"Ανακαλύφθηκαν τα ημερολόγια του Χίτλερ". Το πρωτοσέλιδο του Stern στις 28 Απριλίου 1983 - πηγή
Στις 25 Απριλίου του 1983, το περιοδικό Stern -η γερμανική απάντηση στο Life- διοργάνωσε μια συνέντευξη Τύπου για να κάνει μια συγκλονιστική ανακοίνωση: ο σταρ ρεπόρτερ του περιοδικού είχε ανακαλύψει τα προσωπικά ημερολόγια του Χίτλερ, τα οποία είχαν χαθεί μετά από ένα αεροπορικό δυστύχημα το 1945 και τα οποία θα δημοσίευε το περιοδικό.
Το Stern υποστήριξε ότι τα ημερολόγια -για τα οποία δεν υπήρχε κάποια άλλη αναφορά- αποτελούσαν μια σημαντική επανεγγραφή της βιογραφίας του Χίτλερ και της ιστορίας του Γ' Ράιχ. Οι χειρόγραφοι τόμοι περιελάμβαναν τα πάντα, από περιγραφές τυμπανισμού και κακοσμία του στόματος ("Η Εύα λέει ότι έχω κακή αναπνοή"), μέχρι μια αφήγηση της υστερικής εγκυμοσύνης της Εύα Μπράουν το 1940 και την αποκάλυψη ότι ο εκπληκτικά ευαίσθητος Χίτλερ δεν ήξερε τι γινόταν με τους Εβραίους.
Δύο εβδομάδες αργότερα, τα ημερολόγια αποκαλύφθηκαν ως ψεύτικα. Δεν ήταν ιδιαίτερα καλογραμμένα, αλλά απεναντίας ήταν γραμμένα βιαστικά, από τον Konrad Kujau, έναν μικροαπατεώνα και παραγωγικό πλαστογράφο.
Τριάντα χρόνια αργότερα, η απάτη με τα Ημερολόγια του Χίτλερ εξακολουθεί να είναι το μεγαλύτερο σκάνδαλο που έχει πλήξει τη γερμανική δημοσιογραφία μετά το 1945. Πρόσφατα, η Die Zeit δημοσίευσε ένα "ημερολόγιο των ημερολογίων", που γράφτηκε λίγο μετά το ξεσκέπασμα της απάτης, από τον Felix Schmidt, έναν από τους τρεις αρχισυντάκτες του Stern τότε -και ο μόνος από τους τρεις που ζει ακόμα.
Στην προσπάθεια να κατανοήσει αυτό που συνέβη, η αναφορά του Schmidt ενώνει μια σειρά από κινηματογραφικά ντοκιμαντέρ, βιβλία, δικαστικές υποθέσεις και τη σατιρική ταινία του 1992 "Schtonk!" (1992). Η ιστορία του σκανδάλου είναι συναρπαστική, κυρίως επειδή αντανακλά μια νοοτροπία για το Γ' Ράιχ που, στη σημερινή Γερμανία, φαίνεται κάπως μακρινή. Τα τελευταία χρόνια, ο Χίτλερ εμφανίζεται στη λαϊκή κουλτούρα ως μια κωμική φιγούρα (το 2013, το "He's Back", ένα σατιρικό μυθιστόρημα για τον Χίτλερ που ξυπνά στο σημερινό Βερολίνο και γίνεται αστέρας των ΜΜΕ, έφτασε στο Νο. 1 της λίστας με τα μπεστ σέλερ, ενώ, μια δημοφιλής τηλεοπτική εκπομπή έχει ένα επαναλαμβανόμενο σκετς στο οποίο ένας αδιάφορος Χίτλερ παίζει τον ρόλο του Steve Carell σε μια εκδοχή του "The Office").
Τα αρχικά FH (πάνω σειρά) που ο Kujau χρησιμοποίησε κατά λάθος στα εξώφυλλα των ημερολογίων, αντί για AH (κάτω σειρά). Και τα δύο σετ αρχικών είναι σε γραμματοσειρά Engravers Old English. - πηγή
"Είναι 13 Μαΐου 1981", ξεκινά το κείμενο του Schmidt. "Ήμουν αρχισυντάκτης -ένας από τους τρεις- του Stern για περίπου τέσσερις μήνες, όταν ζήτησα από τη γραμματέα μου να φέρει στο γραφείο μου, μέσα σε μισή ώρα, τον Gerd Heidemann, δημοσιογράφο στο τμήμα σύγχρονης ιστορίας. Ο Χάιντεμαν, ένας τύπους που σπάνια βρίσκει κανείς στην αίθουσα σύνταξης και που συχνά εξαφανίζεται για εβδομάδες χωρίς να αφήσει καμία ένδειξη για το που βρίσκεται, για ακόμη μια φορά, δεν μπορεί να βρεθεί".
Ο Χάιντεμαν, παρά τη γνωστή αδυναμία του σε οτιδήποτε είχε να κάνει με τους Ναζί, θεωρούνταν ένας από τους καλύτερους ερευνητές του περιοδικού. Η συλλογή ναζιστικών αναμνηστικών του περιελάμβανε το γιοτ του Γκέρινγκ, όπου ο ρεπόρτερ συναναστρεφόταν με πρώην αξιωματικούς των S.S. Εκείνη την εποχή, ο Χάιντεμαν -ο οποίος λέγεται ότι είχε σχέση με την κόρη του Γκέρινγκ, Έντα- φαινόταν να είναι κάπως γοητευμένος από τη ναζιστική εποχή. Ο ίδιος ισχυρίστηκε ότι απλώς καλλιεργούσε πηγές. Ωστόσο, μετά το σκάνδαλο, κατηγορήθηκε ότι ήταν πραγματικά συμπαθής των Ναζί.
Ο Schmidt ήθελε να πάει ο Χάιντεμαν στην Τουρκία για να αναφέρει μια απόπειρα δολοφονίας του Πάπα. Πριν προλάβει να τον εντοπίσει για να του δώσει την αποστολή, γράφει ο αρχισυντάκτης, αυτός και οι άλλοι δύο αρχισυντάκτες, ο Rolf Gillhausen και ο Peter Koch, κλήθηκαν στο γραφείο του εκδότη του περιοδικού, όπου πάνω στο τραπέζι είδαν κάμποσα σημειωματάρια τα οποία, όπως πληροφορήθηκαν, ανήκαν στον Χίτλερ. Ο Kujau -ο πλαστογράφος- είχε μπερδέψει το γοτθικό "F" με το "Α" και έτσι, στο μαύρο εξώφυλλο κάθε σημειωματάριου έγραφε "FH" αντί για "AH", μια λεπτομέρεια που δεν πρόσεξε κανείς. Ο Χάιντεμαν και ένας άλλος συντάκτης είχαν ασχοληθεί με τον εκδότη μυστικά. Η ιστορία δεν άρεσε στους Schmidt, Koch και Gillhausen, αλλά παρασύρθηκαν -άλλωστε φαινόταν καλή περίπτωση. Μάλιστα, οι εκδότες είχαν ήδη ρίξει μέχρι και ένα εκατομμύριο γερμανικά μάρκα για την αγορά των σημειωματάριων.
Σε μια επόμενη συνάντηση, ο Χάιντεμαν εξήγησε την προέλευση όσων είχε βρει. Τον Απρίλιο του 1945, ένα αεροπλάνο που μετέφερε αντικείμενα που ανήκαν στον Χίτλερ συνετρίβη κοντά στη Δρέσδη και ανάμεσα σε άλλα πράγματα, ήταν και τα ημερολόγια, είπε, που τα έκρυψαν ντόπιοι αγρότες. Αργότερα, τα βρήκε ένας υψηλόβαθμος αξιωματικός της Ανατολικής Γερμανίας ο οποίος ήθελε πλέον να τα πουλήσει. "Η ιστορία της συντριβής είναι 100% αληθινή", γράφει ο Schmidt. "Αυτό κάνει την υποτιθέμενη ανακάλυψη του Χάιντεμαν απολύτως πιστευτή. Ωστόσο, όπως γνωρίζουμε πλέον, δεν υπήρχαν ημερολόγια". Ούτε καν αξιωματικός δεν υπήρχε, όπως αποδείχθηκε.
Ο Χάιντεμαν, παρά τη γνωστή αδυναμία του σε οτιδήποτε είχε να κάνει με τους Ναζί, θεωρούνταν ένας από τους καλύτερους ερευνητές του περιοδικού. Η συλλογή ναζιστικών αναμνηστικών του περιελάμβανε το γιοτ του Γκέρινγκ, όπου ο ρεπόρτερ συναναστρεφόταν με πρώην αξιωματικούς των S.S. Εκείνη την εποχή, ο Χάιντεμαν -ο οποίος λέγεται ότι είχε σχέση με την κόρη του Γκέρινγκ, Έντα- φαινόταν να είναι κάπως γοητευμένος από τη ναζιστική εποχή. Ο ίδιος ισχυρίστηκε ότι απλώς καλλιεργούσε πηγές. Ωστόσο, μετά το σκάνδαλο, κατηγορήθηκε ότι ήταν πραγματικά συμπαθής των Ναζί.
Ο Schmidt ήθελε να πάει ο Χάιντεμαν στην Τουρκία για να αναφέρει μια απόπειρα δολοφονίας του Πάπα. Πριν προλάβει να τον εντοπίσει για να του δώσει την αποστολή, γράφει ο αρχισυντάκτης, αυτός και οι άλλοι δύο αρχισυντάκτες, ο Rolf Gillhausen και ο Peter Koch, κλήθηκαν στο γραφείο του εκδότη του περιοδικού, όπου πάνω στο τραπέζι είδαν κάμποσα σημειωματάρια τα οποία, όπως πληροφορήθηκαν, ανήκαν στον Χίτλερ. Ο Kujau -ο πλαστογράφος- είχε μπερδέψει το γοτθικό "F" με το "Α" και έτσι, στο μαύρο εξώφυλλο κάθε σημειωματάριου έγραφε "FH" αντί για "AH", μια λεπτομέρεια που δεν πρόσεξε κανείς. Ο Χάιντεμαν και ένας άλλος συντάκτης είχαν ασχοληθεί με τον εκδότη μυστικά. Η ιστορία δεν άρεσε στους Schmidt, Koch και Gillhausen, αλλά παρασύρθηκαν -άλλωστε φαινόταν καλή περίπτωση. Μάλιστα, οι εκδότες είχαν ήδη ρίξει μέχρι και ένα εκατομμύριο γερμανικά μάρκα για την αγορά των σημειωματάριων.
Σε μια επόμενη συνάντηση, ο Χάιντεμαν εξήγησε την προέλευση όσων είχε βρει. Τον Απρίλιο του 1945, ένα αεροπλάνο που μετέφερε αντικείμενα που ανήκαν στον Χίτλερ συνετρίβη κοντά στη Δρέσδη και ανάμεσα σε άλλα πράγματα, ήταν και τα ημερολόγια, είπε, που τα έκρυψαν ντόπιοι αγρότες. Αργότερα, τα βρήκε ένας υψηλόβαθμος αξιωματικός της Ανατολικής Γερμανίας ο οποίος ήθελε πλέον να τα πουλήσει. "Η ιστορία της συντριβής είναι 100% αληθινή", γράφει ο Schmidt. "Αυτό κάνει την υποτιθέμενη ανακάλυψη του Χάιντεμαν απολύτως πιστευτή. Ωστόσο, όπως γνωρίζουμε πλέον, δεν υπήρχαν ημερολόγια". Ούτε καν αξιωματικός δεν υπήρχε, όπως αποδείχθηκε.
Ο Χάιντεμαν αφηγήθηκε πώς βρέθηκαν τα ημερολόγια στα χέρια του. Σε έναν αυτοκινητόδρομο της Ανατολικής Γερμανίας, κάποιος που ήταν εν κινήσει με ένα ανατολικογερμανικό αυτοκίνητο, τα πέταξε μέσα από το ανοιχτό παράθυρο του δικού του αυτοκινήτου, αφού πρώτα εκείνος είχε πετάξει τα χρήματα για να πληρώσει. Ωστόσο, ο τρόπος του φάνηκε υπερβολικά επικίνδυνος, οπότε, τα ημερολόγια θα περνούσαν τα σύνορα -λαθραία- μέσα σε ένα πιάνο. "Ομολογουμένως, ακούγαμε με προσήλωση την ιστορία του Χάιντεμαν", γράφει ο Schmidt, "και δεν μας έκανε εντύπωση".
Ο ρεπόρτερ δεν μπόρεσε να αποκαλύψει το όνομα της πηγής του. "Αν αρχίσουμε να το ψάχνουμε, θα τον αποκαλύψουμε. Βρίσκεται σε κίνδυνο".
"Ποιος θέλει να χαλάσει μια ιστορία σαν αυτή;", ρώτησε ο Schmidt.
Ο ρεπόρτερ δεν μπόρεσε να αποκαλύψει το όνομα της πηγής του. "Αν αρχίσουμε να το ψάχνουμε, θα τον αποκαλύψουμε. Βρίσκεται σε κίνδυνο".
"Ποιος θέλει να χαλάσει μια ιστορία σαν αυτή;", ρώτησε ο Schmidt.
Η μίνι σειρά "Faking Hitler", με τους Lars Eidinger στον ρόλο του Χέιντεμαν και τον Moritz Bleibtreu στον ρόλο του Kujau, είναι ένας φανταστικός απολογισμός της δημοσίευσης και της αποκάλυψης - πηγή
Ενώ ο Χάιντεμαν συνέχιζε να αγοράζει τόμους -υποτίθεται ότι ήταν 27-, δύο ιστορικοί ξεκίνησαν ένα σχεδόν δύο χρόνων έργο επαλήθευσης των ημερολογίων. Δυστυχώς, δεν κατάλαβαν ότι το βιβλίο ιστορίας που χρησιμοποιούσαν για να ελέγξουν τα γεγονότα των ημερολογίων -η ανθολογία του Max Domarus, "Hitler: Speeches and Proclamations 1932-1945-The Chronicle of a Dictatorship"- ήταν το ίδιο απ' όπου είχε αντιγράψει ο Kujau τις πληροφορίες λέξη προς λέξη.
Η μυστικότητα βασίλευε. Υπήρξαν σκέψεις ότι ο Χάιντεμαν κρατούσε μέρος των χρημάτων, οι οποίες όμως αντιμετωπίστηκαν με εχθρότητα -αν και τελικά, ένα δικαστήριο του Αμβούργου διαπίστωσε ότι ο ρεπόρτερ κράτησε τουλάχιστον 4,4 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα για τον εαυτό του. Όταν εκείνοι που γνώριζαν τα ημερολόγια επισκέφτηκαν το διαμέρισμά του, σκέφτηκαν ότι η συλλογή του με αντικείμενα του Χίτλερ ήταν μια ακόμη απόδειξη της αυθεντικότητας των ημερολογίων -μερικά από τα οποία αντικείμενα τα είχε προμηθευτεί από τον Kujau και αποδείχθηκε επίσης πλαστά. Ο Χάιντεμαν άρχισε να λέει σε άλλους δημοσιογράφους ότι ο Μάρτιν Μπόρμαν, ο προσωπικός γραμματέας του Χίτλερ, ήταν ακόμα ζωντανός. "Ακόμα και μετά από αυτό, δεν πέρασε από κανενός το μυαλό να αναρωτηθεί για την κατάσταση της ψυχικής υγείας του Χάιντεμαν. Η 'Ευφορία του Ημερολογίου Χίτλερ' μας είχε κυριεύσει όλους", γράφει ο Schmidt.
Τον Απρίλιο του 1982, οι αρχισυντάκτες έμαθαν ότι υπήρχαν πολλά περισσότερα από 27 ημερολόγια. "Ο 'Φύρερ' ήταν όλο και πιο επικοινωνιακός. Τα σημειωματάρια γίνονταν πιο ογκώδη και όλο και πιο ακριβά", γράφει ο Schmidt. Ο εκδότης του Stern ξόδεψε συνολικά 9,3 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα για να αποκτήσει περίπου 60 τόμους. Οι συντάκτες έδειξαν δείγματα από τα ημερολόγια σε ειδικούς γραφολόγους στη Νέα Υόρκη και τη Βέρνη -αλλά οι συγκρίσεις που παρείχαν προήλθαν από το αρχείο του Χάιντεμαν και είχαν επίσης πλαστογραφηθεί από τον Kujau.
Στις αρχές του 1983, τα πράγματα προχωρούσαν με γοργούς ρυθμούς. Οι εκδότες άρχισαν να συναντώνται με διεθνή περιοδικά -Newsweek, Time, The Times of London, Paris Match- για να δημοσιεύσουν τα ημερολόγια. Οι ιστορικοί στάλθηκαν από την κοινοπραξία των περιοδικών στην Ελβετία, σε μια τράπεζα όπου βρίσκονταν τα ημερολόγια και δήλωσαν ότι τα βιβλία ήταν αυθεντικά. Όλα πήγαιναν ρολόι, αλλά ο Χάιντεμαν ικέτευε για περισσότερο χρόνο καθώς είχε μάθει ότι ανάμεσα στα αζήτητα ακόμη χαρτιά υπήρχε μια όπερα γραμμένη από τον Χίτλερ και ο τρίτος τόμος του "Mein Kampf". Λίγο πριν τυπωθούν τα ημερολόγια, ο Schmidt είπε σε έναν φίλο του, "Αν την πατήσαμε, τότε το βαθύτερο σημείο του Άλστερ (σσ. ποταμός στο Αμβούργο) δεν είναι αρκετά βαθύ για εμάς". Στις 22 Απριλίου, οι αρχισυντάκτες προσπάθησαν μάταια να πείσουν τον Χάιντεμαν να αποκαλύψει την πηγή του. Εκείνο το βράδυ, ο ρεπόρτερ πέρασε από το γραφείο του και ο Schmidt γράφει, "Προσπάθησα ακόμη μια φορά. Του έδωσα να πιει πολύ -ίσως αυτό να του έλυνε τη γλώσσα. Ο Χάιντεμαν είπε, 'Κύριε Schmidt, ξέρετε ότι οι ζωές κρέμονται από μια λεπτή κλωστή. Έδωσα το λόγο μου ότι δε θα μιλήσω'".
Τον Απρίλιο του 1982, οι αρχισυντάκτες έμαθαν ότι υπήρχαν πολλά περισσότερα από 27 ημερολόγια. "Ο 'Φύρερ' ήταν όλο και πιο επικοινωνιακός. Τα σημειωματάρια γίνονταν πιο ογκώδη και όλο και πιο ακριβά", γράφει ο Schmidt. Ο εκδότης του Stern ξόδεψε συνολικά 9,3 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα για να αποκτήσει περίπου 60 τόμους. Οι συντάκτες έδειξαν δείγματα από τα ημερολόγια σε ειδικούς γραφολόγους στη Νέα Υόρκη και τη Βέρνη -αλλά οι συγκρίσεις που παρείχαν προήλθαν από το αρχείο του Χάιντεμαν και είχαν επίσης πλαστογραφηθεί από τον Kujau.
Στις αρχές του 1983, τα πράγματα προχωρούσαν με γοργούς ρυθμούς. Οι εκδότες άρχισαν να συναντώνται με διεθνή περιοδικά -Newsweek, Time, The Times of London, Paris Match- για να δημοσιεύσουν τα ημερολόγια. Οι ιστορικοί στάλθηκαν από την κοινοπραξία των περιοδικών στην Ελβετία, σε μια τράπεζα όπου βρίσκονταν τα ημερολόγια και δήλωσαν ότι τα βιβλία ήταν αυθεντικά. Όλα πήγαιναν ρολόι, αλλά ο Χάιντεμαν ικέτευε για περισσότερο χρόνο καθώς είχε μάθει ότι ανάμεσα στα αζήτητα ακόμη χαρτιά υπήρχε μια όπερα γραμμένη από τον Χίτλερ και ο τρίτος τόμος του "Mein Kampf". Λίγο πριν τυπωθούν τα ημερολόγια, ο Schmidt είπε σε έναν φίλο του, "Αν την πατήσαμε, τότε το βαθύτερο σημείο του Άλστερ (σσ. ποταμός στο Αμβούργο) δεν είναι αρκετά βαθύ για εμάς". Στις 22 Απριλίου, οι αρχισυντάκτες προσπάθησαν μάταια να πείσουν τον Χάιντεμαν να αποκαλύψει την πηγή του. Εκείνο το βράδυ, ο ρεπόρτερ πέρασε από το γραφείο του και ο Schmidt γράφει, "Προσπάθησα ακόμη μια φορά. Του έδωσα να πιει πολύ -ίσως αυτό να του έλυνε τη γλώσσα. Ο Χάιντεμαν είπε, 'Κύριε Schmidt, ξέρετε ότι οι ζωές κρέμονται από μια λεπτή κλωστή. Έδωσα το λόγο μου ότι δε θα μιλήσω'".
Ο δημοσιογράφος του Stern Gerd Heidemann (δεξιά) δείχνει τα υποτιθέμενα ημερολόγια του Χίτλερ στη συνέντευξη Τύπου στο Αμβούργο στις 25 Απριλίου 1983 - πηγή
Στις 25 Απριλίου, το Stern πραγματοποίησε τη συνέντευξη Τύπου. Ήταν η αρχή του τέλους. Καθώς άρχισαν να εμφανίζονται η μια αμφιβολία μετά την άλλη, έγινε γρήγορα σαφές ότι η επιθυμία να μην διαρρεύσει η είδηση είχε ως αποτέλεσμα έναν εντελώς ελλιπή έλεγχο των ημερολογίων. Μέσα σε λίγες μέρες, τα Γερμανικά Ομοσπονδιακά Αρχεία τηλεφώνησαν στο Stern και δήλωσαν ότι τα ημερολόγια ήταν αδέξια πλαστά. "Παγωμάρα στο δωμάτιο", γράφει ο Schmidt.
Ο Χάιντεμαν, που και πάλι δεν μπορούσαν να τον βρουν πουθενά, τηλεφώνησε από το Μόναχο και πήγε με αεροπλάνο σε μια έκτακτη συνάντηση που έγινε εκείνο το βράδυ. Στις πέντε το πρωί, αφού υποσχέθηκε ότι μπορούσε να βρει στοιχεία που πιστοποιούσαν ότι τα ημερολόγια ήταν αληθινά, κατονόμασε την πηγή του. Ήταν κάποιος Κόνραντ Φίσερ. "Το γραφείο της Φρανκφούρτης χρειάστηκε τρεις ώρες για να ανακαλύψει ότι το πραγματικό όνομα του άνδρα είναι Konrad Kujau", γράφει ο Schmidt. Αποδείχθηκε επίσης ότι πολλοί στον εκδοτικό οίκο Stern γνώριζαν το όνομα του Fischer. "Απλώς φανταστείτε, αν ένας από αυτούς, κατά τη διάρκεια μιας από αυτές τις όλο και πιο νευρικές συναντήσεις, στις οποίες ρωτήθηκε το όνομα της πηγής των ημερολογίων, είχε προτείνει ότι ήξερε το όνομα, τα πράγματα θα ήταν εντελώς διαφορετικά".
Ο Χάιντεμαν, που και πάλι δεν μπορούσαν να τον βρουν πουθενά, τηλεφώνησε από το Μόναχο και πήγε με αεροπλάνο σε μια έκτακτη συνάντηση που έγινε εκείνο το βράδυ. Στις πέντε το πρωί, αφού υποσχέθηκε ότι μπορούσε να βρει στοιχεία που πιστοποιούσαν ότι τα ημερολόγια ήταν αληθινά, κατονόμασε την πηγή του. Ήταν κάποιος Κόνραντ Φίσερ. "Το γραφείο της Φρανκφούρτης χρειάστηκε τρεις ώρες για να ανακαλύψει ότι το πραγματικό όνομα του άνδρα είναι Konrad Kujau", γράφει ο Schmidt. Αποδείχθηκε επίσης ότι πολλοί στον εκδοτικό οίκο Stern γνώριζαν το όνομα του Fischer. "Απλώς φανταστείτε, αν ένας από αυτούς, κατά τη διάρκεια μιας από αυτές τις όλο και πιο νευρικές συναντήσεις, στις οποίες ρωτήθηκε το όνομα της πηγής των ημερολογίων, είχε προτείνει ότι ήξερε το όνομα, τα πράγματα θα ήταν εντελώς διαφορετικά".
Μέσα σε λίγες ώρες, ο Schmidt και ο Koch παραιτήθηκαν. Σύντομα, οι Kujau και Heidemann συνελήφθησαν, κρίθηκαν ένοχοι για κλοπή και απάτη και καταδικάστηκαν σε 4,5 χρόνια φυλάκιση. Ο Kujau ομολόγησε την πλαστογραφία, αποδεικνύοντας μάλιστα την ενοχή του συνθέτοντας την ομολογία του με το ύφος της γραφής του Χίτλερ. Ο Χάιντεμαν κρίθηκε αθώος για συμμετοχή σε πλαστογραφία.
Όταν ο Kujau αποφυλακίστηκε το 1987, έπασχε από καρκίνο στο λαιμό. Άνοιξε μια γκαλερί στη Στουτγάρδη όπου πουλούσε πλαστούς πίνακες των Χίτλερ, Ρέμπραντ, Νταλί, Μονέ, Βαν Γκογκ και άλλους, όλα υπογεγραμμένα τόσο στο όνομά του όσο και στο όνομα του καλλιτέχνη, οι οποίοι πουλήθηκαν για δεκάδες χιλιάδες δολάρια. Αν και ευημερούσε, συνελήφθη για πλαστογράφηση αδειών οδήγησης και του επιβλήθηκε πρόστιμο 2.000 λιρών. Πέθανε από καρκίνο στη Στουτγάρδη τον Σεπτέμβριο του 2000.
Ο Χάιντεμαν αποφυλακίστηκε επίσης το 1987. Πέντε χρόνια αργότερα αναφέρθηκε στη γερμανική εφημερίδα Der Spiegel ότι τη δεκαετία του 1950 είχε στρατολογηθεί από τη Στάζι, τη μυστική αστυνομία της Ανατολικής Γερμανίας, για να παρακολουθεί την άφιξη των αμερικανικών πυρηνικών όπλων στη Δυτική Γερμανία. Το 2008 είχε χρέη πάνω από 700.000 ευρώ και ζούσε με κοινωνική ασφάλιση. Η κατάστασή του δεν είχε αλλάξει μέχρι το 2013 -τριάντα χρόνια μετά το περιστατικό- και παρέμεινε πικραμένος για το πως του συμπεριφέρθηκαν.
Για τον Schmidt η εμπειρία ήταν καταστροφική, ο οποίος περιγράφεται ως ένα σοβαρό, βαθιά διανοούμενο άτομο με υπόβαθρο στις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά όχι στην ιστορία. Μετά το σκάνδαλο, συνέχισε την παραγωγή της μακροχρόνιας γερμανικής τηλεοπτικής σειράς με τίτλο "The Philosophical Quartet", ένα διμηνιαίο talk show στο οποίο δύο φιλόσοφοι συζητούσαν τα ζητήματα της εποχής με εξέχοντες στοχαστές.
Το 2004, ένα από τα ημερολόγια πουλήθηκε σε δημοπρασία για 6.400 ευρώ σε άγνωστο αγοραστή. Τα υπόλοιπα παραδόθηκαν από τον Stern στο Bundesarchiv το 2013, όχι ως ενθύμιο του ναζιστικού παρελθόντος, αλλά ως παράδειγμα ειδήσεων ιστορία των ΜΜΕ. Αργότερα, ένας από τους δημοσιογράφους των Sunday Times που συμμετείχαν στην ιστορία εξήγησε γιατί τόσοι πολλοί έμπειροι δημοσιογράφοι και επιχειρηματίες "ήταν τόσο ευκολόπιστοι" σχετικά με την αυθεντικότητα των ημερολογίων:
"... η ανακάλυψη των ημερολογίων του Χίτλερ ήταν τόσο δελεαστική που όλοι θέλαμε να πιστέψουμε ότι ήταν γνήσια. Από τη στιγμή που κάναμε μια συμφωνία έπρεπε να συνεχίσουμε να πιστεύουμε στην αυθεντικότητά τους μέχρι να αποδειχθούν πειστικά ως πλαστά. ... Οι λίγοι από εμάς που βρισκόμασταν στο μυστικό τροφοδοτούνταν με αδρεναλίνη: επρόκειτο να γράψουμε την πιο εκπληκτική αποκλειστικότητα της καριέρας μας".
"... η ανακάλυψη των ημερολογίων του Χίτλερ ήταν τόσο δελεαστική που όλοι θέλαμε να πιστέψουμε ότι ήταν γνήσια. Από τη στιγμή που κάναμε μια συμφωνία έπρεπε να συνεχίσουμε να πιστεύουμε στην αυθεντικότητά τους μέχρι να αποδειχθούν πειστικά ως πλαστά. ... Οι λίγοι από εμάς που βρισκόμασταν στο μυστικό τροφοδοτούνταν με αδρεναλίνη: επρόκειτο να γράψουμε την πιο εκπληκτική αποκλειστικότητα της καριέρας μας".
από: new yorker
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου