παιδιού όταν θάφτηκε στο νεκροταφείο Fairview Lawn του Χάλιφαξ με άλλα 120 θύματα του Τιτανικού. Το 2007, το άγνωστο παιδί αναγνωρίστηκε μέσω τεστ DNA ως ο 19 μηνών Sidney Leslie Goodwin, επιβάτης της τρίτης κατηγορίας που πνίγηκε μαζί με τους γονείς του και τους πέντε μεγαλύτερους αδελφούς και αδελφές του.
Ταφόπλακες των θυμάτων του Τιτανικού στο νεκροταφείο Fairview Lawn του Χάλιφαξ στη Νέα Σκοτία - πηγή
Σύντομα, το Mackay-Bennett επέστρεψε στο κανονικό του έργο, να μεταφέρει καλώδια για εργασίες συντήρησης. Το πλοίο αποσύρθηκε το 1922 και τελικά διαλύθηκε το 1963.
από: mental floss
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου